Λίγο πριν το τέλος του «Λευκού Θεού». «Να καλέσω την αστυνομία» ρωτάει. «Περίμενε λίγο ακόμα» απαντάει. Και τότε οι άνθρωποι ξαπλώνουν στο έδαφος όπως έχουν κάνει πριν λίγο τα σκυλιά. Και το πλάνο ανοίγει για να αποκαλύψει το μεγάλο θέμα που καίει μέσα στους αιώνες την λογοτεχνία και την τέχνη: Η ασημαντότητα της ανθρώπινης ύπαρξης. Είμαστε περαστικοί, αναλώσιμοι, φθαρτοί από τούτη την ζωή όπως ακριβώς τα σκυλιά. Κουκίδες που κάποια στιγμή θα σβήσουν. Και αντί αυτό το δεδομένο να γίνει η κινητήριος δύναμη για να κατανοήσουμε όχι μόνο τους άλλους ανθρώπους αλλά και τα άλλα πλάσματα, απλά το αγνοούμε. Και παίζουμε τους ρόλους θύτης-θύμα, ανώτερος-κατώτερος, αφέντης-υπηρέτης με τους άλλους γιατί είναι το πιο εύκολο. Το να κατέβεις στο ύψος του άλλου είναι δυσκολότερο από το να του δώσεις μια κλωτσιά.
Φαντάζομαι ότι πολλοί θεατές θα έχουν δώσει ήδη το δικό τους «Όσκαρ». Αυτό είναι το σημαντικότερο και πιο προσωπικό βραβείο που παίρνει κάθε ταινία που έχει κάτι σπουδαίο να πει στους θεατές. Ένα βραβείο που το κουβαλάνε για χρόνια μέσα τους.
Πως θα ήταν ο κόσμος αν προσπαθούσαμε να κατέβουμε στο ύψος του άλλου αντί να παλεύουμε να του επιβληθούμε; Ένας κόσμος χωρίς μπόγιες(εντός και εκτός εισαγωγικών). Ένας πλανήτης ισότητας και κατανόησης. Μια ουτοπία που πάντα θα δίνει υλικό για λογοτεχνικά και κινηματογραφικά αριστουργήματα.
Ο «Λευκός Θεός» είναι ένα φιλμ που σε παίρνει από το χέρι για να περπατήσεις σε αυτό το στενό και δύσκολο μονοπάτι μαζί με τους διαφορετικούς, τους άλλους, αυτούς που δεν σου μοιάζουν και κατά τύχη συγκατοικείς μαζί τους εδώ.
Την είχα δει πριν μέρες την ταινία και μου ήρθε ξανά η σκηνή διαβάζοντας τις εννιά υποψηφιότητες για τα ξενόγλωσσα Οσκαρ. «Ο Λευκός Θεός» δεν είναι ανάμεσα σε αυτές αλλά μάλλον δεν έχει καμία σημασία. Φαντάζομαι ότι πολλοί θεατές θα έχουν δώσει ήδη το δικό τους «Όσκαρ». Αυτό είναι το σημαντικότερο και πιο προσωπικό βραβείο που παίρνει κάθε ταινία που έχει κάτι σπουδαίο να πει στους θεατές. Ένα βραβείο που το κουβαλάνε για χρόνια μέσα τους.
σχόλια