Ακόμα και την ένδοξη εποχή των κοσμικών, όταν έκαναν παρέλαση σαν ιερές αγελάδες της καλοπέρασης από τις σελίδες των περιοδικών, και ο λαός τους παρακολουθούσε τυφλωμένος από την λάμψη, δεν μου προκαλούσαν κανένα συναίσθημα. Τους έβλεπα όπως θα έβλεπα ένα κείμενο που κάθε λέξη του έχει και ένα ορθογραφικό λάθος: Ήταν ένα πολύ δύσκολο στην ανάγνωση του θέμα. Μάλιστα, ποτέ δεν θεώρησα ότι αυτοί οι άνθρωποι είναι «τα μεγαλύτερα νούμερα» που κυκλοφορούν εκεί έξω. Μπορείς να συναντήσεις τέτοια «νούμερα» που δεν έχουν φωτογραφηθεί ποτέ για τα περιοδικά, πρώτους του χωριού, που θεωρούν τους εαυτούς τους όντα ανώτερα από την πλέμπα και τον μικροαστικό μικρόκοσμο στον οποίο κινούνται ένα σύμπαν σπάνιο, που αφού η τύχη σε έφερε μέσα του θα πρέπει να την ευγνωμονείς.
(Πριν λίγα χρόνια σε μια επαρχιακή πόλη που δούλευα ένας ντόπιος μου περιέγραφε τις νυχτερινές «φυλές» της. Πέντε μαγαζιά όλα και όλα με την ίδια περίπου μουσική, με τον ίδιο αναγκαστικά κόσμο, είχαν πάρει στο μυαλό του διαστάσεις ας πούμε αθηναϊκές για να μην πω κάτι άλλο. Εμείς υποτίθεται ότι την στιγμή που μιλούσαμε καθόμασταν στο «εναλλακτικό». Από τα ηχεία ακουγόταν η φωνή του Κώστα Χαριτοδιπλωμένου: Lost in the night Walking alone... Left on my own... Lost in the night)
Το ενδιαφέρον μου όμως όταν έπεφτα σε τέτοιες σελίδες ήταν πάντα οι λεζάντες του/της κοσμικογράφου. Ξεχνούσα την φωτογραφία και έμενα σε αυτές τις λυρικές περιγραφές, τις λεπτομέρειες για την κάθε εκδήλωση σαν να σου έκλειναν το μάτι λέγοντας «ζήλια, ζήλια κοίτα τι ωραία περνάμε», τον απίθανο θαυμασμό που έτρεφαν για αυτά τα πρόσωπα που έμοιαζαν να έχουν προσγειωθεί σε ένα άλλο πλανήτη που εμείς(οι αναγνώστες-πλέμπα) δεν θα είχαμε ποτέ πρόσβαση και αυτοί ήταν εκεί για να μας μεταδώσουν. Μερικές φορές το ρεπορτάζ τους έμοιαζε με «πολεμική ανταπόκριση». Παρά την ναυτία τους από την χθεσινή βόλτα με το κότερο είχαν καταφέρει να παραδώσουν το κείμενο, είχαν πιει τα κέρατα τους στο πάρτι και όμως είχαν καταφέρει να τραβήξουν φωτογραφίες χωρίς να είναι κουνημένες, και θεέ μου ναι, είχαν προλάβει να γνωρίσουν τους πάντες δίνοντας την σκληρή μάχη της ενημέρωσης για χάρη μας.
Είχα πάρα πολύ καιρό να πέσω πάνω σε κοσμικές σελίδες. Νόμιζα πως είχαν εξαφανιστεί από τα περιοδικά γιατί αποτελούν αστείο θέμα, λόγω της φάσης στην οποία βρίσκεται η χώρα. Μέχρι προχθές που έπεσε ένα τέτοιο περιοδικό στα χέρια μου. Δέκα ολόκληρες γυαλιστερές σελίδες κοσμικά. Ένα χριστουγεννιάτικο δέντρο είχε στολιστεί με εκατοντάδες λαμπιόνια σε μια εκδήλωση όπου κυρίες έπιναν τσάι και το άναμμα των λαμπιονιών σηματοδοτούσε για την κοσμικογράφο «την έναρξη της εορταστικής περιόδου». Στις επόμενες σελίδες η κοσμικογράφος είχε πάει σε ένα χριστουγεννιάτικο δείπνο όπου μάθαμε ότι «η διακόσμηση ήταν από έλατο nobilis» και στο επιδόρπιο είχαν «κρέμα με essence macadamia». Στο σημείο αυτό άρχισα να ντρέπομαι που είμαι με τις φόρμες μέσα στο ίδιο μου το σπίτι. Πως μπορούσα να διαβάζω για «κρέμα με essence macadamia» ντυμένος έτσι; Καθώς γυρνούσα τις σελίδες με τα πρόσωπα να παίρνουν αυτές τις πόζες σαν να έχεις πάθει ψύξη και την ίδια στιγμή να πρέπει να είσαι χαρούμενος έπεσα πάνω στο θέμα που με αποτελείωσε: Ένας γάμος.
Και την δεν έμαθα για αυτό το γάμο. Τα τριαντάφυλλα ήταν Ecuador (έτρεξα με τις φόρμες χωρίς να ντρέπομαι για την άγνοια μου στο google για να δω εικόνες), υπήρχε μια μεγάλη γιρλάντα από baby's breath (αυτό δεν κατάλαβα τι είναι ούτε ήθελα να μάθω) και λουλούδια πολλά λουλούδια λίλιουμ, παιώνιες, φρέζιες, ορχιδέες τι να σας λέω τώρα. Για τις μπομπονιέρες χαμός! Είχε και βελγικά κουφέτα και ναι ρε φίλε μα την Παναγία σου λέω μεταξωτό φιόγκο οργαντίνας. Το ένα κοσμικό χτύπημα μετά το άλλο. Μέχρι που ήρθε το νοκ-αουτ: Στο βασίλειο της κοσμικογράφου δεν υπάρχουν ανθοπώλες αλλά μόνο «Fleuristes».
Δυστυχώς όμως το βασίλειο έχει χτυπηθεί από την κρίση, οι πρίγκιπες του χρωστάνε στην εφορία και όλα αυτά μοιάζουν με ένα παράλληλο σύμπαν που υφίσταται μόνο στο μυαλό της. Το να κάνεις πως δεν βλέπεις δεν σε κάνει έξυπνο αλλά γραφικό.
σχόλια