Σταθμός «Αττική». 4 λεπτά πριν την άφιξη του τρένου. Η πλάτη του στον τοίχο. Τα χέρια της πάνω στο πρόσωπο του. Κινούνται πάνω-κάτω. Μέτωπο, κρόταφος, μάγουλα. Μοιάζει με έφηβη που βρήκε το αγόρι της στο λούνα πάρκ. Είναι μεσήλικες μέσα στην ζούγκλα.
Μετά, συμβαίνει κάτι. Του λέει πολύ δυνατά φράσεις όπως: «Έχουμε ο ένας τον άλλον», «Άλλοι δεν πρόκειται να το βρουν αυτό που έχουμε εμείς σε τούτη την ζωή», «Πόσο καιρό περιμέναμε για αυτό;». Έλα ντε, πόσο καιρό περιμένανε για αυτό; Η ζωή αντιγράφει τις σαπουνόπερες ή οι σαπουνόπερες την ζωή;
2 λεπτά. Το πρόσωπο του άντρα είναι κατακόκκινο. Απαντά με καταφατικά μουγκρητά στις ερωτήσεις της. Εκείνη τον πιέζει στους κροτάφους με τα δάχτυλα. Λες και υπάρχει πιθανότητα να ανοίξουν οι βαλβίδες και να χυθεί στα πλακάκια ό,τι κρύβει στο κεφάλι του. Συνεχίζει να φωνάζει ακόμα πιο δυνατά. «Δεν θα χωρίσουμε ποτέ. Αυτό που έχουμε δεν θα το χάσουμε αυτή τη φορά. Ακούς;». Σαν να ακούω στο βάθος «Cut».
1 λεπτό. Φιλιούνται. Όχι σαν τον ναύτη με την νοσοκόμα. Δεν τελείωσε ο πόλεμος
Άφιξη τρένου. Πόρτες ανοίγουν. Ξεκολλάνε. Ο άντρας μπαίνει μέσα. Οι πόρτες κλείνουν. Οι ματιές τους δεν θα διασταυρωθούν μέσα από το τζάμι. Μετά από ελάχιστα δευτερόλεπτα ο άντρας χασμουριέται. Σκέφτομαι τον Γουντι Άλεν.
σχόλια