Γύρω στην εφηβεία μου συνειδητοποίησα ότι θα γινόμουν λάτρης του ευκαιριακού και παράδοξων - για το μέσο όρο τουλάχιστον - καταστάσεων που ανυπομονούσα να ζήσω. Ένα μέρος αυτού πραγματοποιήθηκε τη διετία 1994 - 95, στα 20 μου, όταν αποφοίτησα από τη σχολή κινηματογράφου και επιχείρησα να μπω στην παραγωγή ή μάλλον στη βιομηχανία του θεάματος. Άγχος βιοπορισμού δεν είχα, με τους δικούς μου έμενα ακόμη, συνεπώς, αν συνυπολογίσεις και μία τάση διάλυσης των πάντων που με χαρακτήριζε, το μεγαλύτερο κίνητρο για να χωθώ ακριβώς στην παραγωγή ήταν η πλάκα μου. Τίποτα άλλο πέραν αυτής.
Σε εκείνο το πλαίσιο ανήκουν τα περάσματα μου από την cult εκπομπή ''Πρόσωπα'' του Seven X, βίντεο - κλιπ με τον Σταμάτη Γονίδη, ένας τραγελαφικός ''πιλότος'' με την Πέπη Τσεσμελή που κόπηκε απ' όλα τα κανάλια ως πιο κιτς κι απ' το κιτς και φυσικά κάποια ρεπορτάζ για τον...''Πρωινό Καφέ'' του ΑΝΤ1, στα οποία υποτίθεται ότι ήμουν βοηθός σκηνοθέτη. Τρέχα - γύρευε. Και εξηγούμαι:
Στο κτήριο του ΑΝΤ1 ουδέποτε πάτησα. Με ειδοποιούσε απλά ο σκηνοθέτης, καθηγητής μου από τη σχολή - καλή του ώρα -, ''αύριο έχουμε γύρισμα, να είσαι εκεί'' κλπ. Αυτό θα έγινε πέντε - έξι φορές με την κάθε φορά να είναι πιο ενδιαφέρουσα και αστεία από την προηγούμενη.
Μια μέρα ζεστή, καλοκαιρινή, είχαμε γύρισμα στην οικία της Ζωζώς Σαπουντζάκη στην Κινέτα. Φτάνουμε και βλέπουμε την οικοδέσποινα με μαγιό να έχει κάνει μόλις το μπάνιο της στη θάλασσα, να κουνάει τα χέρια της και να μας φωνάζει από μακριά: ''Ουου''.
Πλησιάζουμε. Ευγενέστατη η Ζωζώ, λαρτζ άνθρωπος που λένε, όπως βγαίνει ακόμη στην τηλεόραση και τότε ειδικά κάθε τρεις και λίγο, που την έχανες - που την έβρισκες, στον ΑΝΤ1. ''Είστε τα παιδιά του Μίνου;'' μας ρωτάει, οπότε γυρνάει ο σκηνοθέτης σε μένα και λέει μεσ' απ' τα δόντια του: ''Τι της λες τώρα, άμα υποτεθεί πως μας έχει γαμήσει τη μάνα, μάλλον παιδιά του είμαστε''! Ευτυχώς κατάλαβα γρήγορα πόσο αδιάφορη θα ήταν ακόμη μία συνέντευξη της Ζωζώς για τον ''Πρωινό Καφέ'' και ως εκ τούτου προτίμησα να πέσω στη θάλασσα, δηλαδή ούτε στο γύρισμα συμμετείχα τελικά, ούτε φυσικά είδα το αποτέλεσμα του στην τηλεόραση.
Μιαν άλλη φορά πάλι έπρεπε να βιντεοσκοπήσουμε τη συνέντευξη μίας συγγραφέως άγνωστης, εβδομηντάρας, μια δεξιούκλα με μαλλί α λα Καίτη Λαμπροπούλου, απ' αυτές που κανονικά πήγαιναν σούμπιτες για κάποιο μεταμεσονύχτιο πρόγραμμα της trash TV, ο θεός να σε φυλάει. Νομίζω ωστόσο - το λέω με κάθε επιφύλαξη - ότι η εν λόγω κυρία συγγραφέας είχε κάποια συγγένεια με τον Κυριακού του ΑΝΤ1, άρα έπρεπε να κάνουμε τουμπεκί ψιλοκομμένο και να την υποστούμε. Κι όχι μόνο αυτό, αλλά έπρεπε να τη βγάλουμε και διανοούμενη από πάνω!
Το απόγευμα, στη σουίτα του μοντάζ - τα πράγματα γίνονταν μέσα σ' ένα 24ωρο - ''πηγαίναμε'' τη συνέντευξη μπρος - πίσω μπας και βρούμε κάνα ενδιαφέρον κομμάτι. Τίποτα! Μεγαλοαστικό παραλήρημα! Ώσπου σε κάποια φάση τη ρωτάει η ρεπόρτερ για τις προτιμήσεις της σε εικαστικούς δημιουργούς. ''Α, βέβαια'' απαντούσε εκείνη ''μ' αρέσει πολύ η ζωγραφική. Αγαπώ τα έργα του Ντίρερ, του Πικάσο, του Μανέ, εκείνου όμως η τέχνη που με συναρπάζει είναι του Λεζέ''. Μάλιστα, τη φράση ''Του Λεζέ'', την πρόφερε με παχύ ζήτα, ψευδογαλλιστί, όπως η Νόρα Βαλσάμη έλεγε ''φέρε μου τη ζζζουκέτα μου'' στο αείμνηστο σήριαλ ''Η εξαφάνιση του Τζον Αυλακιώτη''. ''Αυτό είναι!'' πετάχτηκα εγώ όλο ενθουσιασμό και αμέσως πρότεινα του βαριεστημένου μοντέρ αντί να κάθεται να ψάχνει πίνακες του κυβιστή ζωγράφου προς επένδυση του λόγου της συνεντευξιαζόμενης, να ρίξει πλάνο με τη φάτσα του λαϊκού κωμικού Μάρκου Λεζέ!
''Έλα μωρέ'' εξέφρασα τη φοβερή ιδέα μου ''εφόσον δεν μας διευκρινίζει ποίου Λεζέ τη συναρπάζει η τέχνη, του Φερνάν ή του Μάρκου, ρίξ' τον δικό μας που τον έχουμε και πιο εύκαιρο''. Κάτι η προαναφερθείσα βαριεστημάρα όλων μας, κάτι το πέταγμα της σκούφιας μας για χαβαλέ, το πλάνο με τον Μάρκο Λεζέ όντως μπήκε και σαν είδαμε τη σοβαροφάνεια της συγγραφέως να πηγαίνει κατά διαόλου, αρχίσαμε να γελάμε μέχρι δακρύων!
Παλιότερα νόμιζα πως η προβολή του ρεπορτάζ, έτσι όπως το μοντάραμε, έγινε η αιτία να εκδιωχθώ από τον ''Πρωινό Καφέ''. Ο σκηνοθέτης όμως, με τον οποίο ακόμη μιλάμε στο τηλέφωνο και πιο σπάνια βρισκόμαστε, με ενημέρωσε πρόσφατα ή σωστότερα μου θύμισε πως αφενός το ρεπορτάζ δεν ήταν δυνατό να έβγαινε έτσι στον αέρα, αφετέρου η πραγματική αιτία της ''απόλυσης'' μου ήταν μια...φούντα από τσαρούχι!
Ναι, τώρα το θυμάμαι καλά! Στο τελευταίο γύρισμα που συμμετείχα ήταν ενός ρεπορτάζ για την ιστορία της φούντας στο πατροπαράδοτο τσαρούχι. Χέσε μέσα, Πολυχρόνη, που δε γίναμε ευζώνοι (κυριολεκτικά όμως)! Κοιτούσαμε με τον σκηνοθέτη το τσαρούχι, το πιάναμε από δω, το βάζαμε εκεί, το παρατηρούσαμε και λέγαμε ''Πως διάολο να σκηνοθετήσεις ένα τσαρούχι; Πως να το φωτίσεις δηλαδή; Τι θα κάνουμε τώρα, gros plan και ημιγενικό στο τσαρούχι, θα τρελαθούμε τελείως;''
Παρ' όλο το γέλιο, μιλάμε για τρελό γέλιο, δεν άντεξα και τα βρόντηξα χάμω. ''Εγώ πάω να την κάνω'' είπα του σκηνοθέτη ''και κάτσε εσύ να τραβάς τσαρούχια! Φτάνει με τη μαλακία τους''! Κάτι θέλησε να μου πει, ήπιο, συναινετικό, αλλά μετά μου βγήκε το αντικομφορμιστικό μου, του υπενθύμισα πως το προηγούμενο βράδυ διαβάζαμε παρέα Εμπειρίκο και Bukowski και άρα το να ασχολούμεθα τώρα με φούντες από τσαρούχια ισοδυναμεί με μέγιστο αδίκημα κατά της φυσιολογίας.
Αυτό ήτανε! Ξέκοψα οριστικά με την τηλεόραση και έκτοτε, για πολλά χρόνια, σνόμπαρα τρομερά όσους έβλεπα να έχουν στοιχειώδεις καλλιτεχνικές ανησυχίες και υπηρετούσαν ένα αρκετά κερδοφόρο μεν, ολότελα ανούσιο δε, καθεστώς. Τελευταία ομολογώ ότι έριξα νερό στο κρασί μου και αναγνωρίζω το μόχθο ή και το κρυμμένο όραμα ακόμη και πίσω από μία διαφήμιση ή ένα τηλεοπτικό ρεπορτάζ. Όμως σε ότι αφορά τον εαυτό μου θα πω τι καλά που ήταν και για δεκαπέντε χρόνια ακριβώς έζησα αξιοπρεπώς από τις αρθρογραφήσεις μου σε περιοδικά και εφημερίδες, γυρίζοντας ανά τριετία σχεδόν και τα ντοκιμαντέρ μου. Κανείς δεν ξέρει βέβαια το πως θα καταλήξουμε στη σουρεαλιστική χώρα που ζούμε, αλλά αυτό σίγουρα θά'ναι μια ιστορία από το μέλλον!