Η Ρούλα ξυπνούσε στο δωμάτιο του Ευαγγελισμού καταπονημένη, μισοπεθαμένη, κι ας την είχε μόλις γλιτώσει από ακόμη ένα κώμα της παραλίγο τελευταίας δόσης. Δεν περίμενε κανέναν να τρέξει κοντά της, τόσες φορές τό'χε μάθει απ' έξω το έργο: Η μάνα βαριά άρρωστη σε μια τρώγλη στη Νίκαια του Πειραιά κι εκείνη πάντα ολομόναχη, πότε με περιστασιακούς εραστές και πότε με φίλους όχι λιγότερο εξαθλιωμένους από την ίδια. Ζωή κι αυτή! Τά'χε πατήσει τα πενήντα η Ρούλα...
Τη μέρα που άνοιξε η πόρτα του θαλάμου της και μπήκε μέσα ένας νεαρός ψηλός, αδύνατος, όμορφος, με μακρυά μαλλιά και με μια κιθάρα περασμένη στον ώμο, έξω είχε ήλιο. Η Ρούλα ανασηκώθηκε, ήδη αισθανόταν καλύτερα. Του έκανε χώρο να καθίσει δίπλα της με την ελπίδα πως δεν ψάχνει άλλον και δεν θα την αφήσει.
Αυτός κάθισε πράγματι. Έμοιαζε με παγανιστή θεό των Δρυίδων, άρτι αφιχθέντας από κάποια τελετή στα δάση και τους δρυμούς. Χωρίς το παραμικρό ίχνος ερωτισμού μεταξύ τους, άρχισαν να μιλάνε. Για ποια χάπια έπαιρνε ο καθένας τους. Triptizol ο άγνωστος νεαρός, Tryptomer η Ρούλα.
Σαν έμαθε ότι είναι μουσικός, ένιωσε λιγότερο κομπλεξαρισμένη, εκείνη που δεν σπούδασε ποτέ τίποτα, αλλά αγάπησε πολύ τους τροβαδούρους. Ακόμη κι όταν της μιλούσε για το Καίμπριτζ και για περισπούδαστα βρετανικά ονόματα, που ούτε είχε ξανακούσει, έκανε υπομονή και περίμενε να πιάσει την κιθάρα και να της παίξει κάτι.
Του διηγήθηκε για το πως μπήκε στο Δαφνί κι έκατσε δυο ολόκληρα χρόνια με τα εγκεφαλικά της κύτταρα καμμένα κυριολεκτικά από ένα μόνο τριπάκι που την κέρασε ένας γκόμενος της προ 20ετίας. Ο νεαρός δεν είχε κέφι να ακούει δραματικές ιστορίες περιθωριακών τοξικομανών. Δεν είχε άλλο τρόπο να τη σταματήσει. Έπιασε την κιθάρα, έσκυψε το κεφάλι κι άρχισε να τραγουδάει λόγια μυστηριώδη, ποιητικά, απ' αυτά που ανέκαθεν άρεσαν στη Ρούλα:
...Ποτέ δεν είδα φεγγάρια να γνωρίζουν όσα κρύβει η θάλασσα
Θα μ' αγαπήσεις για τα φράγκα μου
Θα μ' αγαπήσεις για το μυαλό μου
Θα μ' αγαπήσεις μέσω των χειμώνων...
''Αυτός είναι καλός'' σκεφτόταν η Ρούλα ακούγοντας τον να της τραγουδάει με μια συστολή απερίγραπτη. Κάτι της θύμιζε το πρόσωπο του, μα δε μπορούσε να ξεχωρίσει μέσα στην τόση ευτυχία της στιγμής.
''Είσαι πάντα τόσο θλιμμένος;'' τόλμησε να τον ρωτήσει.
Ο νεαρός χαμογέλασε. ''Πάντα'' της απάντησε. Έπειτα σηκώθηκε, τράβηξε την κουρτίνα να μπει λίγο φως και άρχισε να της λέει τη δική του ιστορία για τρεις δίσκους που πρόλαβε να ολοκληρώσει σε χρόνο απροσδιόριστο, για τη νοσηλεία πέντε εβδομάδων σε νευρολογική κλινική, για τα κορίτσια που ποτέ δεν έμαθε αν τον ήλκυαν περισσότερο απ' τη φιλία των αγοριών, για ταξίδια στο εξωτερικό, ακόμη και για το θάνατο του.
Η Ρούλα σκάλωσε άσχημα! ''Πέθανα τον Νοέμβριο του 1974'' της είπε ''από ένα κοκτέιλ υπνωτικών και αντικαταθλιπτικών κι ακόμη ψάχνουν αν το ήθελα ή δεν το ήθελα να συμβεί''.
''Ποιος είσαι, μωρέ μαλάκα; Μη με φρικάρεις'' τόλμησε ξανά να τον ρωτήσει, σκεπτόμενη πως παίζει να μην είχε ξενερώσει στην καλύτερη ή και να μην είχε ξυπνήσει καν απ' το κώμα στη χειρότερη. Ακόμη κι εκείνη τη στιγμή ντρεπόταν που αυτός μιλούσε με χαμηλωμένη, αλλά καθαρή φωνή, ενώ η δική της γλώσσα πλατάγιζε σαν των πρεζονιών της Ομόνοιας.
''Είμαι ο Nick Drake'' της απάντησε ''κι εσύ με κάλεσες, τότε που με τραγούδησες σε εκείνη την παραλία της Κρήτης με τους Άγγλους και τους Ολλανδούς φίλους σου. Θα βρεθούμε πάλι, σύντομα, να χαίρεσαι γι'αυτό''.
Ξανάβαλε την κιθάρα στον ώμο, της χάιδεψε λίγο τα μαλλιά, σηκώθηκε από κοντά της κι αργά - αργά βγήκε απ' το δωμάτιο.
''Αυτός ήταν, ναι'' μονολογούσε η Ρούλα και ο νους της έτρεξε στα Σφακιά της Κρήτης το ΄79, σε μία βραδιά με αλκοόλ, soft drugs, τη ''Suzanne'' του Cohen, το ''Hey Jude'' των Beatles και ολόκληρο το ''Bryter Lyter'' του Nick Drake. Όταν η νοσοκόμα μπήκε στον θάλαμο, άρχισε να της λέει ότι μόλις την επισκέφτηκε ένας πεθαμένος καλλιτέχνης και της έπιασε την κουβέντα. Ούτε γύρισε να την κοιτάξει η νοσοκόμα. Αρκέστηκε σε ένα ξερό και άκρως ξενερωτικό ''Ηρέμησε, αύριο φεύγεις''.
Η Ρούλα ήταν υπαρκτό πρόσωπο. Όχι ακριβώς φίλη, αλλά γνωστή μου από τον Πειραιά των εφηβικών μου χρόνων. Τη χάσαμε πριν λίγους μήνες από overdose χαπιών. Στην κηδεία της, παρουσία δέκα ατόμων, φίλων της, έμαθα ότι ακούστηκε το ''Northern Sky'' του Nick Drake, κατά δική της επιθυμία. Το αγαπούσε πολύ αυτό το τραγούδι.
Και ο Nick Drake φυσικά ήταν υπαρκτό πρόσωπο. Αυτόν τον χάσαμε πριν από 39 ολόκληρα χρόνια επίσης από overdose χαπιών. Φίλος μου, παρ' όλο που γεννήθηκα τη χρονιά που πέθανε. Τον ανακάλυψα γύρω στο 1991 κι έκτοτε δεν βάζω κανέναν τραγουδοποιό πάνω απ' αυτόν. Ο Nick Drake είχε γεννηθεί στις 19 Ιουνίου του 1948 κι αν ζούσε, σήμερα θα γινόταν 65 ετών.