Η φανερή γοητεία της ομοψυχίας

Facebook Twitter
0


Κυριακή πρωί. Η Δ. βρίσκεται σε καλό ζαχαροπλαστείο των βορείων προαστίων, που μυρίζει βανίλια και περγαμόντο. Μόλις έχει επιλέξει ένα κάροτ κέικ, για να το πάει στην οικογενειακή συγκέντρωση της εξαδέλφης της, Ε. Η ιδιοκτήτρια με το ευχάριστο ύφος και την κολλαριστή ποδιά, το ζυγίζει προσεκτικά, χτυπά την τιμή και δηλώνει στη Δ.: 38 ευρώ, παρακαλώ. Η Δ. μένει κόκαλο. Κόκαλο έμεινα κι εγώ όταν μου το διηγήθηκε, μια και δεν ήμουν μπροστά στη σκηνή. Και δεν αποσβολώθηκα μόνο με την τιμή, αλλά και με το ότι η Δ. θεώρησε φυσιολογικό να μου τη σχολιάσει. Κοιτάζω τη φίλη Δ., με το ακριβό της ρολόι και τα καλοχτενισμένα της μαλλιά, την καλή δουλειά και την πάντα ‘καθώς πρέπει’ συμπεριφορά και αναρωτιέμαι αν, στα 20 χρόνια που την ξέρω, έχει ποτέ μοιραστεί μαζί μου κάτι ανάλογο. Είμαι σίγουρη πως όχι.

Σ’ αυτή τη νέα εποχή, όπου τα ψιλά έχουν γίνει δυσεύρετα και το μάτι όλων έχει αγριέψει, μια από τις πιο ενδιαφέρουσες αλλαγές στο πλαίσιο των ανθρώπινων σχέσεων είναι η απενοχοποίηση της φτώχιας, της στενότητας, της τσίμα τσίμα κατάστασης, βρε αδερφέ. «Δεν έχω λεφτά για έξω, δεν έρχεστε σπίτι για μακαρονάδα;». «Δεν πάω βόλτα στα μαγαζιά, γιατί δεν μπορώ να αγοράσω ούτε βρακί από το Ζ.». «Εννοείται κλέβω wifi από το γείτονα. 30 ευρώ το μήνα, είσαι καλά;» Και βέβαια, ας μην κοροϊδευόμαστε, δεν μιλάμε –ακόμη- για φτώχια πραγματική. Μιλάμε για στρίμωγμα, για δυσκολία, για προσεκτική κατανάλωση και σφικτό προϋπολογισμό, για νέες καταναλωτικές συνήθειες, όπως μου λέτε και θα συμφωνήσω. Όλοι το ζούμε και, επιτέλους, όλοι το συζητάμε.

Όταν ήμουν φοιτήτρια είχα περισσότερα χρήματα στο πορτοφόλι μου απ’ όσα έχω σήμερα. Αλλά, κι αν τύχαινε να μην έχω, δεν το έλεγα, το άφηνα να περάσει. Πριν από μια δεκαετία βγαίναμε για φαγητό σε υπερεκτιμημένα, υπερτιμημένα, υπερβολικά μοδάτα εστιατόρια κι ακόμη κι αν αντιλαμβανόμασταν ότι η ποιότητα του φαγητού ήταν κάτω του μετρίου, δεν μας περνούσε από το μυαλό να πούμε ή να κάνουμε κάτι. Πριν από 2-3 χρόνια ακόμη, όταν το πάρκινγκ αυτοκινήτων στου Ψυρρή, Σάββατο βράδυ, είχε φθάσει τα 15 ευρώ, δεν σταματήσαμε να παίρνουμε το αυτοκίνητο, δεν σταματήσαμε να βγαίνουμε βράδυ. Η κατάσταση έτσι ήταν. Και το αφήναμε να περάσει. Τώρα τελευταία όμως τα πράγματα έχουν αλλάξει. Και τα στόματα έχουν ανοίξει. Μοιραζόμαστε τον πόνο μας, γκρινιάζουμε, γελάμε και, κυρίως, δεν ντρεπόμαστε να συζητήσουμε γι’ αυτό. Δεν είμαστε πλέον ‘υπεράνω’, ό,τι τέλος πάντων κι αν νομίζαμε ότι σημαίνει αυτό. Με τη φίλη και συνοδοιπόρο Μ. κλαιγόμαστε πλέον ανοικτά για τον οικογενειακό προϋπολογισμό, που δεν αφήνει περιθώρια για προσωπικά έξοδα. Ο Κ. μου ανακοίνωσε περιχαρής πως κουρεύει ο ίδιος το φίλο του Δ. (και όχι μόνο με τη μηχανή, παρακαλώ), εκτοπίζοντας το κουρείο από το μπάτζετ του μήνα. Η Γ. ετοιμάζει μόνη της γλυκά και φαγητά για το πάρτι της κόρης της (και για τα πάρτι μερικών φίλων). Ο Κ. άφησε το αυτοκίνητο και παίρνει 2 συγκοινωνίες για να φθάσει κάθε πρωί στη δουλειά του. Η Ν. φτιάχνει μόνη της ψωμί. Και ο Γ., πίτσα. Κανείς δε λέει ότι το κάνει μόνο γιατί του αρέσει, γιατί του είναι εύκολο, γιατί προστατεύει το περιβάλλον ή γιατί στον ελεύθερο χρόνο του έχει χόμπι ν’ απλώνει τραχανά και ν’ ανοίγει φύλλο για πίτα. Αντίθετα, όλοι παραδέχονται ότι το κάνουν (και) για οικονομία. Χωρίς να κοκκινίζουν και χωρίς να ντρέπονται. Don’t be a fashionista, be a budgetista, όπως λέει και ένα καινούριο πονηρά σκεπτόμενο σλόγκαν, που δεν έχασε την ευκαιρία.

Όλο και περισσότεροι δανειζόμαστε, ανταλλάσσουμε, αλληλοβοηθιόμαστε. Και το κάνουμε γιατί το συζητάμε. Διστακτικά στην αρχή, υπαινικτικά ίσως. Ολοένα όμως και πιο ανοικτά. «Εσένα, η δουλειά σου επηρεάστηκε από την κρίση;», με ρώτησε μια μαμά, την ώρα που περιμέναμε τα παιδιά μας έξω από το μάθημα. Λίγο καιρό πριν μπορεί να εισέπραττα αυτή την ερώτηση ως αδιακρισία, ειδικά από έναν άνθρωπο που δεν ήξερα ούτε το όνομά του. Τώρα πάντως την εξέλαβα ως ψιλοκουβέντα με ουσία, με ανοικτά χαρτιά, ως έκφραση αμοιβαίας συμπάθειας και κοινού προβληματισμού. Μια μικρή συνομωσία, ενάντια σε όλα όσα μας ζορίζουν, ένα αχνό τείχος συμπαράστασης απέναντι στις «οι Έλληνες πρέπει να χαμηλώσουν το βιοτικό τους επίπεδο» δηλώσεις, μια συζήτηση φυσιολογικών ανθρώπων με ίδια προβλήματα, σε μια εποχή ασαφειών και χοντράδας, σε μια μέρα δύσκολη.

0

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

«Μετά την πανδημία του κορωνοϊού, η ανισότητα θα αυξηθεί»

Σωτήρης Ντάλης / «Μετά την πανδημία του κορωνοϊού, η ανισότητα θα αυξηθεί»

Ο αναπληρωτής καθηγητής στο Τμήμα Μεσογειακών Σπουδών του Πανεπιστημίου Αιγαίου και επικεφαλής της Μονάδας Έρευνας για την Ευρωπαϊκή και Διεθνή Πολιτική σχολιάζει τον αντίκτυπο της πανδημίας και της εκλογής Μπάιντεν στην Ευρώπη.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
«Επί Τραμπ οι μειοψηφίες κατέστησαν πλειοψηφίες»

Σωτήριος Σέρμπος / «Επί Τραμπ οι μειοψηφίες κατέστησαν πλειοψηφίες»

Τι σηματοδοτεί η εποχή Μπάιντεν και τι αφήνει πίσω του ο απερχόμενος Πρόεδρος; Απαντά στη LiFO ο Σωτήριος Σέρμπος, αναπληρωτής καθηγητής Διεθνούς Πολιτικής στο Δημοκρίτειο Παν/μιο Θράκης και Ερευνητής στο ΕΛΙΑΜΕΠ.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
Θεοκλής Ζαούτης: «Είναι αρκετά πιθανόν να έχουμε τρίτο κύμα πανδημίας»

Ελλάδα / Θεοκλής Ζαούτης: «Είναι αρκετά πιθανόν να έχουμε τρίτο κύμα πανδημίας»

Ο καθηγητής Παιδιατρικής και Επιδημιολογίας στο Πανεπιστήμιο της Πενσιλβάνια και μέλος της Επιτροπής των Λοιμωξιολόγων του υπουργείου Υγείας μιλά για τα τελευταία δεδομένα της πανδημίας.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
Ο γυμνός βασιλιάς, το Καπιτώλιο και η επόμενη μέρα

Νικόλας Σεβαστάκης / Ο γυμνός βασιλιάς, το Καπιτώλιο και η επόμενη μέρα

Ο Ντόναλντ Τραμπ δεν είναι ένας Γουίλι Σταρκ της εποχής μας. Υπάρχει κάτι σημαντικό που χωρίζει τη λαϊκιστική φαντασία των χρόνων του Μεσοπολέμου –όπως την αναπλάθει το μυθιστόρημα του Γουόρεν– από τα πλήθη που είδαμε να βγαίνουν από τα μεσαιωνικά σπήλαια των social media για να ορμήσουν προς το Καπιτώλιο.
ΝΙΚΟΛΑΣ ΣΕΒΑΣΤΑΚΗΣ
Ευάγγελος Μανωλόπουλος: «Να μάθουμε να ζούμε με τις μάσκες, γιατί θα αργήσουμε να τις βγάλουμε»

Ελλάδα / Ευάγγελος Μανωλόπουλος: «Να μάθουμε να ζούμε με τις μάσκες, γιατί θα αργήσουμε να τις βγάλουμε»

Ο καθηγητής Φαρμακολογίας, Φαρμακογονιδιωματικής και Ιατρικής Ακριβείας στο Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο Θράκης και πρόεδρος της Ελληνικής Εταιρείας Φαρμακολογίας, Ευάγγελος Μανωλόπουλος, μιλά στη LiFO για τα εμβόλια και τις φαρμακευτικές αγωγές που εξετάζονται. Απαντά για το δεύτερο κύμα της πανδημίας, εξηγεί ποια είναι η αλήθεια για τις ΜΕΘ, πότε θα αποχωριστούμε τις μάσκες αλλά και πότε προβλέπεται η επάνοδος στην κανονικότητα.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
Γιατί η ασφάλεια του εμβολίου είναι υψηλού βαθμού; Ο καθηγητής της Οξφόρδης Πέτρος Λιγοξυγκάκης εξηγεί

Τech & Science / Γιατί η ασφάλεια του εμβολίου είναι υψηλού βαθμού; Ο καθηγητής της Οξφόρδης Πέτρος Λιγοξυγκάκης εξηγεί

Τι θα σημάνει η γενική χρήση των εμβολίων; Θα εφαρμοστούν νέοι κανόνες σχετικά με τον εμβολιασμό; Πότε προσδιορίζεται η έναρξή του; Και τι γίνεται με τους αρνητές;
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
Η ενδοχώρα της άρνησης και το εμβόλιο

Νικόλας Σεβαστάκης / Η ενδοχώρα της άρνησης και το εμβόλιο

Η όποια στρατηγική για τον εμβολιασμό χρειάζεται να είναι σκληρή με τον νεοφασισμό των fake news και της ωμής παραπλάνησης. Την ίδια στιγμή, όμως, πρέπει να εντάξει τις ανησυχίες, τις αντιρρήσεις και τις δεύτερες σκέψεις πολλών ανθρώπων.
ΝΙΚΟΛΑΣ ΣΕΒΑΣΤΑΚΗΣ
Ευάγγελος Καϊμακάμης: «Έχουν πεθάνει πολλοί σαραντάρηδες στα χέρια μας χωρίς προβλήματα υγείας»

Ελλάδα / Ευάγγελος Καϊμακάμης: «Έχουν πεθάνει πολλοί σαραντάρηδες στα χέρια μας χωρίς προβλήματα υγείας»

Ο πνευμονολόγος-εντατικολόγος στο νοσοκομείο Παπανικολάου μιλά για την κατάσταση που επικρατεί σήμερα στις ΜΕΘ και τις μελλοντικές ανησυχίες του σχετικά με την πανδημία.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
Θεόδωρος Βασιλακόπουλος: «Ακόμη κι αν είχαμε 10.000 κλίνες ΜΕΘ, αν γέμιζαν όλες, θα θρηνούσαμε 4.000 θανάτους»

Ελλάδα / Θεόδωρος Βασιλακόπουλος: «Ακόμη κι αν είχαμε 10.000 κλίνες ΜΕΘ, αν γέμιζαν όλες, θα θρηνούσαμε 4.000 θανάτους»

Ο καθηγητής Πνευμονολογίας-Εντατικής Θεραπείας της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών σχολιάζει όλες τις τελευταίες εξελίξεις στο μέτωπο της πανδημίας.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ