«Μικρή έκανα μπαλέτο, ζωγράφιζα –ο μπαμπάς μου είναι ζωγράφος αλλά είχα μια τρέλα με τη μουσική, άρχιζα να παίζω μόνη μου αρμόνιο. Και έτσι αποφασίσαμε με τους γονείς μου να γραφτώ μουσική στο Δημοτικό Ωδείο της Πάτρας και τελικά ξεκίνησα κιθάρα παράλληλα με το σχολείο. Ένας άλλος κόσμος πιο όμορφος, πιο μελωδικός παρουσιάστηκε μπροστά μου».
«Πήγα στο μουσικό γυμνάσιο της πόλης, καθηγητές και φίλοι μου πρότειναν το 1998 να μπω στην "Ορχήστρα Νυκτών Εγχόρδων Θανάσης Τσιπινάκης". Και στα 15 μου ξεκινάω να κάνω συναυλίες με μια σπουδαία ορχήστρα».
«Ένα από τα τραγούδια που με έχει κάνει να βάλω πολλές φορές τα κλάματα είναι "Τις Θάλασσες σταμάτα" από το δίσκο με τίτλο "Χελιδόνια της βροχής" που συμμετείχε η "Ορχήστρα Νυκτών Εγχόρδων" σε στίχους Διονύση Καρατζά και μουσική Γιώργου Ανδρέου».
«Αν και η μαμά μου δασκάλα, στο σχολείο ήμουν μέτρια μαθήτρια και όσο περνούσαν τα χρόνια έπεφτε η απόδοσή μου. Δεν πολυδιάβαζα διότι ήξερα ότι θα γίνω μουσικός. Όλη μέρα έπαιζα και άκουγα μουσική».
-Πώς μπήκαν τα ναρκωτικά στη ζωή σου;
«Στα 20 μου και ενώ συνέχιζα τις σπουδές μου στη μουσική και έκανα μαθήματα κιθάρας σε παιδιά και συναυλίες με την "Ορχήστρα" δημιούργησα μια σχέση. Ήμουν πολύ εξαρτημένη απ' αυτόν τον άνθρωπο. Όταν τα πρωτoφτιάξαμε κατάλαβα ότι ήταν χρηστής ναρκωτικών ουσιών χωρίς δυστυχώς να το γνωρίζω νωρίτερα. Στο μεταξύ τον ζήλευα πολύ. Με παράταγε συνεχώς για να συναντήσει φίλους του για να κάνουν χρήση και εγώ πίστευα ότι είχε βρει άλλη».
«Ήθελα να είμαι συνέχεια μαζί του, είχα κολλήσει εντελώς και άφηνα σε δεύτερη μοίρα το πρόγραμμα μου, οι γονείς το καταλάβαιναν και μου φώναζαν. Γενικά πάντα η μητέρα μου ήταν από πίσω μου: "Είσαι η κόρη της δασκάλας και του ζωγράφου, τι θα πει ο κόσμος;" μου έλεγε. Με την μικρότερη αδερφή μου δεν είχα ποτέ σχέσεις ενώ οι καλύτεροι φίλοι είχαν φύγει την περίοδο εκείνη από την πόλη».
«Γενικότερα οι γονείς μου προσπαθούσαν να έρθουν κοντά μου και εγώ ήμουν απόμακρη. Η μάμα μου ήταν πολύ πιεστική. Η κόρη της δασκάλας πρέπει να είναι καλή μαθήτρια, πρέπει να διαβάζει, πρέπει... Μού έβαζε πάντα ένα πρέπει. Φώναζε, τσακωνόμασταν, εγώ πάντα αντιδρούσα».
«Με το που τα φτιάξαμε αποφάσισα να μένω κάποιες μέρες μαζί του. Στην αρχή μου έλεγε να κάνω χασίς. Δεν μου άρεσε καθόλου. Τον είχα ρωτήσει, θυμάμαι, αν θα εξαρτηθώ από το χασίς και μου είχε πει όχι. Στην πορεία μου έδωσε μια άλλη ουσία που και πάλι μου είπε ότι δεν πρόκειται να εξαρτηθώ. Εγώ πραγματικά δεν είχα ιδέα για τα ναρκωτικά. Δεν είχα δοκιμάσει ποτέ. Έπειτα κατάλαβα ότι μου είχε δώσει ηρωίνη. Τόσα χρόνια πίστευα ότι η ηρωίνη γίνεται με τη σύριγγα, αυτό ήξερα. Και το λέω σε πολύ κόσμο και όλοι ταράζονται όταν τους λέω ότι η ηρωίνη εισπνέεται και από τη μύτη».
«Ενώ οι περισσότεροι χρήστες ξεκινούν με χασίς, χάπια, κοκαΐνη και μετά ηρωίνη, εγώ ξεκίνησα με ηρωίνη και μάλιστα χωρίς να γνωρίζω ότι παίρνω ηρωίνη. Kαι άρχισα να παραμυθιάζομαι. Έλεγα στον εαυτό μου "και δύο και τρεις και τέσσερις φορές την εβδομάδα να κάνω, δε θα πάθω τίποτα". Όλο αυτό έγινε ανεξέλεγκτο, έφτασα στο σημείο να κάνω χρήση κάθε μέρα, κάθε ώρα. Και μετά άρχισαν τα προβλήματα».
«Άρχισα να μην μπορώ να κοιμηθώ, να πονάω, να θέλω να πάρω ναρκωτικά για να βγω έξω. Ένιωθα ασφάλεια μόνο όταν έκανα χρήση. Και όλο αυτό προσπαθούσα να το κρύψω από την οικογένεια μου. Για το λόγο αυτό ντυνόμουν όμορφα, βαφόμουν και προσπαθούσα να περιποιηθώ τον εαυτό μου».
-Δούλευες παράλληλα;
«Μετά τους δύο πρώτους μήνες στη χρήση, σταμάτησα. Δεν μπορούσα και δεν ήθελα να κάνω μουσική ενώ έπαιρνα ναρκωτικά. Ιεροσυλία».
-Χρήματα που έβρισκες;
«Οι γονείς μου μού έδιναν χρήματα χωρίς να ξέρουν τι τα κάνω».
-Πότε μαθαίνεις ότι αυτό που κάνεις είναι ηρωίνη;
«Όσο και να ακούγεται περίεργο, δεν το γνώριζα. Ξέρω θα με πείτε ηλιθία, αλλά πραγματικά δεν ήξερα. Μετά από 2 μήνες χρήσης με βρίσκει ένας φίλος του αγοριού μου, χρήστης και αυτός και μου λέει να τον παρατήσω διότι είναι πρεζάκιας και αυτό που μου δίνει είναι πρέζα. Εγώ άρχιζα να φωνάζω και αυτός επέμενε ώσπου μου έδειξε και μου λέει "σου δίνει αυτό;" Και έμεινα σύξυλη».
-Ποσό χρόνων ήσουν τότε;
«21».
-Και 21 χρονών δεν είχες καταλάβει ότι έπαιρνες ηρωίνη εδώ και δύο μήνες;
«Πίστευα ότι ήταν κάτι απαγορευμένο, ήξερα ότι δεν είναι καλό για τον οργανισμό, το καταλάβαινα αυτό. Θεωρούσα ότι αφού δεν έπαθα τίποτα από το χασίς, δεν θα πάθω τίποτα και από αυτό –απλώς αυτό μου άρεσε ενώ το χασίς όχι. Και αυτός όλο μου έλεγε ότι δεν θα εξαρτηθώ. Τον εμπιστευόμουν, ήταν ο μεγάλος μου έρωτας ... Μόλις έμαθα ότι μου δίνει ηρωίνη, πήγα τον βρήκα, τσακωθήκαμε άγρια, παραδέχτηκε ότι είναι ηρωίνη και μου ζήτησε να φύγω από τη ζωή του. Εγώ όμως δεν ήθελα να τον αφήσω. Του έλεγα "για σένα μπορώ να πεθάνω", "δε με νοιάζει τίποτα, μαζί θα τα σταματήσουμε όλα". Τελικά δεν τα σταματήσαμε. Ήταν επιλογή μου να μη σταματήσω και η ευθύνη όλη δική μου».
«Νόμιζα ότι αυτός ο άνθρωπος με αγαπούσε περισσότερο απ' όλους και νόμιζα ότι και εγώ τον αγαπούσα περισσότερο απ όλους. Πίστευα ότι κάποια στιγμή θα τα κόψουμε μαζί αλλά δε γινόταν. Και κάνω τη μια τρέλα μετά την άλλη και καταλαβαίνω ότι θέλω να παίρνω ναρκωτικά μαζί του. Ένιωθα ελεύθερη, ήρεμη και χαρούμενη. Χωρίς να έχω τίποτα ένιωθα ότι τα είχα όλα. Αυτό είναι μια μεγάλη ψευδαίσθηση που στην αρχή κρατάει αρκετά, αλλά όσο ο καιρός περνούσε κρατούσε πολύ λίγο και το μόνο που σκεφτόμουν ήταν πότε θα ξαναπιώ για να είμαι καλά. Ουσιαστικά στο τέλος δεν σε κρατάει, παίρνεις απλώς για να συντηρηθείς».
-Έφτασες στο στάδιο που όλα ορίζονται από τα ναρκωτικά;
«Απλώς το άγγιξα. Η μόνη σκέψη ήταν να πιω με κάθε τρόπο γι' αυτό, πιάτσα δεν έκανα ποτέ».
-Έκανες μόνο ηρωίνη κατά τα διάρκεια της χρήσης;
«Εκανα ηρωίνη και κοκαΐνη άλλες ουσίες και χάπια».
-Οι δικοί σου πότε και πως το έμαθαν;
«Συνεχίζω και πίνω ηρωίνη και το λέω στην αδερφή μου –ήταν 16 χρονών τότε. Της το είπα για να με καλύπτει αλλά και γιατί ήθελα να το πω κάπου, έσκαγα μέσα μου. Η αδερφή μου το είπε στη μητέρα μου, η όποια δεν είχε καταλάβει τίποτα. Στη φάση αυτή τα είχα παρατήσει όλα. Δεν πήγαινα ούτε στην "Ορχήστρα", ούτε πουθενά».
«Όταν το έμαθαν οι γονείς μου και έγινε χαμός. Και ξύλο. Και φωνές. Δεν μπόρεσαν να χωρέσουν στο μυαλό τους πώς η κόρη τους είχε μπλέξει. Δεν ήξεραν πως θα με κάνουν καλά αλλά και τι θα πουν στον κόσμο. Τους κατανοώ. Και εγώ αν είχα ένα παιδί που έμπλεκε, δεν θα ήξερα τι να κάνω».
«Αποφασίζω να εξαφανιστώ εντελώς από την οικογένεια μου, δεν σηκώνω κινητά. Αποφασίσουμε να νοικιάζουμε αλλού σπίτι μ' αυτόν και άρχισαν τα δύσκολα διότι σταμάτησαν τα δικά μου χρήματα. Αυτός έβγαζε έβγαζε λεφτά, διότι δούλευε, έκανε και εμπόριο και όλη μέρα πίναμε. Δεν είχα τίποτα να κάνω όλη μέρα, μόνο έπινα».
«Τους γονείς μου δεν είχα την αντοχή να τους αντιμετωπίσω. Στην "Ορχήστρα Νυκτών Εγχόρδων" το είχαν μάθει και ο μαέστρος μας Θανάσης Τσιπινάκης προσπαθούσε να βοηθήσει τη μάνα μου ν' απευθυνθεί σε πρόγραμμα απεξάρτησης και να ενημερωθεί. Όσες φορές μ' έπαιρνε τηλέφωνο η μάνα μου και το σήκωνα, με παρακαλούσε να πάω σε πρόγραμμα. Εγώ δεν άκουγα τίποτα και της έλεγα "είμαι καλά" και τελείωνε η υπόθεση. Δεν θεωρούσα ότι υπάρχει εθισμός. Θεωρούσα επειδή έχω αυτό τον άνθρωπο στη ζωή μου, θα είμαι πάντα καλά».
-Οι παρέες σου ήταν πια χρήστες;
«Όχι δεν τους ήθελα. Θεωρούσα ότι δεν είμαι σαν αυτούς. Θυμάμαι μια φορά είχα πάει μαζί του στην Ομόνοια στην Αθήνα και έβλεπα τους άλλους χρήστες και ένιωθα φρίκη και υποτίμηση. Ρατσισμό μεγάλο ενώ και εγώ ήμουν μια από αυτούς. Τον εαυτό μου τον είχα πολύ πιο πάνω από τους άλλους χρήστες. Δεν μπορούσα να δω και να καταλάβω ποια ήμουν. Κανένα ίχνος αυτογνωσίας».
-Και πώς τελικά αποφασίζεις να μπεις σε πρόγραμμα;
«Κάποια στιγμή, γυρίζω σπίτι, βάφομαι, χτενίζομαι και πάω στους γονείς μου λέγοντας ότι δεν θα ξαναπάρω ναρκωτικά, ενώ πάνω μου είχα πολλά... Με ψιλοπίστεψαν, προσπαθούσαν να με πάρουν με το καλό. Εγώ, βεβαία, συνέχιζα να κάνω χρήση, έβγαινα και με τον άλλον... Μετά από λίγο καιρό κατάλαβαν ότι τους κοροϊδεύω και με κλείδωσαν στο σπίτι ωστε να μην τον συναντήσω και να μην έρθω σ' επαφή με τα ναρκωτικά. Μου τελειώνουν όσα είχα πάνω μου. Και αρχίζω να πονάω, να κρυώνω, έχω πολλά νεύρα, να μην μπορώ να ηρεμήσω. Μπαίνω στο μπάνιο και σκέφτομαι ότι κάπως πρέπει να φύγω. Δεν άντεχα. Η μόνη λύση ήταν ο φωταγωγός. Εκείνη τη στιγμή που είπα ότι θα "κατέβω", δεν είχα τον έλεγχο του εαυτού μου. Nα φύγω ήθελα για να πάω να πιω, όχι να αυτοκτονήσω. Ήμουν σε πολύ άσχημη φάση και δεν τα πήγαινα καλά με τα στερητικά. Είχα και μια αίσθηση ότι μπορεί να πεθάνω αλλά δεν μ' ένοιαζε έτσι και αλλιώς εκείνη τη στιγμή τα είχα χάσει όλα. Πήρα το ρίσκο. Έπεσα με τη μια από κάτω, από τον πέμπτο όροφο κατευθείαν κάτω. Έπεσα και δεν μπορούσα να σηκωθώ, να κουνηθώ, να φωνάξω, ήμουν στα γόνατα και κουνούσα μόνο τα χέρια. Προσπαθούσα να βγω κάπως αλλά ήταν σκοτάδι, τίποτα δεν έβλεπα. Μια μαυρίλα. Χτύπησα παντού. Ασθενοφόρα, πυροσβεστική, αστυνομία. Προσπαθούσαν να με τραβήξουν από τα χέρια και εγώ δεν μπορούσα να τα σηκώσω, δεν είχα δύναμη να πατήσω τα πόδια μου. Με έβαλαν με τα χίλια ζόρια σ' ένα ασθενοφόρο, μου έδωσαν ηρεμιστικά και ηρέμησα».
«Πήγα στο νοσοκομείο και όλοι πίστευαν ότι τα πράγματα ήταν πολύ σοβαρά. Κάνω εξετάσεις και είχα τρία κατάγματα σε αυχένα, μέση, θώρακα και όλοι φώναζαν ότι έγινε θαύμα που δεν πέθανα. Ήμουν τυχερή. Στο νοσοκομείο συνάντησα και μια ψυχολόγο και μιλούσα μαζί της, ηρέμησα πολύ... Τότε κατάλαβα ότι για να επικοινωνήσω με τους άλλους και να νιώσω ελεύθερη, δεν χρειάζεται να έχω πιει. Ήταν μια συνειδητοποίηση, το θαύμα που μ' έκανε να καταλάβω ότι πρέπει να μείνω στη ζωή. Εκείνο το βράδυ και είπα στους γονείς μου ότι θα γραφτώ στον ΟΚΑΝΑ».
«Και έκανα την πρώτη συνάντηση στο Δίκτυο Θεραπευτικών Υπηρεσιών "Γέφυρα" του ΟΚΑΝΑ. Στην αρχή του προγράμματος, τα σκεφτόμουν όλα. Γενικά ένα μπέρδεμα μέσα στο μυαλό μου. Έβλεπα, όμως ότι μπορώ ν' ανταπεξέλθω. Αλλάξαμε και σπίτι και άρχισα να μιλάω με την αδερφή μου και με τους γονείς μου και εννοείται κόβω κάθε επαφή μ' αυτόν και τη χρήση. Με τη βοήθεια των θεραπευτών, άρχισε ν' αναπτύσσεται αγάπη μεταξύ της οικογένειας μου και μένα– προσπαθήσαμε όλοι γι' αυτό. Άρχισα να νιώθω αυτό που δεν ένιωθα τόσα χρόνια και ίσως να μην ήθελα να αισθανθώ εγώ η ίδια. Αρχίσαμε να δενόμαστε και αυτό είναι σπουδαίο».
«Το πρόγραμμα στον ΟΚΑΝΑ έχει δύσκολες στιγμές που μπορεί να σε φέρουν στο αμήν και να λες "Παναγία μου, τι κάνω τώρα". Όλη σου η ζωή γίνεται το πρόγραμμα. Αλλάζεις. Αρκετές φορές πήγα να παρατήσω το πρόγραμμα, η πίεση είναι μεγάλη, σκέψου ότι αλλάζεις σαν άνθρωπος, εκεί που είσαι πνιγμένος στα ναρκωτικά και στο ψέμα προσπαθείς να αλλάξεις».
«Το πιο δύσκολο κομμάτι του προγράμματος ήταν που εγώ ήθελα κατ' ευθείαν να ενταχθώ στη ζωή και να κάνω το προσωπικό μου πρόγραμμα. Για παράδειγμα ήθελα από την αρχή να πάω ξανά στην "Ορχήστρα Νυκτών Εγχόρδων" και να βρω τους φίλους μου από την "Ορχήστρα" που με περίμεναν. Οι θεραπευτές μου μού έλεγαν ότι όλα θα γίνουν στην ώρα τους. Και έτσι ήταν».
-Τα μέλη του Δικτύου Θεραπευτικών Υπηρεσιών «ΓΕΦΥΡΑ» του ΟΚΑΝΑ κάθε χρόνο κολυμπούν από το Αντίρριο στο Ρίο, γιορτάζοντας μ' αυτό τον τρόπο την Παγκόσμια Μέρα κατά των Ναρκωτικών. Έχεις κολυμπήσει ποτέ;
«Ναι κολυμπάω κάθε χρόνο και θα κολυμπάω όσα χρόνια θα μπορώ. Συγκλονιστική εμπειρία».
Διάβασε εδώ το ρεπορτάζ για το διάπλου των μελών της «ΓΕΦΥΡΑ» του ΟΚΑΝΑ
-Πώς ήταν όταν επέστρεψες στην "Ορχήστρα Νυκτών Εγχόρδων";
«Μέτα από ένα χρόνο και κάτι, επέστρεψα στην "Ορχήστρα" και κατ' ευθείαν πήγα στο γραφείο του μαέστρου και καλλιτεχνικού διευθυντή της "Ορχήστρας" κ. Θανάση Τσιπινάκη και μου είπε: "Ρε μαλάκα, το ήξερα ότι θα τα καταφέρεις" και μου έκανε μια πολύ ζεστή αγκαλιά. Πολύ αγάπη. Μεγάλη αγάπη. Και μέσα σε συγκεκριμένο πλαίσιο κα με προσοχή μπήκα σιγά –σιγά πάλι στην "Ορχήστρα". Δυστυχώς, ο Θανάσης Τσιπινάκης έφυγε ο από τη ζωή το Νοέμβριο του 2012 και δεν κατάφερε να έρθει στην αποφοίτησή μου από το πρόγραμμα. Σκέφτομαι όλες τις στιγμές μαζί του και με πιάνει νοσταλγία, μια θλίψη. Αυτός ο άνθρωπος ήταν σα δεύτερος πατέρας μου».
-Ήταν δύσκολο να βρεις δουλειά καθώς τέλειωνες το πρόγραμμα;
«Έτρεξα πολύ. Είχα πολύ στο μυαλό μου ότι είμαι πρώην χρήστρια και θα ταλαιπωρηθώ για να βρω. Ευτυχώς δεν αντιμετώπισα τέτοιο θέμα, ο πρώτος εργοδότης με πήρε πολύ αγάπη, ήξερε για μένα και με είχε σα παιδί του... Γενικά δεν αντιμετώπισα ρατσισμό στο θέμα εργασίας».
«Όταν λέω σε φίλους μου ότι υπήρξα εξαρτημένη στα ναρκωτικά, όλοι ψάχνουν να βρουν πάνω μου τα σημάδια της χρήσης και δεν βλέπουν τίποτα. Ξαφνιάζονται και νομίζουν ότι τους κοροϊδεύω. Τα σημάδια της χρήσης είναι μόνο στη ψύχη μου αλλά και αυτά τα έχω αφήσει πίσω μου εδώ και χρόνια».
-Τι θα έλεγες σ' ένα παιδί που κάνει χρήση ναρκωτικών;
«Όλα μπορούμε να τ' αλλάξουμε μόνο αν το θέλουμε πραγματικά, ότι για να τα καταφέρει να απεξαρτηθεί κάποιος, αυτό που θα βοηθήσει είναι να απευθυνθεί σε κάποιο πρόγραμμα, στεγνό κατά την άποψη μου και την προσωπική μου εμπειρία».
-Αν συναντούσες την τότε σχέση σου που κάνατε μαζί χρήση, τι θα του έλεγες;
«Καταρχήν δε θα του μιλούσα. Δεν υπάρχει λόγος πια... Όταν δυο άνθρωποι κάνουν μαζί χρήση, η σχέση είναι πια η επαφή με τη χρήση και όχι με τον άνθρωπο. Όποτε δεν μας ένωνε τίποτε ουσιώδες. Παρόλα αυτά μετά από αρκετά χρόνια και αφού πια τα είχα βρει με τον εαυτό μου, κατάφερα να συγχωρέσω αυτόν τον άνθρωπο, εμένα και ό,τι άλλο είχε σχέση με τη χρήση. Έτσι και αλλιώς για να ξεφύγεις από αυτό που σε τυραννάει πρέπει να το συγχωρέσεις. Μέσα μου απλά ξέρω ότι με έβλεπε με τα μάτια ενός χρηστή και τίποτε άλλο. Μέσα απ το μαρτύριο της χρήσης το μόνο που έχω να πω είναι μακάρι να είναι καλά ή να γίνει καλά».
-Το καλοκαίρι που μας πέρασε συμμετείχες ως μουσικός με το Δημοτικό Περιφερειακό Θέατρο Πάτρας και την Ορχήστρα Νυκτών Εγχόρδων "Θανάσης Τσιπινάκης" στις «Τρωάδες» του Ευριπίδη στην Επιδαύρο; Πώς ήταν η εμπειρία;
«Δεν είναι λίγο να παίζεις στην Επίδαυρο. Δέος. Και όπου αλλού, όπως στο Ηρώδειο. Και ακόμα και όταν είμαι εκεί πάνω στη σκηνή, την ώρα της συναυλίας ή παράστασης, πολλές φορές περνάει απ το μυαλό μου που ήμουν, τι έκανα και πως είμαι ή που είμαι τώρα και ανατριχιάζω».
____________
Φωτογραφίες: Λάμπρος Αραπάκος και από το αρχείο της Γαβριέλας
σχόλια