ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΕΙΣ

ΒΓΑΛΕ ΑΠΟ ΜΕΣΑ ΣΟΥ Ο,ΤΙ ΚΡΥΒΕΙΣ Ή ΦΟΒΑΣΑΙ ΝΑ ΠΑΡΑΔΕΧΤΕΙΣ.
 
 

Όλοι έχουμε πράγματα που θέλουμε να τα βγάλουμε από μέσα μας. Αλλά διστάζουμε να τα παραδεχτούμε ακόμα και στους πιο κοντινούς μας ανθρώπους. Όμως, αμαρτία εξομολογημένη, αμαρτία δεν είναι...

ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΕΙΣ ΚΑΙ ΣΧΟΛΙΑ ΠΟΥ ΑΦΟΡΟΥΝ ΣΕ ΙΑΤΡΙΚΑ ΘΕΜΑΤΑ Ή ΕΙΝΑΙ ΕΚΤΟΣ ΤΟΥ ΠΛΑΙΣΙΟΥ ΤΗΣ ΣΤΗΛΗΣ ΔΕΝ ΕΓΚΡΙΝΟΝΤΑΙ
ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΟΥ
26.9.2015 | 14:20

όταν εσύ έχεις τα μάτια σου κλειστά δίπλα μου

Κοίτα που βρέχει πάλι. Μύρισε την υγρασία, δες τις στάλες στο παράθυρο. Θυμήσου τις βροχερές μέρες που κλεινόμασταν στο σπίτι και ακούγαμε τα κούτσουρα να σκάνε στο τζάκι. Που ρίχναμε κλεφτές ματιές ο ένας στον άλλον γιατί απλά απολαμβάναμε μαζί τη μοναξιά. Τι ωραία που ήταν. Που η ζέστη μας έλιωνε το πρόσωπο, μας έκανε να κλείνουμε τα μάτια και να ταξιδεύουμε μαζί και μόνοι. Όποτε βρέχει θυμάμαι και τη γέφυρα σε μια μικρή πόλη της Γαλλίας. Βράδυ, περπάταγα μόνος. Έπρεπε να διασχίσω κάποια χιλιόμετρα και έκανε κρύο. Το τσουχτερό κρύο που μερικές φορές νιώθεις ότι σου αγγίζει τα κόκαλα. Βέβαια με το περπάτημα ζεσταινόμουν λίγο και μ άρεσε η απόλυτη ηρεμία στο δρόμο. Ήταν λίγο μετά τα μεσάνυχτα και το μόνο που άκουγες ήταν το ποτάμι. Έπρεπε να διασχίσω αυτή τη γέφυρα, τη σκοτεινή, την όμορφη για να φτάσω στον προορισμό μου. Κούνα λίγο τη φωτιά, να θα πετάξω και τη χαρτοπετσέτα. Μ αρέσει να πετάω διάφορα στα ξύλα και να βλέπω τη φωτιά να τα εξαϋλώνει. Είναι τόσο έντονη η δύναμη της φλόγας που αν την παρατηρείς για ώρα μπορεί να σε κάνει να θες να βουτήξεις με φόρα μέσα της. Είχα τα χέρια στις τσέπες και που και που τα έβγαζα για να κάνω ένα τσιγάρο. Δεν σταμάτησα ούτε λεπτό το περπάτημα. Ήταν αργό, ρυθμικό, σχεδόν απολαυστικό. Σταμάτησα μόνο στη γέφυρα, να δω για λίγο το ποτάμι.Ήταν ορμητικό και φοβιστικό, αλλά εμένα μου άρεσε. Δεν ξέρω πώς αλλά το σκοτάδι έχει ένα μαγικό τρόπο να τα κάνει όλα γοητευτικά. Σταμάτησα για να δω το ποτάμι. Εκεί έκανα τσιγάρο, πάλι. Ήθελα να αφοσιωθώ στις σκέψεις μου και να θαυμάσω το σκοτεινό τοπίο.Στις όχθες, δεξιά κι αριστερά είχε σειρές από δένδρα που είχαν πετάξει τα φύλλα τους. Εγώ τα έβλεπα από ψηλά και τα γυμνά κλαδιά τους μέσα στη νύχτα έπαιζαν περίεργα με τις εικόνες που δημιουργούσαν. Γυμνά, σχεδόν ξερά κλαδιά που κινούνταν νωχελικά με τον αέρα. Αυτό το παιχνίδισμα ντυνόταν με τον ήχο του νερού και την εκκωφαντική ησυχία της πόλης. Πάω να φέρω ξύλα, έπεσε η φωτιά. Θα φέρω και θα τα τοποθετήσω το ένα πάνω στο άλλο, σαν πυραμίδα. Έτσι καίγονται καλύτερα. Εκεί στην καμπύλη της γέφυρας κοιτώντας το ποτάμι, ένιωσα μόνος, γυμνός και για δευτερόλεπτα απροστάτευτος. Μ άρεσε όμως και ένα ανεπαίσθητο χαμόγελο κινητοποίησε τα χείλη μου. Όποτε ακούω και νιώθω τη βροχή ασυναίσθητα αυτό το χαμόγελο ξανάρχεται. Δεν ξέρω γιατί, δεν ξέρω πώς. Το ποτάμι, το τζάκι και η μοναξιά που μαζί την βιώναμε ωραία. Ναι, αυτό ακριβώς. Μερικές φορές στη φαντασία μου παίρνω στη χούφτα το ποτάμι, σηκώνομαι και το πετάω με δύναμη στη φωτιά. Έτσι τη σβήνω να ξέρεις όταν εσύ έχεις τα μάτια σου κλειστά δίπλα μου. tesla32
3
 
 
 
 
σχόλια
Scroll to top icon