Το 1902, όταν ο πρόεδρος της Βενεζουέλας Σιπριάνο Κάστρο αρνήθηκε να πληρώσει το εθνικό χρέος, οι πολεμικοί στόλοι της Μεγάλης Βρετανίας, της Ιταλίας και της Γερμανίας προχώρησαν σε ναυτικό αποκλεισμό της χώρας, ζητώντας πίσω τα λεφτά. Σε χρόνο ρεκόρ ο Κάστρο αναγκάστηκε να υποχωρήσει: δύο μήνες μετά την έναρξη της πολιορκίας η Βενεζουέλα συμφώνησε να διαθέτει το 30% των εσόδων της από τα τελωνεία για να αποπληρώσει το χρέος.
Τις προηγούμενες δεκαετίες και μέχρι την προηγούμενη Παρασκευή, τη δουλειά των πολεμικών πλοίων είχαν αναλάβει η Παγκόσμια Τράπεζα και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο. Από το ξέσπασμα της ελληνικής κρίσης και το Mνημόνιο του 2010, στον σύγχρονο πολεμικό στόλο είσπραξης των χρεών προστέθηκαν η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Η Τρόικα επιβάλλει συμφωνίες, σαν αυτή των τελωνείων της Βενεζουέλας, με βάση τις οποίες τα χρεωμένα κράτη πρέπει να τα παίρνουν από τους πολίτες της Ελλάδας, της Ιρλανδίας, της Πορτογαλίας ή της Ισπανίας και να τα αποδίδουν στους δανειστές.
Το πρόβλημα όμως με αυτήν τη μορφή είσπραξης είναι ότι παίρνει χρόνο και προκαλεί πονοκεφάλους: οι σύγχρονοι Βενεζουελανοί αντιδρούν, οργανώνοντας απεργίες και διαδηλώσεις ενάντια στα χαράτσια, στις περικοπές στους μισθούς, στις συντάξεις και στις δημόσιες δαπάνες, μέτρα με τα οποία μαζεύονται τα χρήματα για τους δανειστές. Μολονότι υποταγμένες, οι τοπικές κυβερνήσεις ζορίζονται και καθυστερούν στην εκτέλεση των «συμφωνηθέντων» και των προγραμμάτων «εξυγίανσης». Οι υπουργοί Οικονομικών των χωρών δανειστών υποχρεώνονται κάθε τόσο να ξενυχτούν στο Εurogroup, πράγμα εξαιρετικά ανιαρό και ενοχλητικό.
Με ευκαιρία την περίπτωση της Κύπρου, χρειαζόταν να βρεθεί μια νέα συνταγή, σαν και αυτή του 1902. Χωρίς δυνατότητα μεγάλων αντιστάσεων, το μικρoσκοπικό στα μάτια τους και αδύναμο νησί, χωρισμένο όπως είναι και στα δύο, προσφερόταν και ως πεδίο δοκιμών: αποφάσισαν, λοιπόν, να μπουκάρουν στις τράπεζες και να τα πάρουν κατευθείαν από τους καταθέτες. Το 6,7% όσων έχουν καταθέσεις μέχρι 100.000 ευρώ και το 9,9% (ούτε έμποροι σε εκπτώσεις να ήτανε) όσων έχουν πάνω από 100.000 ευρώ. Έχει καμία λογική, επειδή δύο τράπεζες της Κύπρου αγόραζαν αβέρτα ελληνικά ομόλογα τα παλιά, καλά χρόνια, να την πληρώνει τώρα μια Κύπρια χήρα που είχε καταθέσει τα ριάλλια της στις 2 προβληματικές ή και σε κάποια άλλη τράπεζα; Μήπως, όμως, έχει λογική ένας Έλληνας ή Πορτογάλος συνταξιούχος, που πλήρωνε για δεκαετίες για να έχει μια ανθρώπινη σύνταξη και ασφάλιση, να καταλήγει χωρίς φάρμακα και με 300 ευρώ τον μήνα χαρτζιλίκι;
Η απάντηση είναι ότι, όπως έχει εξηγηθεί αρκετές φορές από αυτήν τη στήλη, βρισκόμαστε στην πρώτη γραμμή των εχθροπραξιών ενός ακήρυχτου οικονομικού πολέμου. Σκοπός του είναι να πληρώσουν οι φτωχοί τη νύφη για την παγκόσμια οικονομική κρίση που προκάλεσαν οι τραπεζίτες των παγκόσμιων χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων και συγχρόνως να γίνει αναδιανομή του πλούτου: διεθνώς υπέρ των ισχυρότερων χωρών, σε κάθε χώρα σε βάρος των ασθενέστερων στρωμάτων του πληθυσμού.
Σε αυτό τον ακήρυχτο πόλεμο οι δανειστές δεν διστάζουν να εφαρμόζουν τη –δοκιμασμένη από τον πόλεμο– γερμανική συνταγή των συλλογικών αντιποίνων. Παρουσιάζει πρόβλημα κυπριακή τράπεζα; Θα την πληρώσουν οι Κύπριοι καταθέτες. Και αν μετά το σπάσιμο του ταμπού «δεν πειράζουμε τις καταθέσεις» οι Ευρωπαίοι κρύψουν τα λεφτά στα σπίτια τους, πάλι χαμένοι θα βγουν, αφού θα τους επιβληθούν νέα μέτρα λιτότητας. Οι κλεπτοκράτες των Βρυξελλών δεν κολλάνε πουθενά: αν χρειαστεί, θα στείλουν τον στρατό να μαζέψει τους φόρους από σπίτι σε σπίτι.
σχόλια