«Προσοχή 250 σκυλιά και ένα κατσίκι» θα έπρεπε να λέει η πινακίδα έξω από το σπίτι του Τάκη που βρίσκεται σε ένα ψηλό βουνό στην περιοχή της Ιεράπετρας στην Κρήτη.
Ο Τάκης Προεστάκης ή αλλιώς ο « Άγιος των σκύλων» όπως τον αποκαλούν πλέον, ζει τα τελευταία χρόνια απομονωμένος από τον κόσμο με μόνη παρέα τα 250 σκυλιά που έχει κατά καιρούς βρει παρατημένα ή πληγωμένα σε δρόμους και χωματερές και τα έχει περιμαζέψει στο καταφύγιο που έφτιαξε ακριβώς για αυτόν το λόγο, δίπλα από το σπίτι του.
Είχαμε γράψει και στο παρελθόν για την ιστορία του ευαίσθητου Κρητικού που παράτησε την δουλειά του, πούλησε σχεδόν όλη του την περιουσία, έχτισε ολομόναχος ένα καταφύγιο ψηλά στο βουνό και αφοσιώθηκε εξ ολοκλήρου στην φροντίδα αδέσποτων ζώων.
Το παράδοξο νέο ωστόσο στην ιστορία του Τάκη δεν είναι ότι έχει τόσα πολλά κατοικίδια σκυλιά, ανάμεσα τους και γατιά, να μπαινοβγαίνουν μέσα στο σπίτι του, να κοιμούνται στο κρεβάτι του ή να τον ξυπνάνε περιμένοντας να τα ταΐσει και να παίξει μαζί τους. Το απίστευτο είναι ότι στην μεγάλη αυτή ιδιαίτερη οικογένεια έχει προστεθεί τις τελευταίες μέρες ένα μικρό, ατίθασο, άσπρο κατσικάκι.
Η Εβίτα είναι πολύ ανεξάρτητο και χαρούμενο κατσικάκι. Είναι ζωηρή αλλά ακούει κιόλας. Θα παίξει, θα χαλαρώσει. Έχει τα δικά της χούγια. Πρέπει να την γνωρίσεις από κοντά. Είναι και κυρία και τύπισσα
«Την λένε Εβίτα και είναι 15 ημερών» μου λέει ο Τάκης καθώς ψάχνει ένα ήρεμο μέρος μακριά από τα γαβγίσματα των σκύλων, για να μου μιλήσει στο τηλέφωνο.
Παρόλο που τον έχω διακόψει από μια συνάντηση με ένα ζευγάρι Γερμανών που έχουν μόλις επισκεφτεί το καταφύγιο θέλοντας να τον γνωρίσουν και ίσως να υιοθετήσουν κάποιο σκυλάκι εκείνος βρίσκει λίγο χρόνο να μου αφιερώσει και γεμάτος διάθεση να μου αφηγηθεί την ιστορία για το πώς βρήκε την Εβίτα.
«Σχεδόν κάθε μέρα περνάει από αυτήν την πλαγιά του βουνού ένας βοσκός με τα πρόβατα του» μου διηγείται. «Πριν δυο βδομάδες που πέρασε κάποια από τα ζώα χαθήκανε και μείναμε πίσω. Όλο το βράδυ άκουγα κλάμα να έρχεται από ένα σημείο ψηλά στο βουνό αλλά δεν πήγα να δω, γιατί σκέφτηκα πως θα ακούσουν τον ήχο των υπόλοιπων ζώων και θα ακολουθήσουν.
Την επόμενη μέρα όμως το κλάμα συνεχίστηκε, έτσι αποφάσισα να πάω να δω τι συμβαίνει. Ανέβηκα το βουνό και εν τέλει έφτασα στο σημείο από πού ερχόταν το κλάμα. Εκεί βρήκα ένα νεογέννητο κατσικάκι τεσσάρων ημερών. Είχε χάσει την μητέρα του και είχε μείνει πίσω. Να φανταστείς είχε ακόμα πάνω του τον ομφάλιο λώρο».
Ο Τάκης δεν μπορούσε να αφήσει το κατσικάκι στην τύχη του, έτσι το πήρε σπίτι να το φροντίσει ο ίδιος. Την επόμενη μέρα που ξαναπέρασε ο βοσκός από το πλαγιά γύρεψε να βρει τα ζωντανά που είχαν χαθεί από το κοπάδι.
«Είπε πως έχει χάσει 5-6 νεογέννητα κατσικάκια και με ρώτησε αν τα είχα δει» μου εξηγεί. « Του απάντησα πως βρήκα ένα, αλλά επειδή το αγάπησα από την πρώτη ματιά τον ρώτησα πόσο το δίνει να το κρατήσω. Του πρόσφερα χρήματα αλλά εκείνος δεν τα δέχτηκε και μου το άφησε έτσι».
Πολύ πιθανόν με αυτή του την κίνηση να γλίτωσε το κατσικάκι από κάποια μελλοντική εορταστική σφαγή. Αντί αυτού η μικρή Εβίτα βρίσκεται τώρα ανάμεσα από τα υπόλοιπα τετράποδα μέλη της οικογένειας και μεγαλώνει ανέμελη υπό την συνεχή φροντίδα του Τάκη.
«Της δίνω φρέσκο γάλα όπως δίνουν στα μικρά παιδιά» εξηγεί με έναν μεταδοτικό ενθουσιασμό για την πρωτότυπη καθημερινότητα που έχει χτίσει με ένα κατσικάκι ανάμεσα από τα πόδια του. «Κοιμάται πάνω στο κρεβάτι. Κάθεται στον καναπέ. Βλέπει τηλεόραση. Την βγάζω βόλτα έξω με το λουράκι της. Είναι σαν κατοικίδιο. Κατσικάκι σπιτιού» μου λέει και γελάει.
Σίγουρα η εικόνα μιας κατσίκας ξαπλωμένης στον καναπέ να βλέπει τηλεόραση δεν είναι πολύ συνηθισμένη, αλλά μόνο κάτι τόσο ιδιαίτερο μπορείς να περιμένεις από έναν τόσο ασυνήθιστο άνθρωπο όπως ο Τάκης.
Η Εβίτα είναι πολύ ανεξάρτητο και χαρούμενο κατσικάκι.
«Δεν μπορούσα να το αφήσω να πεθάνει, ούτε να το δώσω. Πολλοί μου είπαν ότι δεν θα μπορέσει να μεγαλώσει μακριά από την μητέρα του αλλά τα πάει περίφημα. Μέσα σε μια εβδομάδα έχει ήδη μεγαλώσει πάρα πολύ. Εγώ είμαι η μαμά του τώρα».
Του ζητάω να μου περιγράψει πως είναι η σχέση της Εβίτας με τα άλλα ζώα του καταφύγιου. «Την πρώτη μέρα ήταν σαν χαμένο. Και τα σκυλιά την κοίταγαν περίεργα. Αναρωτιόνταν «τι είναι αυτό τώρα;».
Σιγά- σιγά γνωρίστηκαν και τώρα παίζουν και τρώνε μαζί» μου απαντάει. Η Εβίτα είναι πολύ ανεξάρτητο και χαρούμενο κατσικάκι. Είναι ζωηρή αλλά ακούει κιόλας. Θα παίξει, θα χαλαρώσει. Έχει τα δικά της χούγια. Πρέπει να την γνωρίσεις από κοντά. Είναι και κυρία και τύπισσα».
Έχω τρομερό ενδιαφέρον να δω από κοντά αμνοερίφιο να τρέχει πέρα δώθε στο σαλόνι και την κουζίνα, να μαθαίνει να γαβγίζει αντί να βελάζει και κυρίως να κάνει την ανάγκη του σε συγκεκριμένο σημείο του σπιτιού.
«Προχτές είχε ανέβει πάνω στο τραπέζι, έκανε να πηδήξει στο κομοδίνο και τα διέλυσε όλα» μου περιγράφει γελώντας και με κάνει να αναρωτιέμαι για το τι θα γίνει όταν αρχίσουν να μεγαλώνουν τα κέρατα της Εβίτας και θα τον ξυπνάει, θέλοντας να παίξουνε.
Σιγά- σιγά γνωρίστηκαν και τώρα παίζουν και τρώνε μαζί.
«Όταν μεγαλώσει θα την κρατήσω εδώ. Μέχρι τότε ευελπιστώ να έχω φτιάξει κι άλλα κοντένειρ στο καταφύγιο, ώστε να μπορέσει να μείνει εκεί. Ακόμα δεν έχω άτομα να με βοηθάνε αλλά θα τη βρω τη λύση. Αν βάλω κάτι στο μυαλό μου δεν μου το βγάζει κανείς» λέει ο Τάκης και δεν μπορώ με τίποτα να τον αμφισβητήσω.
Όλα στο καταφύγιο τα έχει φτιάξει μόνος, αντιμέτωπος με τεράστιες αντιξοότητες και εμπόδια. Χωρίς καμιά βοήθεια από τις τοπικές αρχές ή τους συμπολίτες του, ξοδεύει όλο του τον χρόνο και τα χρήματα που έρχονται κυρίως από δωρεές ξένων επισκεπτών και φιλόζωων, στην φροντίδα όλων αυτών των ανυπεράσπιστων πλασμάτων.
«Είναι κουραστικό αλλά με κάνει χαρούμενο. Τα αγαπώ πολύ τα ζώα. Μικρός, εκεί δα στα έντεκα τα κυνηγούσα και εγώ με αεροβόλο, αλλά τότε δεν καταλάβαινα. Μετά έζησα τη ζωή. Κατάλαβα πιο είναι το καλό και πιο το κακό.
» Ήμουν χωμένος στη νύχτα και έζησα σκληρές στιγμές. Οι άνθρωποι με κουράσανε πολύ. Τα ζώα όμως είναι τα καλύτερα και πιο αθώα πλάσματα. Μεταξύ τους μπορεί να τρώγονται αλλά με τον άνθρωπο έχουν την τέλεια σχέση» μου εκμυστηρεύεται με αφοπλιστική απλότητα και ειλικρίνεια.
Ο χώρος του καταφύγιου έχει αρχίσει να αναπτύσσεται και ο Τάκης δέχεται πολύτιμη βοήθεια από όλον τον κόσμο για να συνεχίσει το έργο του. Μέσω της σελίδας του στο Facebook όπου αναρτά καθημερινά τις ιστορίες των μικρών του φίλων, έρχεται σε επαφή με πλήθος ανθρώπων που ενδιαφέρονται να βοηθήσουν ή να υιοθετήσουν κάποιο ζωντανό.
Τα σκυλιά την κοίταγαν περίεργα. Αναρωτιόνταν «τι είναι αυτό τώρα;»
«Τη Εβίτα δεν τη δίνω» μου λέει. «Πάντα ήθελα να έχω ένα κατσικάκι για παρέα. Είναι σαν θαύμα που την βρήκα». «Θαύμα δεν είναι που τη βρήκατε αλλά που την κρατήσατε» του απάντησα. «Πρέπει να την δεις πως χαίρεται όταν με βλέπει. Βελάζει δυνατά και κουνάει την ουρά της σαν σκύλος. Είναι πολύ ατίθαση, ισχυρογνώμων αλλά ταυτόχρονα και ευαίσθητη. Κάθε φορά που πάω να ταΐσω ένα σκυλί που είναι παράλυτο ανεβαίνει στην πλάτη μου και δεν ξεκολλάει».
Ομολογώ πως η εικόνα που μου περιγράφει κάθε άλλο παρά αδιάφορη μπορεί να με αφήσει, έτσι όταν στο τέλος της κουβέντας μας με προσκαλεί να κατέβω όποτε θελήσω στο νησί και να επισκεφτώ το καταφύγιο, δέχομαι αμέσως. «Φυσικά και θα έρθω. Ανυπομονώ να γνωρίσω την Εβίτα και όλα τα πλάσματα που ζουν μαζί σας» απαντώ και τον ρωτάω αν σκέφτεται να υιοθετήσει και άλλα ζωντανά στο μέλλον.
«Όποιο πλάσμα βρεθεί στο δρόμο μου και έχει ανάγκη δεν το αφήνω στην τύχη του. Φίδια, γύπες, κατσίκια, πρόβατα δεν έχει σημασία. Τα φέρνω εδώ στο καταφύγιο να τα φροντίσω. Δεν μπορώ να αφήσω καμιά μορφή ζωής αβοήθητη. Θα το κάνω αυτό για πάντα» είναι η τελευταία φράση του Τάκη καθώς κλείνουμε το τηλέφωνο.
Αναλογίζομαι για λίγο τα όσα είπαμε. Δικαίως σκέφτομαι του έχει δοθεί ο τίτλος ο «Άγιος» των σκύλων, τον οποίο θα παραφράσω λίγο και θα προσθέσω ο «Άγιος» Τάκης όλων των ζωντανών πλασμάτων.
Η Εβίτα προσπαθεί να ξυπνήσει τον Τάκη
σχόλια