Αδερφέ μου.
26.5.2019 | 11:45
Το κέντρο του σύμπαντος
Γεννήθηκα και μεγάλωσα στο χωριό.Σε ένα ορεινό χωριό που ακόμα και το Καλοκαίρι φοράς μπουφανάκι το βράδυ.Πήγα δημοτικό εδώ και γυμνάσιο και λύκειο έπρεπε να κατεβαίνω στην κοντινή πόλη.Για να μην τα πολυλογώ έγραψα καλά στις εξετάσεις και πέρασα σε μια καλή σχολή στην Αθήνα.Ως νέος έβλεπα πολλές προοπτικές εξελιξής εκεί και μορφωτικά και εργασιακά και από άποψη κοινωνικότητας και διασκέδασης.Όμως αυτά μέχρι τα 26.Γρήγορα Κατάντησα ένα πλαδαρό ανθρωπάκι που νοιάζεται μόνο για τα λεφτά,τσακίζεται στη βαρετή δουλειά της εταιρίας,κάνει σχέσεις εφήμερες και χωρίς βάθος και αναλώνεται σε ψευτοδιασκεδάσεις με αλκοόλ και καταχρήσεις.Μονίμως να βγαίνεις έξω για να κυνηγάς μια γυναίκα,να προσέχεις το ντύσιμο,το αυτοκίνητο,να υποκρίνεσαι για να κερδίσεις λίγες στιγμές αγορασμένης χαράς από το ράφι του σούπερ μάρκετ της πόλης.Το χωριό μου το είχα ξεχάσει και πήγαινα μόνο από υποχρέωση και μέσα στο άγχος.Είχα κλειστά τα αυτιά μου σε όλα τα όμορφα που υπάρχουν εδώ πάνω.Όμως ένα Χειμώνα,ύστερα από μία σχέση με ημερομηνία λήξης,που μου έφαγε την ψυχή,ένιωσα την ανάγκη να αποτραβηχτώ κάπου.Σαν κεραυνός και φάρμακο πέρασε από το μυαλό μου η ιδέα να πάρω όλη μου την άδεια και να αράξω ένα μήνα στο χωριό μακριά από όλες τις ψυχοφθόρες καταστάσεις και αυτά που κρατούσανε αλυσοδεμένη την ύπαρξη μου.Και έτσι έγινε.Την Άνοιξη κατέβηκα άλλος άνθρωπος.Ίσως η προσπάθεια για προσωπική επιβίωση,να κόψεις ξύλα,να μαγειρέψεις με τα βασικά,να ξεχιονίσεις την σκεπή και όχι να παλέψεις για τις απαιτήσεις της εταιρίας και για τα κέρδη κάποιων άλλων μου έδωσαν ουσία και πραγματική ύπαρξη.Πολλά βράδια ενδοσκόπησης,παρέα με βιβλία,με το χιονισμένο τοπίο και τις φλόγες του τζακιού κατάφεραν να με ξαναγεννήσουν.Η απόφαση είχε παρθεί.Ξανακατέβηκα Αθήνα για δουλειά.Ξενοίκιασα το μεγάλο σπίτι και έμεινα σε μία τρύπα.Πούλησα το αυτοκίνητο και προσπαθούσα να ζω με τα άκρως απαραίτητα.Μάζευα ένα σκασμό λεφτά και είχα το σχέδιο μου.Μετά από μερικά χρόνια ατσάλινης υπομονής και ατέλειωτου day dreaming ήρθε επιτέλους η ευλογημένη μέρα.Μάζεψα δύο βαλίτσες πράγματα,χαιρέτισα τα αξιόλογα άτομα στη δουλειά και πήρα το δρόμο μου για το χωριό που όλα αυτά τα χρόνια με καλούσε.Είχα βέβαια και τους εξυπνάκηδες "ορθολογιστές" που ζούνε δίπλα σε νοσοκομείο μήπως και πάθουνε καρδιά στα...τριάντα.Τους κοινωνικούς που λέγανε ότι γρήγορα θα βαρεθώ και άλλες τόσες παράταιρες φωνές.Εγώ όμως ήξερα πια τι ήμουν.Τελικά άνοιξα ένα καφενείο στο χωριό και αγόρασα ένα μεταχειρισμένο αγροτικό.Η δουλειά είναι λίγη και τα χρήματα κάθε μήνα ούτε το 1/3 από όσα έβγαζα στην Αθήνα.Αλλά δε με νοιάζει καθόλου.Εδώ είμαι ευτυχισμένος.Γνωρίζω όσους θέλω να γνωρίζω,δουλεύω όσο θέλω να δουλεύω και ασχολούμαι με τη φύση όσο ήθελα πάντα.Από γυναίκες θα μου πείτε χλωμά τα πράγματα αλλά είδα και τις σχέσεις της πόλης και πόσο καλό μου έκαναν.Δε θέλω τίποτα από αυτά πια και δε με ενδιαφέρει να βρίσκομαι στο κέντρο των "εξελίξεων".Χάρισμα τους οι εξελίξεις.Το κέντρο του δικού μου σύμπαντος είναι εδώ._
3