Στην ορεινή περιοχή που εκτείνεται ανάμεσα στην Κιουτάχεια και το Αφιόν Καραχισάρ της σύγχρονης Τουρκίας στη Μικρά Ασία η αχλή του μύθου κρύβει τα πανάρχαια όρια μεταξύ της Λυδίας και της Φρυγίας.
Εκεί αρχαιολόγοι αποκρυπτογράφησαν επιτέλους το νόημα, που ήταν αντικείμενο συζήτησης εδώ και καιρό, ενός κειμένου που είναι εγγεγραμμένο σε ένα αρχαίο μνημείο στην περιοχή της Φρυγίας.
Η σε σημαντικό βαθμό κατεστραμμένη επιγραφή, γραμμένη στην παλαιά φρυγική γλώσσα, είναι σκαλισμένη σε έναν βράχο που οι Τούρκοι έχουν ονομάσει Ασλάν Καγιά (Βράχος του Λέοντος), ένα μνημείο 2.600 ετών που παρουσιάζει μορφές σφίγγας και μια εικόνα θηλυκής θεότητας που πλαισιώνεται από λιοντάρια.
Το μνημείο του Ασλάν Καγιά, είναι ένας επιβλητικός σχηματισμός σε βράχο, στο φρυγικό οροπέδιο, στη σημερινή δυτική Τουρκία κοντά στη λίμνη Εμρέ, στην επαρχία του Αφιόν Καραχισάρ. Η δομή είναι σχηματισμένη στην κορυφή ενός βράχου ηφαιστειακής προέλευσης, ύψους σχεδόν 15 μέτρων.
Η λαξευμένη του πρόσοψη έχει γεωμετρικές λεπτομέρειες και μια μικρή κόγχη όπου υπάρχουν ευρήματα της μορφής της Μητέρας των Θεών. Πάνω από την απεικόνιση, στη βάση του αετώματος, κείτονται τα ευρήματα της υπό εξέταση επιγραφής. Οι επιγραφές, που ανακαλύφθηκαν το 1884, έχουν σχεδόν σβηστεί από τον χρόνο και τους βανδαλισμούς των αμέτρητων λαών που πάτησαν τα εδάφη της Μικράς Ασίας και οι μελετητές συζητούν τη σημασία τους εδώ και πάνω από έναν αιώνα.
Οι σφίγγες και η θεά μαζί με τα λιοντάρια
Τα ανάγλυφα, αναπαριστούν μορφές από σφίγγες, μαζί με την εικόνα της θεάς πλαισιωμένης από λιοντάρια.
Οι συγκεκριμένες μορφές, συμβολίζουν την ισχύ και την προστασία, χαρακτηριστικά στοιχεία των φρυγικών θρησκευτικών αναπαραστάσεων, οι οποίες, σύμφωνα με τον καθηγητή του πανεπιστημίου της Πενσυλβάνια, Mark Munn, ενισχύουν τη σύνδεση με τη λατρεία της Μητέρας των Θεών στην περιοχή.
Το κείμενο που βρίσκεται στη βάση του αετώματος στο Ασλάν Καγιά, έχει αποτελέσει, από τον 19ο αιώνα, πηγή ενδιαφέροντος αλλά και απογοήτευσης για τους αρχαιολόγους. Η διάβρωση της πέτρας, σε συνδυασμό με τη λεηλασία και τον βανδαλισμό που έχει υποστεί, έχει εξαλείψει σχεδόν κάθε ίχνος της επιγραφής του.
Η επιφάνεια έχει υποστεί τη φυσική φθορά των αιώνων της έκθεσής της στα στοιχεία της φύσης, υποβαθμίζοντας ακόμη περισσότερο το μνημείο, το οποίο μάλιστα, τις τελευταίες δεκαετίες, έχει υποστεί και επιδρομή από αρχαιοκάπηλους οι οποίοι χρησιμοποίησαν εκρηκτικά που προκάλεσαν ζημιά στην επιφάνεια και διαμέλισαν σε θραύσματα την εικόνα της θεάς στην κόγχη του.
Τα ελληνικά γράμματα στην επιγραφή
Ωστόσο, ο Munn, αξιοποίησε τον μεσημεριανό ήλιο, όταν οι σκιές τονίζουν τα εναπομείναντα ίχνη, για να απομονώσει τα γράμματα της επιγραφής και να τα συγκρίνει με προγενέστερες φωτογραφίες, φτάνοντας μέχρι τα αρχεία του 19ου αιώνα.
Από την ανακάλυψη του μνημείου από τον William Ramsay, το 1884, η επιγραφή έχει αναγνωριστεί ως μία ακολουθία γραμμάτων που δεν ακολουθεί κάποιο ξεκάθαρο μοτίβο.
Στα τέλη του 19ου αιώνα, ο αρχαιολόγος Alfred Körte, υπέδειξε ότι, το κείμενο περιείχε τα γράμματα «μ.τματεραν», αν και διατήρησε επιφυλάξεις για τη συγκεκριμένη ανάγνωση, λόγω της φθοράς της επιγραφής. Η ερμηνεία του Körte, αποτέλεσε τη βάση για τη μεταγενέστερη εργασία, στην οποία μεταξύ άλλων συμμετείχαν ο Paul Kretschmer και πιο πρόσφατα, ο Michel Lejeune, οι οποίοι δημοσίευσαν μια ερμηνεία στα τέλη του 1980.
Οι Brixhe και Lejeune εξήγησαν ότι διακρίνονται μόλις τέσσερα γράμματα, τα οποία απομόνωσαν σε τμήματα, υποδηλώνοντας ότι το κείμενο ήταν, κατά βάση, ακατάληπτο. Ο Munn αμφισβήτησε αυτό το συμπέρασμα.
Οι προσπάθειες στο παρελθόν να διαβάσουν την κύρια επιγραφή αποκάλυψαν ότι μόνο τέσσερα από τα γράμματα ήταν ορατά, με το υπόλοιπο κείμενο ως επί το πλείστον ακατανόητο. Τώρα, οι ερευνητές ανακάλυψαν ότι η επιγραφή σχηματίζει το όνομα «Materan», έναν παλαιό τίτλο της Θεάς Μητέρας ή Μητέρας των Θεών.
Συνέκριναν την υποθετική επιγραφή τους με παλιές φωτογραφίες του μνημείου από τον 19ο αιώνα και κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι το κείμενο έγραφε «Materan», μαζί με άλλους χαρακτήρες που χρησιμοποιούνται συνήθως στις φρυγικές επιγραφές ως διαχωριστικά λέξεων.
Στη φρυγική γλώσσα, η Materan αναφέρεται στη μητέρα θεά που τιμούνταν ως προστάτιδα και κεντρική θεότητα. Με βάση ορισμένες από τις τεχνοτροπικές λεπτομέρειες του μνημείου, οι επιστήμονες χρονολόγησαν το κείμενο στο πρώτο μισό ή στα μέσα του 6ου αιώνα π.Χ.
Αυτό υποδηλώνει ότι το μνημείο του Ασλάν Καγιά πιθανότατα δημιουργήθηκε στο απόγειο της Λυδικής Αυτοκρατορίας, όταν κυριαρχούσε στην περιοχή παράλληλα με τη Φρυγική αυτοκρατορία. Αυτή ήταν μια εποχή που η Λυδία, η δημιουργός των χρυσών και αργυρών νομισμάτων, τιμούσε επίσης τη μητέρα θεά. Τα ευρήματα υποστηρίζουν περαιτέρω την πολιτιστική σύνδεση μεταξύ των δύο αυτοκρατοριών και την κοινή τους λατρεία της μητέρας θεάς ως σημαντικής θεότητας, είπαν οι ερευνητές.
Το φρυγικό αλφάβητο είναι σχεδόν πανομοιότυπο με τα πρώιμα ελληνικά αλφάβητα της Δύσης, και κατά την εποχή της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, η φρυγική γλώσσα γράφεται στο ελληνικό αλφάβητο. Οι γλωσσικές συγγένειες με τα ελληνικά, όπως φωνητικά και λεξιλογικά κοινά χαρακτηριστικά, δείχνουν ότι τα φρυγικά είναι η πλησιέστερη γλώσσα στα ελληνικά μεταξύ των αρχαίων Βαλκανικών γλωσσών.