Πριν από οχτώ χρόνια, το ντοκιμαντέρ "Room 237" αναζωπύρωσε την συζήτηση γύρω από την «Λάμψη» του Κιούμπρικ, φιλοξενώντας μια σειρά από θεωρίες φανατικών της ταινίας σχετικά με το νόημά της. Κάποιες από αυτές σηκώνουν πραγματικά περαιτέρω ανάλυση και μεγάλη κουβέντα, όπως φερ' ειπείν αυτή που αντιμετωπίζει την ταινία ως καταδίκη του αμερικανικού ιμπεριαλισμού, εκκινώντας από το γεγονός ότι το αχανές στοιχειωμένο ξενοδοχείο της ιστορίας, το Overlook, ήταν χτισμένο πάνω σε χώρο ταφής αυτοχθόνων Αμερικανών (Ινδιάνων, που λέγαμε κάποτε).
Κάποιες άλλες, όσο ψυχαγωγικές κι αν είναι, ανήκουν μάλλον στην κατηγορία της τρελής συνωμοσίας, όπως η θεωρία σύμφωνα με την οποία η ταινία αποτελεί μια απολογία του Κιούμπρικ για την συμμετοχή του στην «σκηνοθεσία» της προσγείωσης του Apollo 11 στη σελήνη το 1969 (γι' αυτό άλλωστε, σύμφωνα με την θεωρία αυτή, εμφανίζεται ο μικρός Ντάνι να φορά στην ταινία ένα φούτερ με την επιγραφή "Apollo 11").
Από όλες τις θεωρίες πάντως που περιστρέφονται ακόμα γύρω από την «Λάμψη» σαράντα χρόνια μετά την πρώτη προβολή της, η πιο ευλογοφανής μοιάζει να είναι αυτή που εκλαμβάνει το ξενοδοχείο ως μεταφορά για τον τρόμο που έχει σπείρει στο διάβα της η ανεξέλεγκτη εξουσία της αμερικανικής ελίτ.
Ο Λέον Βιτάλι, ο άνθρωπος που υπήρξε για πολλά χρόνια το δεξί χέρι του σκηνοθέτη (και έχει παραλληλιστεί με τον Ίγκορ, τον βοηθό του Δρ. Φράνκενσταϊν) είχε χαρακτηρίσει τότε αστείες και ανυπόστατες τις θεωρίες που παρουσιάζονται στο ντοκιμαντέρ, ο σκοπός όμως του "Room 237" δεν ήταν να νομιμοποιήσει κάποια από αυτές, αλλά να αναδείξει την «Λάμψη» ως μεγαλειώδες αίνιγμα που προκαλεί μια σειρά από διαφορετικές προσεγγίσεις στο μυστήριό του, χωρίς να υιοθετεί καμία από αυτές.
Όπως έχει συμβεί και με άλλες ταινίες του Κιούμπρικ, ειδικά στο δεύτερο μισό της καριέρας του, η «Λάμψη» αντιμετωπίστηκε αρχικά με αμηχανία, σάστισμα ή ακόμα και εχθρικότητα, ενώ αρνητική ήταν και η αντίδραση του συγγραφέα στο βιβλίο του οποίου βασίστηκε η ταινία, Στίβεν Κινγκ. Σταδιακά όμως, το φιλμ αναγνωρίστηκε από όλους σχεδόν ως κλασική ταινία τρόμου που βλέπεται ξανά και ξανά αποκαλύπτοντας κάθε φορά νέες ενδιαφέρουσες και συναρπαστικές πτυχές.
Παρακολουθώντας την ταινία σε συνθήκες lockdown, μοιάζει με απόκοσμη ηχώ της πιο αγωνιώδους κατάστασης απομόνωσης με τον χρόνο να θολώνει και τις μέρες να μην έχουν όρια αναμεταξύ τους. Μετά από την εμπειρία της καραντίνας που ζήσαμε όλοι, ακόμα κι όσοι πιστεύουν ότι έχουν απολύτως σώας τας φρένας, είναι σαφώς πιο εξοικειωμένοι πλέον με την παράνοια που κατέλαβε τον πρωταγωνιστή της ταινίας.
Από όλες τις θεωρίες πάντως που περιστρέφονται ακόμα γύρω από την «Λάμψη» σαράντα χρόνια μετά την πρώτη προβολή της, η πιο ευλογοφανής μοιάζει να είναι αυτή που εκλαμβάνει το ξενοδοχείο ως μεταφορά για τον τρόμο που έχει σπείρει στο διάβα της η ανεξέλεγκτη εξουσία της αμερικανικής ελίτ. Κατά την ξενάγησή του στον χώρο την επιστασία του οποίου έχει αναλάβει, ο Τζακ Τόρενς πληροφορείται ότι το Overlook υπήρξε «μία από τις τακτικές στάσεις του τζετ σετ» και τόπος αναψυχής για πολλούς «σημαντικούς» ανθρώπους, ανάμεσά τους και τέσσερις πρώην Αμερικανοί Πρόεδροι.
Η βεβήλωση του ινδιάνικου νεκροταφείου πάνω στο οποίο χτίστηκε το θέρετρο μπορεί να αποτελεί το «προπατορικό αμάρτημα», το Κακό όμως αναπτύχθηκε στη συνέχεια αφότου ήδη ήταν εγκατεστημένο στα θεμέλια του ξενοδοχείου. Στο κτίριο ελλοχεύει μια τρομακτική και πανίσχυρη παρουσία – μια «λάμψη» - η οποία γίνεται πιο αντιληπτή σε όσους διαθέτουν μια ειδική ευαισθησία σε μεταφυσικά φαινόμενα, όπως ο Ντάνι και ο σεφ, το πιο τρομακτικό της στοιχείο όμως είναι ότι πρόκειται για μια δύναμη άτρωτη και μη αναστρέψιμη.
Το γεγονός ότι ο Τζακ έχει ξαναβρεθεί εκεί σε άλλη ζωή και τώρα αποπειράται να διαπράξει λίγο-πολύ το ίδιο έγκλημα, αποτελεί ένδειξη ότι η ιστορία θα επαναλαμβάνεται στο διηνεκές στους ίδιους χώρους που οι ισχυροί έκαναν τις διακοπές τους και έπαιρναν τις αποφάσεις τους.
Με στοιχεία από τον Guardian