Στην ταχεία που εκτελεί το δρομολόγιο Μόναχο-Ζυρίχη στις 22 Σεπτεμβρίου 2010 κάτι κινεί την υποψία ενός τελωνειακού υπαλλήλου ο οποίος πλησιάζει έναν 76χρονο επιβάτη ονόματι Κορνέλιους Γκούρλιτ και του ζητά να ανοίξει την βαλίτσα του, που είναι γεμάτη με χρήματα και έργα τέχνης.
Ο Γκούρλιττ ισχυρίζεται πως μόλις πούλησε ένα έργο τέχνης σε μια γκαλερί και δεν συλλαμβάνεται αλλά μπαίνει στο στόχαστρο των γερμανικών αρχών για πιθανή φοροδιαφυγή.
Η έρευνα που ξεκινά αποκαλύπτει ότι δεν έχει εργαστεί ποτέ, δεν διαθέτει κάποια προφανή πηγή εισοδήματος, δεν είναι καταγεγραμμένος στην εφορία, στο μητρώο κατοικίας, δεν έχει ΑΜΚΑ και δεν είναι ασφαλισμένος πουθενά. Η εισαγγελική αρχή συνεργάζεται με το σώμα δίωξης οικονομικών εγκλημάτων και την ομοσπονδιακή αστυνομία, και τον Φεβρουάριο του 2012 ανακαλύπτουν έναν σπουδαίο θησαυρό. Τόσο σπουδαίο ώστε να χρειαστούν τρεις ολόκληρες ημέρες προκειμένου να συσκευαστεί κατάλληλα και να μεταφερθεί από το διαμέρισμα του Γκούρλιτ.
Ας αναζητήσουμε όμως την αρχή του νήματος εκεί που πραγματικά ξεκίνησαν όλα: στην xιτλερική Γερμανία. Ο πατέρας του Κορνέλιους, ο Χίλντεμπραντ Γκούρλιτ, χάνει την θέση του διευθυντή μουσείου για τους εξής τρεις λόγους: αρνείται να υψώσει την ναζιστική σημαία, έχει Εβραία γιαγιά και επιμένει να οργανώνει εκθέσεις εξπρεσσιονιστών ζωγράφων.
Ωστόσο δεν πτοείται πολύ. Μετακομίζει με την οικογένεια του στην Δρέσδη και ιδρύει μια επικερδή επιχείρηση εμπορίας έργων τέχνης, με ειδίκευση στην μοντέρνα τέχνη, στο όνομα της Αρείας συζύγου του. Αργότερα, άγνωστο πως ακριβώς, επιλέγεται προσωπικά από τον Χέρμαν Γκέρινγκ για να στελεχώσει την "Επιτροπή για την Εκμετάλλευση της Εκφυλισμένης Τέχνης".
Επρόκειτο για την επιτροπή που ίδρυσε ο Γιόζεφ Γκέμπελς κατ΄εντολή του ίδιου του Χίτλερ προκειμένου να "καθαρίσει" την Γερμανία από την μοντέρνα τέχνη που οι Ναζί θεωρούσαν ότι διέφθειρε τον λαό και δεν ενσάρκωνε τα τευτονικό ιδεώδες.
Το έργο της ήταν να μαζέψει τα έργα αυτά από μουσεία και συλλογές, και στη συνέχεια είτε να τα καταστρέψει είτε να πουλήσει τα σημαντικότερα και πιο ακριβά στο εξωτερικό, ώστε να "βγάλουμε τουλάχιστον κάποιο κέρδος από αυτά τα σκουπίδια" όπως είχε γράψει στο ημερολόγιο του ο Γκέμπελς. Ως μέλος της επιτροπής αυτής ο Χίλντεμπραντ κατόρθωσε να συγκεντρώσει πάνω από 1.500 έργα, τα οποία σιωπηρά κληροδότησε στα παιδιά του.
"Χαίρεσαι καθόλου αυτά που έχεις;" γράφει σε ένα γράμμα της η κόρη του στον αδελφο της, τον Κορνέλιους. "Κάποιες φορές νιώθω πως το πιο προσωπικό και πολύτιμο κληροδότημα του, έχει μετατραπεί στο πιο ζοφερό βάρος."
"Χαίρεσαι καθόλου αυτά που έχεις;" γράφει σε ένα γράμμα της η κόρη του στον αδελφο της, τον Κορνέλιους. "Κάποιες φορές νιώθω πως το πιο προσωπικό και πολύτιμο κληροδότημα του, έχει μετατραπεί στο πιο ζοφερό βάρος."
Αυτή η σκοτεινή κληρονομιά στην οποία αναφέρεται η Ρενάτε Γκούρλιτ είναι οι περίπου 1.400 πίνακες που κατασχέθηκαν από τις γερμανικές αρχές το 2012. Η κοινή γνώμη όμως δεν ενημερώθηκε γι' αυτό παρά έναν χρόνο αργότερα, μέσω ενός δημοσιεύματος του περιοδικού Focus, γεγονός που προκάλεσε την διατύπωση πλήθους ερωτημάτων σχετικά με την μυστικότητα της έρευνας, την συνολική αξία και την ταυτότητα των έργων και φυσικά την προέλευση τους.
Εν μέσω βάσιμων επικρίσεων σχετικά με την διαφάνεια με την οποία χειρίστηκε την υπόθεση αυτή η ομοσπονδιακή κυβέρνηση, η Υπουργός Πολιτισμού Μόνικα Γκρίτερς εκχωρεί το ποσό των 6,5 εκατομμυρίων ευρώ για την διερεύνηση του παρελθόντος των πινάκων και άλλων αντικειμένων τέχνης που απαρτίζουν την συλλογή Γκούρλιτ.
Πριν όμως ξεκαθαριστεί το ζήτημα της νομιμότητας ή μη της συλλογής και της κατάσχεσης της, ο Κορνέλιους πεθαίνει και με την διαθήκη του δωρίζει το σύνολο των έργων στο Μουσείο Καλών Τεχνών της Βέρνης (Kunstmuseum Bern). Η προσβολή της διαθήκης του Γκούρλιτ από τον εξάδελφο του και άλλες νομικής φύσεως επιπλοκές ήταν οι κυριως λόγοι που μέχρι σήμερα δεν είχε καταστεί δυνατή η διοργάνωση εκθέσεων ώστε να θαυμάσει το κοινό αυτά τα χαμένα αριστουργήματα.
Στις αρχές Νοεμβρίου όμως πραγματοποιήθηκαν επιτέλους τα εγκαίνια δύο εκθέσεων που εξελίσσονται παράλληλα και φιλοξενούν έργα από την "κρύπτη" των Γκούρλιτ. Η μία βρίσκεται στην Βέρνη, όπου το Kunstmuseum ξεπερνώντας το αρχικό σοκ αποφάσισε να αποδεχθεί μόνο τα έργα του κληροδοτήματος των οποίων η προέλευση είναι "καθαρή", και η άλλη στην Bundeskunsthalle της Βόννης.
Οι επιμελητές των δύο συμπληρωματικών εκθέσεων επέλεξαν να φωτίσουν διαφορετικές πτυχές της ιστορίας που κρύβεται πίσω από αυτή την κιβωτό σπουδαίων έργων τέχνης.
Οι Ελβετοί διάλεξαν να παρουσιάσουν τα έργα των καλλιτεχνών που το ναζιστικό καθεστώς θέλησε να εξαφανίσει από προσώπου γης ως προϊόντα "εκφυλισμένης" ή "εβραιο-μπολσεβίκικης" τέχνης. Μερικά από τα κινήματα που εμπίπταν στην κατηγορία αυτή ήταν ο φωβισμός, ο κυβισμός, ο εξπρεσσιονισμός, ο ντανταϊσμός και ο υπερρεαλισμός.
Κινήματα με επιφανείς εκπροσώπους όπως οι Πάμπλο Πικάσο, Καμίλ Πισσαρό, Όττο Ντιξ, Ένβαρντ Μυνχ, Σαλβαδόρ Νταλί, Πάουλ Κλέε, Ζουάν Μιρό και άλλοι.
Η επιμελήτρια της έκθεσης της Βέρνης Νίνα Τσίμμερ, αναφέρει ότι πρόκειται για έναν "φόρο τιμής στους ανθρώπους που υπήρξαν θύματα της κλοπής έργων τέχνης από τους Ναζί καθώς και στους καλλιτέχνες που συκοφαντήθηκαν και διώχθηκαν από το καθεστώς ως εκφυλισμένοι."
Στην Βόννη οι επιμελητές θέλησαν να εστιάσουν στο θέμα της πολιτιστικής πολιτικής των Ναζί και τον ύποπτο ρόλο που έπαιξαν οι έμποροι τέχνης την περίοδο εκείνη, μέσα από την παρουσίαση εγγράφων και στοιχείων. Για όσους ενδιαφέρονται να μάθουν περισσότερα, το μουσείο έχει δημιουργήσει μία βάση δεδομένων όπου μπορούν να αναζητήσουν συγκεκριμένα έργα και καλλιτέχνες.
Στην συλλογή Γκούρλιτ όμως δεν συμπεριλαμβάνονται μόνο έργα των καταδιωκόμενων Μοντερνιστών, αλλά και άλλων κινημάτων και περιοδών όπως του Άλμπρεχτ Ντύρερ ή του Λούκας Κράναχ και τεχνουργήματα όλων των εποχών.
Το γεγονός αυτό εγείρει πρόσθετα ερωτήματα και αμφιβολίες για την δράση του ίδιου ενώ στηρίζει τις υποψίες που στρέφονται κατά των εμπόρων τέχνης και των γκαλερίστων και γεννά αμφιβολίες και για την πραγματική προέλευση των υπόλοιπων έργων.
"Η σημασία της Υπόθεσης Γκούρλιτ έγκειται στην νέα ώθηση που έδωσε στην διερεύνηση της έρευνας προέλευσης, "λέει ο διευθυντής της Bundeskunsthalle Ράιν Βολφς. "Μένει ακόμα μεγάλο κομμάτι της έρευνας που πρέπει να διεκπεραιωθεί, και πολλή δουλειά θα έπρεπε να έχει γίνει πιο πριν."
Η συλλογή Γκούρλιτ έφερε ξανά στο προσκήνιο το ζήτημα της αναζήτησης, της ταυτοποίησης και της αποκατάστασης έργων τέχνης που λαφυραγωγήθηκαν κατά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο στους τυχόν νόμιμους ιδιοκτήτες τους. Η πίεση της κοινής γνώμης λειτούργησε ευεργετικά ώστε να κατανεμηθούν πόροι, τόσο από τον δημόσιο όσο και από τον ιδιωτικό τομέα, προκειμένου να πραγματοποιηθεί η απαραίτητη έρευνα.
Το Kunstmuseum Bern για παράδειγμα επιχορηγήθηκε με σημαντικά ποσά ώστε να επανεξετάσει το σύνολο των έργων που βρίσκονται στην ιδιοκτησία του. Αξίζει να σημειωθεί πως από τα 1039 έργα του Γκούρλιττ που εξετάσθηκε η προέλευση του, τα 735 κρίθηκε πως πρέπει να ερευνηθούν περαιτέρω. Εξ αυτών για τα 152 πιθανολογείται πως είναι λάφυρα των Ναζί.
Προς το παρόν έχουν ταυτοποιηθεί οι νόμιμοι ιδιοκτήτες μόνο έξι έργων, ενώ η χρηματοδότηση της γερμανικής κυβέρνησης για την διερεύνηση τους λήγει στα τέλη του έτους.
Μπορεί το παρελθόν των έργων που αποκαλύφθηκαν να περιβάλλεται από πυκνό σκότος, όμως το παρελθόν του Χίλντεμπραντ αποκαταστάθηκε πλήρως μετά τον πόλεμο και το όνομα του "καθάρισε" από την κηλίδα του συμμετόχου στα έργα του ναζιστικού καθεστώτος.
Ο Γκούρλιτ παρουσιάστηκε ως αθώο θύμα του συστήματος λόγω της εβραϊκής καταγωγής της γιαγιάς του και -ήδη από το 1948- έπιασε ξανά δουλειά ως διευθυντής μουσείου. Όσο για τα έργα που είχε συγκεντρώσει, στην κατάθεση του στους Συμμάχους ισχυρίστηκε πως τα αγόραζε για να τα σώσει από την καταστροφή και δυστυχώς χάθηκαν όλα σε μια φωτιά κατά τον καταστροφικό βομβαρδισμό της Δρέσδης. Όμως, όπως πλέον γνωρίζουμε όλοι, αυτό ήταν ένα μεγάλο ψέμα.
"Επί δεκαετίες, όλοι γνώριζαν ποιος ήταν ο πατέρας του Κορνέλιους Γκούρλιτ, τι έκανε, και πως διαχειρίστηκε την επική συλλογή και τον πλούτο του μετά τον πόλεμο, δεν επρόκειτο για μυστικό," λέει ο πρόεδρος του Παγκοσμίου Εβραϊκού Συμβουλίου και προεδρεύων της Επιτροπής για την Ανάκτηση Έργων Τέχνης.
Προς επίρρωσιν των δηλώσεων του η έκθεση στην Βόννη παρουσιάζει για πρώτη φορά στο κοινό εκτός από τους πίνακες και πολλά χειρόγραφα σημειώματα, επιστολές και άλλα τεκμήρια που αποδεικνύουν την έκταση της συγκάλυψης της προέλευσης των έργων που πουλούσε ο Χίλντεμπραντ.
Πώς είναι δυνατόν να έκρυψαν οι Γκούρλιτ μια συλλογή τέτοιων διαστάσεων και να δρούσαν ανενόχλητοι επί πενήντα ολόκληρα χρόνια; Πόσες αγοραπωλησίες πραγματοποίησαν χωρίς να ενοχληθούν οι συλλέκτες από την αμφισβητούμενη προέλευση των πινάκων και των γλυπτών;
Ανάμεσα στα εκθέματα περιλαμβάνονται ψευδείς ένορκες καταθέσεις, κωδικοποιημένες συναλλαγές με εμπόρους τέχνης καθώς και μία από τις ελάχιστες εναπομείνασες εκδόσεις του Γαλλικού καταλόγου λαφυραγωγημένων έργων τέχνης, το Répertoire des biens spoliés.
Όλα αυτά τα έγγραφα, και ιδιαίτερα η κατοχή του καταλόγου, δεν αφήνουν κανένα περιθώριο αμφισβήτησης πως ο γιος γνώριζε καλά πως η κληρονομιά του πατέρα του δεν ήταν υπεράνω υποψίας.
Οι σκιές αυτές και η ηθική υποχρέωση απέναντι στις οικογένειες που έχασαν την περιουσία τους μαζί με αντικείμενα μεγάλης συναισθηματικής αξίας, υπαγόρευσαν την απόφαση του Kunstmuseum Bern να μην αποδεχθεί την κυριότητα των έργων για τα οποία υπάρχει έστω και ελάχιστη αμφιβολία για τον τρόπο απόκτησης τους. Ο αριθμός των "καθαρών" έργων μετά βίας αγγίζει το 50, πρόκειται μόλις για το ένα τρίτο των πινάκων που εκτίθενται σήμερα.
Επίσης θεωρείται πιθανό ως τα τέλη του έτους να αποδειχθεί ότι αρκετά από τα έργα που εκτίθενται και στην Βόννη είναι λάφυρα των Ναζί, και το μέλλον τους θα είναι αβέβαιο. Το πιθανότερο είναι να παραμείνουν στην Γερμανία καθώς οι δύο χώρες συμφώνησαν πως μόνο "καθαρά" έργα θα ταξιδέψουν τελικά στην Ελβετία.
Όποια όμως κι αν είναι η κατάληξη της συλλογής τα ενοχλητικά ερωτήματα παραμένουν και αμαυρώνουν το σύνολο του κόσμου της εμπορίας έργων τέχνης. Πώς είναι δυνατόν να έκρυψαν οι Γκούρλιτ μια συλλογή τέτοιων διαστάσεων και να δρούσαν ανενόχλητοι επί πενήντα ολόκληρα χρόνια; Πόσες αγοραπωλησίες πραγματοποίησαν χωρίς να ενοχληθούν οι συλλέκτες από την αμφισβητούμενη προέλευση των πινάκων και των γλυπτών;
Δυστυχώς φαίνεται πως ό,τι απαντήσεις κι αν δοθούν, ο κόσμος της τέχνης δεν θα μπορέσει να απαλλαχθεί των ευθυνών του.