ΣΥΜΒΑΙΝΕΙ ΤΩΡΑ

Φωτογράφοι

Φωτογράφοι Facebook Twitter
0

Όπως και να 'χει, στα δικά μου μάτια ο φωτογραφος ήταν ένας πρωταγωνιστής από το παρασκήνιο. Αποφάσισα, λοιπόν, ήδη από τότε ότι το επάγγελμα αυτό ήταν που μου ταίριαζε περισσότερο – μαζί φυσικά με εκείνο του αστροναύτη, ψηλά εκεί πάνω θα μπορούσα να φωτογραφίσω με τη μία ολόκληρη την Αφρική και μετά θα έτρωγα πίτσες σε σωληνάρια.


Ο μπαμπάς μου όσο κι αν του ζητούσα επίμονα να μου πάρει μια φωτογραφική μηχανή αρνιόταν πεισματικά. Ήξερε καλά ότι θα έμπλεκα με ένα δαπανηρό χόμπυ κι ότι αργότερα θα του ζητούσα καλύτερη κι ακριβότερη συσκευή, θα επενέβαινε η μάνα μου και θα με υποστήριζε, θα του θύμιζε πόσο αχαΐρευτος είναι, ότι της έκανε τη ζωή ποδήλατο, ότι την είχε δούλα μέσα στο σπίτι, οι κουρτίνες βρωμάν απ' τα τσιγάρα του, πάλι μάζευε τις τρίχες από το μπάνιο, να κάτσει να μαγειρέψει μόνος του, δεν αντέχει άλλο, πάει στη γειτόνισσα για καφέ! Τελικά ο μπαμπάς μου θα μου έριχνε μια φάπα και θα πήγαινε στον κυρ Θόδωρα στη γωνία να αγοράσει μπιφτέκια.

Μόλις έφτασε το φορτηγό με την καινούρια μου φωτογραφική μηχανή, ξεκίνησα αμέσως γυμναστήριο για να μπορώ να την χειριστώ. Σε πρώτη φάση ήμουν αναγκασμένος να αυτοσχεδιάσω, γιατί το βιβλίο χρήσης ήταν στα ρωσικά. Μου άρεσε πολύ ο θόρυβος που έκανε το κουμπί της και το πατούσα για να τρομάζω τον κόσμο στη γειτονιά.


Η επιμονή μου είχε τελικά αποτέλεσμα και στα 14 μου κατάφερα να αποκτήσω τη δική μου μηχανή. Ο αδερφός μου είχε βρει κοψοχρονιά σε ένα παζάρι μια συσκευή Ζενίθ, σοβιετικής προελεύσεως, και μου την έκανε δώρο στα γενέθλιά μου. Όλα όσα φτιάχνονταν στο παλιό εκείνο κράτος ήταν πολύ φτηνά, ποιοτικά και 20 κιλά βαρύτερα – ο παππούς μου μας είχε φέρει κάποτε από τη Μόσχα έναν ανεμιστήρα ταβανιού, αλλά λόγω μεγέθους τον πουλήσαμε αργότερα για ανεμογεννήτρια. Μόλις έφτασε το φορτηγό με την καινούρια μου φωτογραφική μηχανή, ξεκίνησα αμέσως γυμναστήριο για να μπορώ να την χειριστώ. Σε πρώτη φάση ήμουν αναγκασμένος να αυτοσχεδιάσω, γιατί το βιβλίο χρήσης ήταν στα ρωσικά. Μου άρεσε πολύ ο θόρυβος που έκανε το κουμπί της και το πατούσα για να τρομάζω τον κόσμο στη γειτονιά. Σιγά σιγά άρχισα να μαθαίνω τις ρυθμίσεις, τις ταχύτητες, το διάφραγμα, τις ευαισθησίες του φιλμ και να απογαλακτίζομαι από το φωτόμετρο της συσκευής. Οι φωτογραφίες μου παρουσίαζαν αρχικά ένα φτωχό αισθητικό αποτέλεσμα, μέχρι που έμαθα κάποια ρωσικά, κατάφερα και διάβασα το βιβλίο χρήσης και διαπίστωσα ότι τόσο καιρό κρατούσα τη μηχανή ανάποδα. Έτσι έκανα μια σημαντική στροφή 180 μοιρών στη φωτογραφική μου σταδιοδρομία.


Κάτι άλλο χρήσιμο που έμαθα ήταν ότι δε χρειαζόταν να ανοίγω το πορτάκι του φιλμ για να αερίζεται. Οι λήψεις μου έτσι απέκτησαν φως, ευαισθησία, χάρη, είχα να μάθω όμως πολλά ακόμα για να λέω ότι κατέχω καπως το αντικείμενο. Την ευκαιρία να εξελιχθώ μού την προσέφερε ο φωτογραφικός σύλλογος του πανεπιστημίου. Ανάμεσα στις δραστηριότητές του περιλαμβάνονταν δωρεάν μαθήματα από βετεράνους φοιτητές στην αίθουσα διδασκαλίας και στο σκοτεινό θάλαμο, φωτογραφικές εξορμήσεις στην πόλη και στα προάστια, εκδρομές στη γύρω ύπαιθρο, πάρτι, χαμένες εξεταστικές και πολλές άλλες εκπλήξεις. Οι περισσότερες ώρες φυσικά αξιοποιούνταν στο σκοτεινό θάλαμο, ένα καμαράκι χωρίς πόρτα που προέκυψε από λάθος του μηχανικού. Οι ίδιοι οι φοιτητές είχαν ανοίξει μια είσοδο τύπου Λε Κορμπυζιέ σε στρογγυλό σχήμα, για να χωρέσει το εμφανιστήριο και τα υπόλοιπα εξαρτήματα, που αγοράστηκαν με πολλές θυσίες από παλιά μέλη του συλλόγου, τα περισσότερα σοβιετικής προέλευσης (τα εξαρτήματα, όχι τα μέλη).


Μέσα, λοιπόν, στο σκοτεινό θάλαμο περνούσαμε άπειρες ώρες, μια ατέρμονη αναδίφηση στα μυστικά της φωτογραφίας, που μας παράσερνε τόσο που χάναμε κάθε αίσθηση χρόνου – εγώ που ποτέ δεν έτρωγα πιτόγυρο πριν τις 10 το πρωί. Ένα προβληματάκι υπήρξε με την πλήρη συσκότιση του θαλάμου, ειδικά στην αρχή που δε γνώριζα τα κατατόπια και τις τεχνικές της τυφλόμυγας. Πρώτη φορά μπήκα σε θάλαμο τη στιγμή που ξεκινούσε η διαδικασία εμφάνισης του φιλμ. Για έναν αρχάριο όπως εγώ ήταν μάλλον κάτι βαρετό, γιατί δε μάθαινες και πολλά πράγματα ακούγοντας μονάχα τα πλατς πλουτς στις χημικές ουσίες και τις βρισιές από τα μικροατυχήματα στο σκοτάδι. Ευτυχώς είχα φάει νωρίτερα τζατζίκι της μάνας μου και η σκορδίλα με γλίτωσε από τα τσαλαπατήματα. Κανείς δεν απεχθάνεται περισσότερο τη μυρωδιά του σκόρδου από τη Στέλλα. Σε τέτοιο βαθμό που στην πρώτη μου ερωτική εξομολόγηση τα δάκρυά της δεν οφείλονταν στα γεμάτα πάθος λόγια μου αλλά στις αναθυμιάσεις από το γειτονικό πατσατζίδικο.


Πολύ σημαντικές για τη φωτογραφική μας εκπαίδευση ήταν οι εκδρομές που κάναμε στη γύρω περιοχή, γεμάτη από ορεινά παραδοσιακά χωριά. Η πρώτη μας φορά ήταν μοναδικη λόγω του ενθουσιασμού που επιδείξαμε. Ξεκινήσαμε πρωί πρωί γεμάτοι κέφι, καρφίτσα δεν έπεφτε στο λεωφορείο, ο καθένας μας με πλήρη εξοπλισμό κι έτοιμος να αντιμετωπίσει τις φωτογραφικές προκλήσεις της περιήγησής μας στα νεφελώδη βουνά της Πίνδου. Η πρώτη μας στάση έγινε 50 μέτρα από την αφετηρία, σε ένα οικόπεδο γεμάτο τσαλιά. Όλος ο κόσμος ξεχύθηκε έξω από το λεωφορείο για να αποτυπώσει την αλληγορία της φύσης (τα τσαλιά) που μεγαλουργεί ανάμεσα στα χαλάσματα. Μετά από κάνα μισάωρο επιβιβαστήκαμε στο όχημα και ξεκινήσαμε πάλι με προορισμό τα ορεινά χωριά, αγέρωχους μάρτυρες των πιο ηρωικών στιγμών του Γένους μας. Ξανακάναμε στάση δυο τετράγωνα παρακάτω, πίσω από τη νομαρχία, για να φωτογραφήσουμε ένα λεμονοκυπάρισσο, μια άλλη πάλι αλληγορία της υπέρμετρης δύναμης του "είναι" μας και κατι άλλα συναφή. Για την επόμενη στάση δε χρειαστήκαμε το λεωφορείο, το πήραμε με τα πόδια κάνα δεκάλεπτο για να τραβήξουμε κάτι γκρεμίδια από πληθιά, μια ακόμα αλληγορία δε θυμάμαι κι εγώ τι.


Στον προορισμό μας, τα χωριά που λέγαμε, φτάσαμε κατά το σούρουπο, φάγαμε κάτι χορτόπιτες και πήραμε αμέσως το δρόμο της επιστροφής. Η εκδρομή επαναλήφθηκε λίγους μήνες αργότερα, οργανώθηκε καπως καλύτερα και ήταν αφιερωμένη στο πορτραίτο. Όταν φτάσαμε στο ορεινό χωριό, η εκκλησία ακόμα λειτουργούσε. Χωρίς να χάσουμε χρόνο, στηθήκαμε στην πλατεία έξω από το προαύλιο και περιμέναμε την έξοδο των γερόντων. Με το που ακούστηκε το "Πάτερ ημών" τα δάχτυλα πήραν θέση στα κουμπιά των μηχανών και οι φακοί λόκαραν την έξοδο του ναού. Στη θέα της πρώτης γιαγιάς κλείστρα και διαφράγματα πήραν φωτιά. Δυο-τρεις τους φοβήθηκαν και ξαναμπήκαν στο ναό, μία άρπαξε τη σκούπα και οι υπόλοιπες μας πλησίασαν με ενδιαφέρον για κουβεντολόι. Τελικά η φωτογράφηση πήγε καλά και δεν ανησυχήσαμε ιδιαίτερα τους ντόπιους. Οφείλω μάλιστα να παραδεχτώ ότι ορισμένα παιδιά έκαναν εξαιρετική δουλειά αποτυπώνοντας πάνω στα σκαμμένα από το χρόνο πρόσωπα όλον τον πλούτο που κουβαλούν αυτοί οι άνθρωποι από αισθήματα, εμπειρίες, γνώσεις και τη μεγάλη απορία στο βλέμμα τους ποιανού παιδιά είμαστε.


Μόλις ξοδεύτηκαν και τα τελευταία φιλμ, πήγαμε στο καφενείο του χωριού για ένα τσίπουρο και για να ακούσουμε τις ιστορίες που κουβάλαγε ο κάθε γέροντας πάνω του. Οι ιστορίες κράτησαν κάνα δεκάλεπτο κι έπειτα άρχισαν τα παράπονα για τις συντάξεις τους, τους γιατρούς και τα φάρμακα. Πρόσφατα που πέρασα μια βόλτα από το ίδιο χωριό και έπιασα κουβέντα με τους σημερινούς γέρους, διαπίστωσα ότι η κατάσταση έχει αλλάξει σημαντικά. Τα παράπονα εξακολουθούν να υπάρχουν, μόνο που ο γιατρός έγινε τώρα η παλιά μαμή του χωριού ή τάμα στους Αγίους Αναργύρους, τα φάρμακα έγιναν βότανα από τη ρεματιά και οι συντάξεις... μερικοί γεροντότεροι θυμούνται ακόμη την ύπαρξή τους, τότε που το κράτος για κάποιο λόγο τους έδινε λεφτά κάθε μήνα, τι καλοί άνθρωποι κυβερνούσαν τότε, ο Θεός να αναπαύει την ψυχούλα τους, σε τι τους πλήρωναν, δραχμές, φλουριά ή γρόσια, διόλου δε θυμούνται πια, έφυγε κι ο κόσμος από το χωριό, άλλοι προς Βενετιά, άλλοι προς Τεργέστη, Οδησσό, Μασσαλία, τα λιμάνια της Πρωσίας κλπ. Μόνοι που ακολούθησαν σοβαρό επιχειρηματικό πλάνο ήταν κάποιοι τσελιγκάδες, που άνοιξαν ιστοσελίδες και προωθούν μυζήθρα με φραντσάιζ.


Οι δραστηριότητες της φωτογραφικής ομάδας περιλάμβαναν επίσης εξορμήσεις μέσα στην πόλη για την αποτύπωση στιγμών και όψεων της αστικής πραγματικότητας, καθώς και περιηγήσεις στο γειτονικό δάσος, όπου ασχολούμασταν με τη χλωρίδα, την πανίδα και τα διάσπαρτα ζευγαράκια. Εκεί επεχείρησα για πρώτη φορά να βγάλω σέλφι με μια καινούρια της ομάδας. Το κινητό μου ήταν ακόμη πρωτόγονο, ο φακός μικρός και στη φωτογραφία με το ζόρι χώρεσαν οι μύτες μας. Η σχέση μου μαζί της ήταν επίπονη. Μου έκανε συνεχώς ναζάκια και με έβαζε να την κυνηγάω μέσα στο δάσος για να κάνει την προπόνησή της στο τριπλούν. Παρόλο που με παράτησε, συνέχισα να τρέχω στο δάσος παρέα με το Βαγγέλη, που τουλάχιστον ακολουθούσε τους δικούς μου ρυθμούς. Εκεί μπορείς να συναντήσεις τον κάθε απίθανο τύπο, γι' αυτό πού και πού κουβαλάω και τη φωτογραφική μου μηχανή. Μια φορά στο διάβα μας πετύχαμε κάποιον που φορούσε τη στολή του βασιλιά Ληρ. Μας ρώτησε κατά πού πέφτει το δημοτικό θέατρο, του απαντήσαμε ότι βρίσκεται στην κεντρική πλατεία, πέντε χιλιόμετρα μακριά, κι εκείνος έφυγε βρίζοντας τον ταξιτζή.


Αργότερα μάθαμε ότι ο ταξιτζής δεν ήταν πραγματικός, αλλά ήρωας του Μπέκετ. Κι εμείς δεν κάναμε τζόγκινγκ, αλλά είμασταν αγγελιαφόροι από τους Πέρσες του Αισχύλου. Πήρα τηλέφωνο τη Στέλλα εξηγώντας της ότι θα αργήσω, γιατί έπρεπε να αναγγείλουμε στην περσική αυλή κάποιες ήττες του Ξέρξη – ήθελε να τους βάλει με το στανιό στο κοινό του νόμισμα. Παρά το βαρύ κλίμα και τους θρήνους η μάνα του, η Άτοσσα, μας σέρβιρε κάτι πολύ νόστιμα καναπεδάκια, έσκασε μύτη και το φάντασμα του Δαρείου που άρχισε τα κρύα ανέκδοτα και η βραδιά κύλησε ευχάριστα. Μου έπεσε όμως βαρύς ο καβουρμάς και ξύπνησα χαράματα στο κρεβάτι μου μες στον ιδρώτα. Η Στέλλα δεν άντεξε τα παραμιλητά μου και κοιμήθηκε στον καναπέ. Τσιμπήθηκα για να καταλάβω πού βρισκόμουν και με ανακούφιση διαπίστωσα ότι δε φορούσα χλαμύδα, αλλά τη νυχτικιά του δον Κιχώτη. Το δόντι μου εξακολουθούσε να με πονάει. Πολύ δυνατό το ούζο για γαργάρες, άλλη φορά θα προτιμήσω ωμή πατάτα.

0

ΣΥΜΒΑΙΝΕΙ ΤΩΡΑ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

«Μετά την πανδημία του κορωνοϊού, η ανισότητα θα αυξηθεί»

Σωτήρης Ντάλης / «Μετά την πανδημία του κορωνοϊού, η ανισότητα θα αυξηθεί»

Ο αναπληρωτής καθηγητής στο Τμήμα Μεσογειακών Σπουδών του Πανεπιστημίου Αιγαίου και επικεφαλής της Μονάδας Έρευνας για την Ευρωπαϊκή και Διεθνή Πολιτική σχολιάζει τον αντίκτυπο της πανδημίας και της εκλογής Μπάιντεν στην Ευρώπη.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
«Επί Τραμπ οι μειοψηφίες κατέστησαν πλειοψηφίες»

Σωτήριος Σέρμπος / «Επί Τραμπ οι μειοψηφίες κατέστησαν πλειοψηφίες»

Τι σηματοδοτεί η εποχή Μπάιντεν και τι αφήνει πίσω του ο απερχόμενος Πρόεδρος; Απαντά στη LiFO ο Σωτήριος Σέρμπος, αναπληρωτής καθηγητής Διεθνούς Πολιτικής στο Δημοκρίτειο Παν/μιο Θράκης και Ερευνητής στο ΕΛΙΑΜΕΠ.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
Θεοκλής Ζαούτης: «Είναι αρκετά πιθανόν να έχουμε τρίτο κύμα πανδημίας»

Ελλάδα / Θεοκλής Ζαούτης: «Είναι αρκετά πιθανόν να έχουμε τρίτο κύμα πανδημίας»

Ο καθηγητής Παιδιατρικής και Επιδημιολογίας στο Πανεπιστήμιο της Πενσιλβάνια και μέλος της Επιτροπής των Λοιμωξιολόγων του υπουργείου Υγείας μιλά για τα τελευταία δεδομένα της πανδημίας.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
Ο γυμνός βασιλιάς, το Καπιτώλιο και η επόμενη μέρα

Νικόλας Σεβαστάκης / Ο γυμνός βασιλιάς, το Καπιτώλιο και η επόμενη μέρα

Ο Ντόναλντ Τραμπ δεν είναι ένας Γουίλι Σταρκ της εποχής μας. Υπάρχει κάτι σημαντικό που χωρίζει τη λαϊκιστική φαντασία των χρόνων του Μεσοπολέμου –όπως την αναπλάθει το μυθιστόρημα του Γουόρεν– από τα πλήθη που είδαμε να βγαίνουν από τα μεσαιωνικά σπήλαια των social media για να ορμήσουν προς το Καπιτώλιο.
ΝΙΚΟΛΑΣ ΣΕΒΑΣΤΑΚΗΣ
Ευάγγελος Μανωλόπουλος: «Να μάθουμε να ζούμε με τις μάσκες, γιατί θα αργήσουμε να τις βγάλουμε»

Ελλάδα / Ευάγγελος Μανωλόπουλος: «Να μάθουμε να ζούμε με τις μάσκες, γιατί θα αργήσουμε να τις βγάλουμε»

Ο καθηγητής Φαρμακολογίας, Φαρμακογονιδιωματικής και Ιατρικής Ακριβείας στο Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο Θράκης και πρόεδρος της Ελληνικής Εταιρείας Φαρμακολογίας, Ευάγγελος Μανωλόπουλος, μιλά στη LiFO για τα εμβόλια και τις φαρμακευτικές αγωγές που εξετάζονται. Απαντά για το δεύτερο κύμα της πανδημίας, εξηγεί ποια είναι η αλήθεια για τις ΜΕΘ, πότε θα αποχωριστούμε τις μάσκες αλλά και πότε προβλέπεται η επάνοδος στην κανονικότητα.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
Γιατί η ασφάλεια του εμβολίου είναι υψηλού βαθμού; Ο καθηγητής της Οξφόρδης Πέτρος Λιγοξυγκάκης εξηγεί

Τech & Science / Γιατί η ασφάλεια του εμβολίου είναι υψηλού βαθμού; Ο καθηγητής της Οξφόρδης Πέτρος Λιγοξυγκάκης εξηγεί

Τι θα σημάνει η γενική χρήση των εμβολίων; Θα εφαρμοστούν νέοι κανόνες σχετικά με τον εμβολιασμό; Πότε προσδιορίζεται η έναρξή του; Και τι γίνεται με τους αρνητές;
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
Η ενδοχώρα της άρνησης και το εμβόλιο

Νικόλας Σεβαστάκης / Η ενδοχώρα της άρνησης και το εμβόλιο

Η όποια στρατηγική για τον εμβολιασμό χρειάζεται να είναι σκληρή με τον νεοφασισμό των fake news και της ωμής παραπλάνησης. Την ίδια στιγμή, όμως, πρέπει να εντάξει τις ανησυχίες, τις αντιρρήσεις και τις δεύτερες σκέψεις πολλών ανθρώπων.
ΝΙΚΟΛΑΣ ΣΕΒΑΣΤΑΚΗΣ
Ευάγγελος Καϊμακάμης: «Έχουν πεθάνει πολλοί σαραντάρηδες στα χέρια μας χωρίς προβλήματα υγείας»

Ελλάδα / Ευάγγελος Καϊμακάμης: «Έχουν πεθάνει πολλοί σαραντάρηδες στα χέρια μας χωρίς προβλήματα υγείας»

Ο πνευμονολόγος-εντατικολόγος στο νοσοκομείο Παπανικολάου μιλά για την κατάσταση που επικρατεί σήμερα στις ΜΕΘ και τις μελλοντικές ανησυχίες του σχετικά με την πανδημία.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
Θεόδωρος Βασιλακόπουλος: «Ακόμη κι αν είχαμε 10.000 κλίνες ΜΕΘ, αν γέμιζαν όλες, θα θρηνούσαμε 4.000 θανάτους»

Ελλάδα / Θεόδωρος Βασιλακόπουλος: «Ακόμη κι αν είχαμε 10.000 κλίνες ΜΕΘ, αν γέμιζαν όλες, θα θρηνούσαμε 4.000 θανάτους»

Ο καθηγητής Πνευμονολογίας-Εντατικής Θεραπείας της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών σχολιάζει όλες τις τελευταίες εξελίξεις στο μέτωπο της πανδημίας.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ