«Μόλις ο ήλιος φωτίση τας λευκάς Αθήνας, οι κοιμισμένοι ακόμη άνθρωποι θα ξυπνήσουν από τους γλυκούς ήχους των οργανέτων, τα οποία αρχίζουν από τας οκτώ το πρωί έως εις τας οκτώ το βράδυ να περνούν ατελείωτα και να σκορπίζουν τον αντίλαλον μιας Ναπολιτανικής ή Παρισινής ζωής, με τα βαλσάκια και τα τραγουδάκια τα οποία παίζουν, αλλά και μιας Ανατολίτικης μαζί -δια να μη ξεχνούμε την υπόστασίν μας- με τους αμανέδες.
Αργότερα ακολουθεί το γαϊτανάκι, το οποίον ακολουθεί ολόκληρος στρατιά γουριάδων. Αι νοικοκυραί αφίνουν την κουζίναν και το μαγειρειό και με τα κρεμμύδια μισοκαθαρισμένα εις την ποδιάν των τρέχουν εις της πόρτες των σπιτιών των και έχουν τα μάτια δακρυσμένα -όχι από την συγκίνησιν αλλά από το καθάρισμα των κρεμμυδιών.
Εις την μικράν πλατείαν είνε συναθροισμένος άλλος κόσμος και διασκεδάζει παρακολουθών τας δυσκόλους εκτελέσεις των σαλτιμπάγκων. Ύψωσις βαρών, πηδήματα, τούμπες, παλεύματα αθλητικά και τόσαι άλλαι κινήσεις προξενούν την ευτυχίαν της Αθηναϊκής γειτονιάς.
Από την γωνίαν του ο ταβλατζής άφησεν το εμπόριόν του εκτεθειμένον εις την αδιακρισίαν των μικρών αγοραστών και επλησίασε να παρακολουθήση την εκ του προχείρου παράστασιν των σαλτιμπάγκων.
Δεν λείπει και ο προϊστορικός ακόμη πωλητής της μέντας-μαστίχας από το μέσον, ο οποίος εύρε ψυχολογικήν την στιγμήν να κάμνη την θριαμβευτικήν του εμφάνισιν.
Αθάνατοι ελληνικοί τύποι, οι οποίοι με όλας τας αλλαγάς αι οποίαι ημπορούν να συμβούν εις την Ελλάδα, θα μένουν πάντοτε οι ίδιοι από γενεάς εις γενεάν, πιστοί εις τας παραδόσεις και στύλοι ασάλευτοι του παρελθόντος.
Ιδού η ευτυχία του νεοέλληνος. Η καλοσύνη του καιρού δεν ήλθε, παρά ως ενίσχυσις της καθημερινής χαράς του».
Εικόνες γεμάτες νοσταλγία και ανεμελιά που σε κάνουν να ζηλεύεις και να θέλεις να μεταφερθείς σε άλλες εποχές...
(«Σκριπ», Σωτήρης Σκίπης, 1914)
Η ανοιξιάτικη Παλιά Αθήνα περιμένει την επίσκεψή σας.
σχόλια