Antonio Tabucchi: Για την Ίζαμπελ
«Το σημαντικό είναι να ψάχνεις,
δεν έχει σημασία αν βρίσκεις ή δεν βρίσκεις».
Πώς να χαρακτηρίσει κανείς μια ιστορία σαν αυτή; Εκ πρώτης όψεως, θα μπορούσε να μοιάζει με φανταστικό μυθιστόρημα, ίσως όμως να ξεφεύγει από κάθε πιθανό προσδιορισμό. Ο Ταμπούκι έβαλε ως υπότιτλο «Ένα μάνταλα»· όμως, αν κοιτάξουμε καλύτερα, με κριτήρια εντελώς ανατολίτικα, θα δούμε πως πρόκειται τελικά για μια αναζήτηση, για μια έρευνα που φαίνεται σα να διεξάγεται από κάποιον μεταφυσικό Φίλιπ Μάρλοου. Ωστόσο, με τη μεταφυσική, σε αυτήν τη σπασμωδική και περιπλανώμενη έρευνα, συνταιριάζεται μια εντελώς γήινη άποψη της ζωής: γεύσεις, μυρωδιές, τόποι, πόλεις, φωτογραφίες που συνδέονται με τον κόσμο της φαντασίας μας, με τα όνειρά μας, αλλά και με την καθημερινή μας εμπειρία. Τότε, λοιπόν; Στο σημείωμά του ο Ταμπούκι μάς προτρέπει να σκεφτούμε έναν μοναχό ντυμένο στα κόκκινα, τον Χαίλντερλιν και κάποιο ναπολιτάνικο τραγούδι. Ετερόκλητα συστατικά, θα μπορούσε να πει κάποιος. Ίσως όμως είναι καλύτερα να μην ψάχνουμε για συνάφεια σε ένα από τα πιο εκκεντρικά και προφητικά μυθιστορήματα που μας έχει χαρίσει ποτέ η ιταλική λογοτεχνία. Ένα μυθιστόρημα που κυκλοφόρησε μετά τον θάνατο του μεγάλου συγγραφέα.
Θα μπορούσε να φανεί παράξενο ότι ένας συγγραφέας που έχει περάσει τα πενήντα και έχει εκδώσει τόσα βιβλία νιώθει ακόμα την ανάγκη να δικαιολογήσει τις περιπέτειες της γραφής του. Και σ' εμένα φαίνεται παράξενο. Προφανώς δεν έχω λύσει ακόμα το δίλημμα αν πρόκειται για ένα αίσθημα ενοχής απέναντι στον κόσμο ή για μια απλούστερη επεξεργασία του πένθους, που μου διέφυγε. Φυσικά, και άλλες ενδεχόμενες υποθέσεις είναι δεκτές. Θέλω να υπογραμμίσω πως εκείνη την καλοκαιρινή νύχτα μού έτυχε να πετάξω ως τη Νάπολη με τη φαντασία, γιατί σ' εκείνο τον μακρινό ουρανό υπήρχε ένα φεγγάρι ολόγιομο. Και ήταν ένα φεγγάρι κόκκινο. – Α.Τ.