Χόρχε Μπουκάι: Μια ιστορία λυπητερή, όχι και τόσο λυπητερή
«Δεν μπορούσα να φανταστώ χειρότερο πράγμα. Να ξεριζώνεις ένα αγκάθι για να μπορέσεις να μείνεις ζωντανός, και μετά να συνειδητοποιείς πως ναι μεν δεν νιώθεις πόνο χωρίς το αγκάθι, αλλά δεν νιώθεις ούτε την καρδιά σου...
Τα μάτια μου θόλωσαν και ήμουν έτοιμη να βάλω τα κλάματα».
Όταν η απόμακρη και αντικοινωνική γιαγιά αρρωσταίνει και έρχεται να εγκατασταθεί στο σπίτι, η μικρή Σοφία και η μαμά της υποφέρουν από την κακότροπη ηλικιωμένη και η ζωή τους δυσκολεύει. Μα, τι έχει πάθει αυτή η γιαγιά και φέρεται έτσι; Τι της έχει συμβεί και μισεί τους πάντες και τα πάντα; Μετά από λίγες εβδομάδες, η Σοφία αρχίζει να αντιλαμβάνεται ότι η απότομη συμπεριφορά της γιαγιάς της είναι στην πραγματικότητα ένα πέπλο που προσπαθεί να καλύψει μια ιστορία απώλειας και μεγάλου πόνου. Η θάλασσα, η ποίηση και τα φυτά αποδεικνύονται τρεις πολύτιμοι συμπαραστάτες στον σκληρό εσωτερικό αγώνα που δίνουν οι τρεις γυναίκες ώσπου να κερδίσουν τα βαρύτιμα έπαθλα της συμφιλίωσης, της αυτογνωσίας και της συγγνώμης που χρωστάμε στον ίδιο μας τον εαυτό.