Τζέιμς Ντέιβιντ Βανς: Το τραγούδι του χιλμπίλη
«Ήμουν ένα απ' αυτά τα παιδιά με το δυσοίωνο μέλλον. Παραλίγο να παρατήσω το λύκειο. Παραλίγο να παραδοθώ κι εγώ σ' εκείνη τη βαθιά οργή και πίκρα που έχει καταλάβει τους πάντες γύρω μου. Σήμερα οι άνθρωποι με βλέπουν, με την ωραία μου δουλειά και τα λαμπερά μου πτυχία, και φαντάζονται πως είμαι κάποιου είδους ιδιοφυΐα ― ότι μονάχα ένας εξαιρετικά προικισμένος άνθρωπος θα μπορούσε να φτάσει εδώ που έφτασα εγώ. Με κάθε σεβασμό προς τους ανθρώπους αυτούς, πιστεύω ότι η θεωρία αυτή είναι μια βλακεία και μισή. Όποια ταλέντα και να έχω, βρέθηκα ένα μόλις βήμα πριν απ' τον γκρεμό, έως ότου μερικοί άνθρωποι μ' έσωσαν χάρη στην αγάπη τους».
Αφοπλιστικά ειλικρινές, σχεδόν ξεγυμνωτικό, το «Τραγούδι του χιλμπίλη» είναι ένα αφήγημα αμείλικτα σκληρό και ταυτόχρονα μια ωδή στην πίστη και στην αγάπη. Δεν είναι απλώς η δραματική προσωπική ιστορία ενός παιδιού που γίνεται άντρας. Δεν είναι απλώς το χρονικό μιας διαλυμένης οικογένειας. Είναι και η αδυσώπητη ψυχογραφία μιας παραγνωρισμένης κοινωνικής τάξης που με διαφορετική μορφή μπορούμε να την εντοπίσουμε σχεδόν σε κάθε χώρα. Στην Αμερική τούς λένε χιλμπίληδες, λευκά σκουπίδια. Αλλού τους λένε αλλιώς. Το σίγουρο είναι πως η τάξη αυτή έχει επανέλθει βροντερά στο προσκήνιο, προκαλώντας ξάφνιασμα, ακατανοησία και τρόμο.
Το «Τραγούδι του χιλμπίλη» μιλά για τον θυμό, την παραίτηση, την αυτοεγκατάλειψη. Μιλά για πάθη παράφορα που καταστρέφουν ζωές. Μιλά για το πόσο βαθιά μάς σημαδεύουν οι εξωτερικές συνθήκες της ζωής μας ― η οικογένεια, ο περίγυρος, η εποχή. Μιλά όμως και γι' ανθρώπους που, κόντρα στα προγνωστικά, κατάφεραν να μείνουν όρθιοι και βρήκαν το κουράγιο να πάρουν τη μοίρα τους στα χέρια τους.