Ο Ντιντιέ Τραβόλτα αναγκάζεται να γίνει ο βασιλιάς της Disco, προκειμένου να δει το παιδί του. H πρώην γυναίκα του τον απειλεί ότι δεν θα του στείλει το γιο τους για διακοπές, αν πρώτα δεν σιγουρευτεί ότι ο άνεργος και ελαφρά loser ήρωάς μας θα έχει εξασφαλίσει τα χρήματα και τις προοπτικές για σωστές διακοπές του παιδιού του. Στην απελπισία του μία είναι η λύση: να ξανασχηματίσει τη χορευτική ομάδα που διέπρεψε στους διαγωνισμούς χορού disco πριν από 20 σχεδόν χρόνια, τους Bee Kings. Μόνο αν πάρουν το πρώτο βραβείο έχει ελπίδα να δει το γιο του. Οι δυο φίλοι του είναι ελαφρώς σκουριασμένοι, αλλά χάρη στην αγάπη τους για τους Bee Gees και την παλιά φιλία στηρίζουν τον Ντιντιέ, έναν τύπο που έχει κολλήσει στα κολλητά παντελόνια, τα αμάνικα μπλουζάκια και το πάθος για ένα είδος μουσικής που απειλεί να τον κάνει ρεζίλι σε όλους, πέρα από τη γειτονιά που τον αγαπάει και τον δέχεται όπως είναι. Ερωτεύεται κεραυνοβόλα τη δασκάλα χορού (τη στιγμή που ο αδελφός της φρικάρει και μόνο στη θέα του γαϊδουροέφηβου Ντιντιέ) και το κλειδί στην καλή πορεία των Bee Kings στους διαγωνισμούς χορού, παρά το νεανικότερο ανταγωνισμό, είναι η προσπάθεια του αφεντικού της διοργανώτριας Αρχής, της Ακαδημίας Gin Fizz, να ξεπλύνει μια παλιά αδικία και να ευνοήσει τον παλιό του φίλο, που κάποτε είχε ρίξει.

Πρόκειται για μια λαϊκή κωμωδία που έκοψε έναν τόνο εισιτήρια στη Γαλλία - εκεί που ο Ντιμπόσκ είναι δημοφιλής, η παρόμοια θεματική των ταινιών του πιάνει τόπο και το επιτελείο των ηθοποιών αγγίζει μαζικές χορδές. Ενώ η ταινία επιχειρεί μια σύμπτυξη του Άνδρες με τα Όλα τους, με τα κουρασμένα κι άνεργα αγόρια να βρίσκουν το κέφι τους για χορευτικές περιπέτειες, με τον Πυρετό το Σαββατόβραδο, αντιγράφοντας επακριβώς κάποιες χορευτικές σκηνές του δεύτερου και πλακώνοντας την ταινία με τις ντίσκο επιτυχίες της εποχής, συμπεριλαμβανομένων διασκευών του «Night Fever» και του «How Deep is your Love» (οι Bee Gees δεν επιτρέπουν να ακούγονται τα πρωτότυπα για λόγους που μόνο εκείνοι γνωρίζουν), αναδίδει κοπιαρισμένη φτήνια. Απουσιάζουν η πλάκα, η πρωτοτυπία και η παραμικρή προσπάθεια αληθοφάνειας. Μερικές σκηνές στην πίστα, και ειδικά η τελική μονομαχία με το «September» των Earth Wind and Fire, διαθέτουν ενέργεια αλλά και πάλι το άσχετο μοντάζ και η υπερβολή που προηγείται και έπεται προκαλούν μια μεγάλη απορία: μια ταινία με έναν τόσο εξωφρενικά ανήκουστο χαρακτήρα (ένας κολλημένος περιθωριακός που έχει καταφέρει να κάνει παιδί αλλά παραμένει εκτός τόπου και χρόνου) πώς και δεν κατάλαβε ότι θα έπρεπε να το γυρίσει στη χοντρή κωμωδία και όπου βγει, αντί να παίζει ανιαρό μονότερμα με το αληθινό συναίσθημα;