Τα μάτια του Καρίμ Λεκλού, ορθάνοιχτα σαν μεγάλα ερωτηματικά που προκαλούν το ενδιαφέρουν για την απάθεια που αντικατοπτρίζουν, είναι ένα ατού από μόνα τους. Ο Βενσάν που υποδύεται στο σκηνοθετικό ντεμπούτο μεγάλου μήκους του Στεφάν Καστάν πηγαίνει κι έρχεται, εργάζεται αθόρυβα και αποσύρεται σιωπηλά στα ιδιαίτερα διαμερίσματα της ψηφιακής αναζήτησης συντρόφου –όχι απαραίτητα πρόσκαιρης–, αποτελώντας ιδανικό εκπρόσωπο της μοναχικής αδιαφορίας και καθρέφτη της σύγχρονης αστικής αποξένωσης. Ως ανέκδοτο, θα ήταν ένας από εκείνους που παλιότερα κάποιος, άνευ λόγου ζοχαδιακός, θα του απηύθυνε τον λόγο, χωρίς καμία αφορμή, για να του πει «τι κοιτάς, ρε, θες κάτι;», και θα τον φοβέριζε για να ξεσπάσει φραστικά, ή και κάτι χειρότερο. Χωρίς καμία αιτία, αντίστοιχα συνάδελφοί του, ο ένας μετά τον άλλο, του επιτίθενται στον εργασιακό του χώρο, ένα ρουτινιάρικο γραφείο σχεδίου, και δεν σταματούν να τον ξυλοκοπούν μέχρι κάποιος να τους χωρίσει. Ο Βενσάν απορεί, όπως όλοι, αλλά δεν επιθυμεί να προχωρήσει σε μηνύσεις. Άλλωστε, οι «εχθροί» του δεν έχουν ιδέα γιατί του όρμησαν και, κλαίγοντας, του ζητούν συγγνώμη ή, σαστισμένοι, χάνονται στο μυστήριο της ψυχής τους. Ωστόσο, το επαναλαμβανόμενο περιστατικό όχι μόνο δεν θεωρείται λήξαν αλλά συνεχίζει και εκτός: για κάποιον ανεξήγητο λόγο, ο φτωχός και τίμιος Λιονέζος πυροδοτεί παντού ακραίες δράσεις, ώσπου αντιδρά πιο βίαια απ’ ό,τι «θα του το είχε» κανείς, όταν θορυβείται βλέποντας στις ειδήσεις πως εκρηκτικές καταστάσεις ξεσπούν και σε άλλες περιοχές, με διαφορετικούς αποδέκτες. Στη διαδρομή συναντά μια υπάλληλο σε fast food και μεταξύ τους υφαίνεται μια σχέση road trip που δεν ξεκινά με τους καλύτερους οιωνούς.

 

Αν ο νεαρός Λάνθιμος σκηνοθετούσε μια low budget συγγενική παραλλαγή του World War Z, το Σκοτώστε τον Βενσάν θα μπορούσε να είναι η πιθανή σεναριακή ιδέα και κινηματογραφική εκδοχή μετα-αποκαλυπτικής σάτιρας, weird τόνου και αγέλαστης έκφρασης, προφανώς εμπνευσμένης από το συλλογικό σάλεμα του πρόσφατου παγκόσμιου εγκλεισμού, σαν κινηματογραφική περίπτωση Long Covid. Η ταινία, που έκανε πρεμιέρα στην Εβδομάδα Κριτικής του Φεστιβάλ Καννών του 2023, αποτελεί το πορτρέτο ενός κοιμισμένου αντιήρωα, κοινωνικά ασήμαντου και συνολικά αόρατου, ο οποίος ενεργοποιεί το ένστικτο και παραδόξως τον χαμένο ερωτισμό του όταν απειλείται, και ταυτόχρονα ένα ήπιο θρίλερ που ταξιδεύει με πυρομαχικά, αλλά διστάζει να τα χρησιμοποιήσει ή να τα ξεφορτωθεί στην πορεία.