Εισαι σε μια δυσκολη ηλικια. Τα φοιτητικα χρονια ειναι καπως μυθοποιημενα. Οποιος ειναι υπευθυνος κ σκεφτεται το μελλον μπορει να ζοριστει πολυ, γιατι αντιλαμβανεται πως τα χρονια αυτα ειναι καθοριστικα και βιωνει την αβεβαιοτητα. Δυστυχως χωρις φροντιστηριο δεν μπορεις να πιασεις πολυ καλους βαθμους στις πανελλαδικες και ειδικα στην εκθεση, μπορω να στο επιβεβαιωσω απο προσωπικη εμπειρια. 20+ χρονια πριν ο χειροτερος βαθμος μου ηταν στην εκθεση, επειδη απλα ο καθηγητης που με ανελαβε δεν ηταν "συστημικος". Βιωνεις βεβαια με ακραιο τροπο την κατασταση σου, ενω τα πραγματα ποτε δεν ειναι μαυρα ή ασπρα. Το οτι δε διαπρεπεις στη σχολη σου δε σημαινει πως εισαι "αχρηστος", εχω την αισθηση πως παραεισαι αυστηρος με τον εαυτο σου. Λαθος να εχεις εγκαταλειψει αλλα ταλεντα ή χομπι που εχεις, αλλαξε το αμεσα. Ξερω αρκετους ανθρωπους στην ηλικια μου (40+) που αλλα σπουδασαν κ αλλα κανουν επαγγελματικα. Ζητω συγγνωμη για τις σκορπιες σκεψεις, ειναι η ωρα του lunch break κ το αιμα εχει παει στο στομαχι... Καλη σου τυχη!
30.10.2018 | 10:56
Δεν βλέπω μέλλον με την σχολή και νιώθω άχρηστος
Έδωσα πανελλήνιες πριν 2 χρόνια στην θεωρητική κατεύθυνση. Από νωρίς διαπίστωσα ότι η τρίτη λυκείου δεν αστειεύεται. Σε σκοτώνει. Σε μισεί. Σε απεχθάνεται. Ωστόσο ήταν ήδη αργά. Πολλοί συμμαθητές μου είχαν ήδη αρχίσει τα φροντιστήρια από το καλοκαίρι της πρώτης λυκείου ενώ εγώ όχι. Εγώ δεν πήγα ποτέ φροντιστήριο για κανένα μάθημα. Πρώτον λόγω οικονομικών δυσχερειών και δεύτερον γιατί ήμουν αρκετά αφελής και ηλίθιος για να πιστεύω ότι μία φιλότιμη και ειλικρινής προσπάθεια θα μου εξασφάλιζε έναν αξιοπρεπή βαθμό για την πρώτη σχολή της αρεσκείας μου (και μοναδική στην οποία είχα σκοπό να πάω, παρόλο που δήλωσα μερικές ακόμη). Μία σχολή που ούτως ή άλλως δεν απαιτούσε σπουδαίο αριθμό μορίων. Αφού λοιπόν έδωσα, γνωρίζοντας από πριν που θα διέπρεπα και που θα με καταβαράθρωναν (και βγάζω την ουρά μου απ'έξω μόνο και μόνο επειδή στα μισά μαθήματα της κατεύθυνσης το ενδοσχολικό μάθημα ήταν απροκάλυπτα ενισχυτικό του φροντιστηρίου και όχι το αντίστροφο, συνεπώς εγώ και δύο άλλοι προσπαθούσαμε να μαζέψουμε τα ασυμμάζευτα). Η έκθεση ήταν το δυαντό μου χαρτί. Για αυτό και όταν είδα τον βαθμό μου βίωσα ένα μικρό έμφραγμα. Αν εκεί τα σκάτωσα, δεν ήθελα να ξέρω τί ακολουθούσε παρακάτω. Αν δεν έπεφτε η βάση δεν θα περνούσα στην σχολή επιλογής μου για 400 περίπου μόρια. Και δεν έπεσε. Αυτό που με πόνεσε περισσότερο ήταν ότι άτομα που ξέρω πολύ καλά πώς έγραφαν στην έκθεση πήραν βαθμούς ακριβοθώρητους για τα δεδομένα των πανελληνίων μόνο και μόνο επειδή έιχαν τον συγγραφικό τσελεμεντέ του φροντιστηρίου παραμάσχαλα μέχρι και στην χέστρα. Ποιός να μου το λεγε ότι ένα ψυχολογικό σκαμπίλι θα πονούσε πολύ περισσότερο από όλα τα πραγματικά που έχω φάει μαζί. Εν πάση περιπτώσει, προϊδέασα τους γονείς μου για το ενδεχόμενο του να μην έχω περάσει και να μην φοιτήσω, καθότι όλες οι άλλες σχολές μου ήταν παγερά αδιάφορες. Εκτός ίσως από την δεύτερη που έμοιαζε κάπως αξιόλογη και αρκούντως ενδιαφέρουσα. Αν δεν τα κατάφερνα, ήλπιζα να βρω δουλειά (οποιασδήποτε φύσεως) και να αυξήσω τις πιθανότητες να φοιτήσω όσο πιο σύντομα γινόταν στο εξωτερικό σε μία σχολή ανάλογη με την πρώτη και να επιστρέψω στην Ελλάδα για να εργαστώ. Φυσικά, δεν πέρασα στην πρώτη, αλλά κατάφερα να περάσω στην δεύτερη. Με ανάμικτα συναισθήματα υποσχέθηκα στους δικούς μου ότι θα έβαζα τα δυνατά μου για το πρώτο τουλάχιστον έτος, όπου και θα διαπίστωνα εάν η σχολή μου αρέσει και κατά πόσο είχα μέλλον. Και έτσι έφυγα στην κοντινή σχετικά πόλη όπου θα περνούσα τον επόμενο χρόνο της ζωής μου. Και έφαγα τα μούτρα μου. Πήρα μέτριους βαθμούς και διαπίστωσα ότι δεν κάνω για αυτό. Πάντα πίστευα ότι θα κατέληγα να κάνω κάτι σχετικό με τις τέχνες, τώρα όμως είχα κληθεί να ανταπεξέλθω σε έναν επιστημονικό κλάδο. Και δεν τα κατάφερνα. Δεν είμαι καθόλου κοινωνικός, δεν βγαίνω συχνά από το σπίτι, παρακολουθούσα πάντα τα μαθήματα κρατώντας σημειώσεις, αλλά και πάλι οι βαθμοί μου ήταν χάλια. Συνεπώς, ήταν ξεκάθαρο ότι δεν το έχω, ιδίως όταν κατέβαλα τρομερή προσπάθεια για να αναζωπυρώσω το ανύπρακτο ενδιαφέρον μου. Είπα στους δικούς μου ότι ήθελα να σταματήσω. Και πήρα την πληρωμένη απάντηση που δίνεται στο εγχειρίδιο "Γονιός και εκπαίδευση παιδιού" "ΤΙ ; ΧΩΡΙΣ ΠΤΥΧΙΟ ΣΗΜΕΡΑ ΞΕΡΕΙΣ ΠΟΥ ΘΑ ΚΑΤΑΛΗΞΕΙΣ ; ΣΤΟ ΔΗΜΟ ΘΑ ΔΟΥΛΕΥΕΙΣ, ΘΑ ΜΑΖΕΥΕΙΣ ΣΚΑΤΑ" . Εντάξει,ίσως δεν το είπαν ουρλιάζοντας, αλλά το σοκ ήταν γνήσιο και ανατριχιαστικό. Δηλαδή φύγαμε από το "ναι, πήγαινε να δεις αν σου αρέσει και βλέπουμε" στο "τι λες ρε τσόγλανε, θα σε φανε εκεί έξω χωρίς πτυχίο" μέσα σε λίγους μήνες. Από εκεί και πέρα τα πράγματα κύλησαν όπως θα περίμενε κανείς. Οι βαθμοί μου βελτιώθηκαν κάπως, εγώ κυκλοφορώ διαρκώς με την ανέκφραστη φάτσα κάποιου που περιμένει να τον πατήσει λεοφωρείο στη διασταύρωση μπας και λυτρωθεί, οι έξοδοί μου με τους ελάχιστους φίλους μειώθηκαν στο μία φορά τον μήνα ή δίμηνο και η μονάδικη απόλαυση που αντλώ από την "ζωή" μου είναι η σκέψη ότι μπορεί αισίως κάποια στιγμή να πεθάνω. Στο λύκειο η φράση "θέλω να αυτοκτονήσω" ήταν εσωτερικό υπερβολικό αστείο της παρέας σε περιτπώσεις βαρεμάρας άνευ προηγουμένου ή στην εκτόξευση κοτσάνων ασύλληπτης ηλιθιότητας από μέλη και μη της προαναφερθείσας παρέας. Τους τελευταίους μήνες έχει αποκτήσει νέο νόημα για εμένα. Κάποιες φορές τόσο αληθινό που ήθελα απεγνωσμένα να βρω το κουράγιο να το κάνω. Αλλά ξέρω ότι δεν θα το κάνω. Γιατί δεν έχω τα κότσια. Άρχισα να χαράζω το χέρι μου με ένα μαχαίρι ελπίζοντας ότι θα μπορούσα να το βυθίσω περισσότερο βαθια΄. Και φυσικά δεν το έκανα. Γιατί δεν μπορώ. Νιώθω ότι είμαι δεσμευμένος από υποχρεώσεις απέναντι στους πάντες και κυρίως τους γονείς μου, των οποίων τα λεφτά ξοδεύω σαν παράσιτο για να επιβιώσω άλλη μία μέρα σε αυτή τη σιχαμένη πόλη. Η ζωή μου είναι μία στείρα επανάληψη μηχανικών κινήσεων. Ξυπνάω κάθε πρωί βρίζοντας, βλέπω το σάπιο κουφάρι μου να κινείται βραδυκίνητα προς τη σχολή, της οποίας η αξία και το ενδιαφέρον έχουν πέσει στον πάτο των σκουπιδιών. Αλλά αυτό που δεν αντέχω είναι η σκέψη ότι είμαι άχρηστος. Βλέπω γύρω μου άτομα που μιλούν για μεταπτυχιακά και διδακτορικά με αξιοζήλευτο πάθος, άτομα που γεννήθηκαν για αυτό το επάγγελμα. Τους ζηλεύω και τους θαυμάζω μαζί. Βλέπω παντού επιτυχίες και χαμογελαστά πρόσωπα την στιγμή που εγώ είμαι μία κινούμενη αποτυχία χωρίς μέλλον. Αισθάνομαι ευθύνη απέναντι στην επιστήμη που κλήθηκα να υπηρετήσω και ξέρω ότι για να είμαι αληθινός και γνήσιος απέναντί της πρέπει απλά να μην ασχοληθώ με αυτήν επαγγελματικά. Γιατί δεν έχω τίποτα καινούριο να της δώσω. Θα την αλλοιώσω, θα την καταστρέψω, δεν θα μπορώ να την μεταδώσω σε άλλους και αυτό είναι έγκλημα. Θέλω το ψωμί που θα βγάζω να είναι τίμιο, κερδισμένο με την αξία μου και την προσφορά μου στην κοινωνία. Και τί στο διάολο μπορώ να προσφέρω εγώ στην κοινωνία; Τις λίγες ενασχολήσεις μου και τα ενδιαφέροντά μου τα πέταξα στα σκουπίδια όταν πάτησα πόδι σε αυτό το γαμώσπιτο που μένω, σε μία μάταιη προσπάθεια να πείσω τον εαυτό μου ότι για αυτό είμαι προορισμένος και να διώξω κάθε πειρασμό που θα μου κλέβει πολύτιμο χρόνο από την επιστήμη μου. Και καταλήγω να μην κάνω απολύτως τίποτα. Γιατί είμαι άχρηστος. Ένα οκνηρό ζώο που παρασιτεί στην κοινωνία. Νιώθω ότι όλα γύρω μου λειτουργούν σαν καλοδουλεμένη μηχανή και εγώ είμαι το σπασμένο γρανάζι. Δεν μπορώ να επηρεάσω θετικά κάποιον, μόνο να τον παρασύρω στην αφάνεια της απραγίας στον τσιμεντένιο τάφο μου. Δεν θυμάμαι πότε έκατσα να γράψω κάτι ή να ζωγραφίσω. Να αρχίσω ένα να νέο χόμπι ή να κάνω κάτι που με χαροποιεί. Δεν θυμάμαι πότε ήμουν χαρούμενος τελευταία φορά. Η ζωή μου έχει μειωθεί στο πρέπει. Το θέλω το θανάτωσα πριν 2 χρόνια, μαζί και τις λίγες ικανότητες που είχα. Το να μην ξέρεις που ανήκεις στον κόσμο ή τί μπορείς να κάνεις για να βελτιώσεις τα πράγματα είναι ένα βάσανο με το οποίο πρέπει να ζω καθημερινά. Ντρέπομαι να κοιταχτώ στν καθρεύτη. Πριν λίγες μέρες είδα μία καθηγήτρια στην σχολή μου η οποία μας έκανε Ιστορία στο λύκειο. Ήταν μία από τις ελάχιστες την οποία εκτιμούσα βαθύτατα και θαύμαζα. Δεν μπορέσα ούτε να την κοιτάξω. Την απέφυγα επιδέξια γιατί το βλέμμα της θα με κάνει ακόμα πιο ένοχο. Ιδίως από την στιγμή που τα σκάτωσα στο μάθημά της αλλά παρόλα αυτά αυτό σπουδάζω. Ιστορία. Αυτή είναι η σχολή μου. Και παρόλο που κάποιοι δεν την παίρνουν στα σοβαρά ή δεν την θεωρούν καν αξιόλογη επιστήμη εγώ το βλέπω πολύ σοβαρά. Γιατί φέρει μια ευθύνη. Αν αύριο διοριστώ σαν καθηγητής γυμνασίου-λυκειου με τι μούτρα θα διδάξω αυτά στα οποία έχω χαώδη κενά ; Τα βιβλία λογοτεχνίας πετάχτηκαν για να κάνουν χώρο για ογκώδη ιστορικά συγγράμματα τα οποία ξέρω πολύ καλά ότι θα ανοιχτούν μόνο για την εξεταστική της οποίας οι "καλοί" βαθμοί δεν με αντιπροσωπεύουν ορθά. Επειδη είναι αυτοσχεδιασμοί της τελευταίας στιγμής. Πλασματικά νούμερα που με συντηρούν για άλλο ένα εξάμηνο. Και πλέον δεν ξέρω ποιός είμαι και πάνω από όλα τί πρέπει να κάνω. Δεν ξέρω αν αυτό θα το διαβάσει κανείς και δεν με ενδιαφέρει. Οι γονείς μου με γράφουν κανονικότατα (ιδίως η μάνα μου που φροντίζει εντατικά να μου γαμάει την ετοιμοθάνατη αυτοεκτίμησή μου) , οι λίγοι φίλοι με παροτρύνουν να διαβάζω περισσότερο και να κάνω μεταπτυχιακά (την στιγμή που από καθαρή τύχη περνάω μαθήματα), αρκετοί με εκμεταλλεύονται για τα δικά τους θέλω γιατί ξέρουν ότι δεν μπορώ να πω όχι από την φύση μου. Και ο λιγοστός προσωπικός χρόνος είναι χρόνος σπαταλημένος σε βίαιες σκέψεις και παράξενα συναισθήματα. Κλείνομαι όλο και περισσότερο. Καταργώ κάθε τι που με κάνει χαρούμενο και αυτοτιμωρούμαι προσπαθώντας να γίνω περισσότερο μηχανικός και άβουλος, μήπως έτσι ανταπεξέλθω στις δυσκολίες. Διότι δεν μου αξίζει να είμαι χαρούμενος. Όχι αφού τους απογοητεύω όλους. Λογικά λοίπον κάπου πρέπει να τα βγάλω όλα αυτά. Για αυτό τα καταθέτω εδώ. Γιατί αλλιώς θα τρελαθώ.Έχω καταντήσει σκλάβος των πάντων. Αλλά σκλάβος που φοβάται να κάνει επανάσταση ίσως πρέπει να σαπίσει στην μοίρα που ο ίδιος επέλεξε. Ας είναι.
2