9.3.2015 | 15:02
Όσο εσείς γιορτάζατε τη μέρα της γυναίκας
εγώ θυμήθηκα τα παιδικά μου χρόνια. Τον πατέρα να μου βάζει χέρι και να διεκδικεί δικαιώματα καταπιεστικού γκόμενου (αυτό άλλωστε φάνηκε απ’ τον άγριο ξυλοδαρμό που ακολούθησε την αποκάλυψη της πρώτης μου σχέσης στην εφηβεία). Θυμήθηκα εμένα να προσπαθώ να αποδείξω στον πατέρα ότι είμαι άξια για κείνον(;) , να προσπαθώ να μην θυμώσω -πάλι- τη μητέρα. Θυμήθηκα τούφες μαλλί στο χέρι του πατέρα μου, θυμήθηκα βρισιές. «Πουτάνα! Μπες γρήγορα στο αμάξι!» Θυμήθηκα να εκβιάζομαι για να μάθω να λέω συγγνώμη. Θυμήθηκα να με χαϊδεύουν πάντα σαν γκόμενα, ποτέ σαν παιδί. Θυμήθηκα τα υστερικά ξεσπάσματα της μάνας. Θυμήθηκα να φταίω εγώ για ό,τι συνέβαινε στο σπίτι. Θυμήθηκα να λέω ψέματα, πολλά ψέματα. Ψέματα στους γονείς για να μη με μαλώσουν. Ψέματα στους φίλους για να με συμπαθήσουν. Θυμήθηκα να κλαίω στο μπαλκόνι, να σπάω τα πράγματά μου, να χαστουκίζω τον εαυτό μου για να περάσει η ταραχή. Να κόβω με μαχαίρι της κουζίνας το χέρι μου. Θυμήθηκα να θέλω να πεθάνω. Θυμήθηκα πως ό,τι υπέστην μ’ έκανε ό,τι είμαι. Θυμήθηκα να παλεύω, να παλεύω, να παλεύω χωρίς να έχω ξεπεράσει ούτε τα μισά από αυτά. Ξύλο. Πολύ ξύλο. Και φόβος. Πολύς φόβος. Και τρόμος. Και κρύψιμο. Κι αντίδραση. Και αγωνία. Και οργή. Και λύπη που δεν αγαπήθηκα κι έτσι δεν έμαθα να αγαπώ τον εαυτό μου. Και τώρα λύπη που δε μπορώ μάλλον να αγαπήσω. Συμπαθώ. Περνάω όμορφα. Χρειάζομαι. Προσκολλώμαι. Εξαρτώμαι. Ως εκεί.Όσο εσείς γιορτάζατε τη μέρα της γυναίκας με λουλούδια, τραπεζώματα σε ταβερνεία και πλύσιμο των πιάτων στο τέλος της ημέρας, όσο εσείς δεχόσασταν να σας γιορτάσουν μια και μοναδική ημέρα για να σας ξεγιορτάσουν όλες τις υπόλοιπες, δεν καταλάβατε το εξής: πως το ξεχώρισμα αυτό είναι η αρχή του ρατσισμού.Καλημέρα σας.