ΣΥΜΒΑΙΝΕΙ ΤΩΡΑ

ΛΙΝΑ ΝΙΚΟΛΑΚΟΠΟΥΛΟΥ: "Κάτι πρακτικό που μπορεί να μας βοηθήσει τώρα; Να γινόμαστε όλο και πιο επίμονοι."

Facebook Twitter
0

Η Λίνα Νικολακοπούλου άκουσε και πάλι την καρδιά της. "Αν κάτι με τραβάει τόσο πολύ που το σκέφτομαι κάθε μέρα, ξέρω ότι πρέπει να το κάνω. Διάβασα την ιστορία του Βαμβακάρη και εντυπωσιάστηκα." Κι έφτιαξε το αφιέρωμα "Μάρκος ο Φραγκοσυριανός", η επόμενη παρουσίαση του οποίου θα γίνει αυτό το Σάββατο 18/8 στο Λόφο της Σάνης Χαλκιδικής, στο πλαίσιο του Sani Festival (του φεστιβάλ που δεν έχει πάρει ούτε μια κρατική επιχορήγηση και, ευτυχώς, είναι το "μεράκι" του Σταύρου Ανδρεαδη - πουπροσφέρει (χωρίς να πάρει) πολιτισμό και ποιότητα σ' έναν τόπο που κάποιες φορές "ξεχνάει"...)

Τα τραγούδια του αφιερώματος, ατόφια, σπαρακτικά, μαγευτικά, σαν την πολύπαθη ζωή του, θα ερμηνεύσουν οι καλλιτέχνες Γιάννης Κότσιρας, Σοφία Παπάζογλου, Απόστολος Ρίζος, Δημήτρης Νικολούδης, Νέα Τάξη Πραγμάτων ΝΤΠ, ενώ συμμετέχει κι ο ηθοποιός Χρήστος Στέργιογλου.

(Να με δυο λόγια η ιστορία του Βαμβακάρη - δια χειρός Λίνας Νικολακοπούλου) 

Γεννήθηκε το 1905 στο Σκαλί της Άνω Χώρας της Σύρου. Καθολικός το θρήσκευμα, οι γονείς του άνθρωποι φτωχοί. Ο πατέρας έπλεκε κοφίνια για τους μανάβηδες της Σύρου κι έπαιζε και γκάιντα στα πανηγύρια. Μετά από τέσσερις τάξεις σχολείου, το άφησε για να πάει να δουλέψει στην Ερμούπολη και να βοηθήσει την οικογένειά του. Λούστρος, χασαπάκι, εφημεριδοπώλης, παραγιός σε μανάβικο. Έφαγε τη μαγκιά με το κουτάλι, όπως έλεγε κι ο ίδιος. Το 1917 μπήκε στο καράβι κι ήρθε στον Πειραιά. Έμεινε στην αρχή σε μια θεία του στα Ταμπούρια. Σκληρή η ζωή του κι εδώ. Λιμενεργάτης, χαμαλίκι στις καρβουναποθήκες, εκδορέας στα σφαγεία Πειραιώς. Πριν πάει στρατιώτης, το 1924, άκουσε να παίζει μπουζούκι ο μπαρμπα-Νίκος ο Αϊβαλιώτης κι εντυπωσιάστηκε από το όργανο. Έδωσε όρκο στον εαυτό του να το μάθει καλά, αλλιώς να έκοβε τα χέρια του με την τσατίρα που έχουν στα χασάπικα και σπάνε τα κόκαλα. Σε έξι μήνες έγινε άριστος. Τότε άρχισε να σκαρώνει τα πρώτα του στιχάκια. Το 1933 ηχογραφεί στην ODEON το «Καραντουζένι» και το «Αράπ ζεϊμπέκικο». Το 1934 δημιουργεί την πρωτοπόρο λαϊκή ορχήστρα γνωστή ως «Τετράς η ξακουστή του Πειραιώς». Το 1935 ηχογραφεί τη «Φραγκοσυριανή», το πιο διάσημο χασάπικο παγκοσμίως... 

 

 

 

 

Κυρία Νικολακοπούλου, κάνετε ένα σωρό ενδιαφέροντα πρότζεκτ τα τελευταία χρόνια, αλλά έχω την εντύπωση πως γράφετε λιγότερο πια…

 

Όχι, έτσι φαίνεται αλλά δεν είναι. Δεν γράφω λιγότερο – δημοσιοποιώ λιγότερο. Υπάρχουν πάρα πολλά γραπτά, τα τελευταία χρόνια, που δεν φαίνονται προς τα έξω. Παλιότερα έκανα συγκεκριμένες συνεργασίες, μετά, για πολλά χρόνια, έψαχνα φωνές...

Είναι μεγάλο θέμα το ποιον θα βρεις, ποιος θα σε συγκινήσει. Είναι πολύ ευαίσθητα πράγματα αυτά – είναι σαν τον έρωτα. Αν κάποια στιγμή αισθανθείς ματαιωμένος από προηγούμενους συνοδοιπόρους, νιώθεις πως θέλεις να παραιτηθείς, πολύ πιο δύσκολα ξαναμπαίνεις στη διαδικασία. Ψάχνεις πιο προσεκτικά.

Έχουν όμως αλλάξει και πολύ τα πράγματα στη δισκογραφία…

Καμία σχέση. Οι συνθήκες παραγωγής ενός δίσκου είναι πια τελείως διαφορετικές. Τα τελευταία χρόνια, θέλω να σου πω ότι έπρεπε να κάνω εγώ την παραγωγή των δίσκων – και να τους πηγαίνω έτοιμους στις εταιρίες που αναλάμβαναν απλώς τη διανομή. Αυτό σου λένε πια οι εταιρίες. "Φτιάχτο, και δώς το μου εμένα να στο διακινήσω". Δεν υπάρχει πια αυτή η διαδικασία, που ευτυχώς εγώ την χόρτασα για πολλά χρόνια, του να πας και να πεις "έχω αυτή την ιδέα" και να σου πουν, "μαζί σου, ξεκίνα το!".

Κι έτσι αν ήθελα να βγω προς τα έξω, να δημοσιοποιήσω τα τραγούδια μου έπρεπε να κινήσω τη διαδικασία μόνη μου - και να έχω στην άκρη ένα στοιχειώδες ποσό για να μπορέσω να φτιάξω κάτι καλό.

Μήπως ήρθε τώρα η ώρα να το φτιάξετε;

Κατά σύμπτωση ήρθε! Τον επόμενο μήνα θα βγει ένας νέος δίσκος με 19 τραγούδια…

19! Απ’ την απόλυτη σιωπή…

…ναι, στο άλλο άκρο, είναι λίγο αστείο! Θα ξεκινήσει μ’ αυτόν τον δίσκο να φανερώνεται το υλικό που έφτιαχνα όλα αυτά τα χρόνια – θα φανερωθεί, πιστεύω, σιγά-σιγά με διάφορα πρότζεκτ.

Ακούγεστε ενθουσιασμένη.

Είμαι, σε μεγάλο βαθμό. Αυτή τη στιγμή με νοιάζει μόνο αυτός ο δίσκος που τώρα τελειώνει, γι’ αυτό είμαι και στην Αθήνα καλοκαιριάτικα.

Χαίρομαι!

Κι εγώ χαίρομαι που χαίρεσαι, είναι ωραίο συναίσθημα η δημιουργία – και το να φτάνει στα σωστά άτομα η δημιουργία σου.

Μπορεί να κάνω τεράστιο λάθος, αλλά ως στιχουργό σας φαντάζομαι σχετικά απομονωμένη, στο δωμάτιό σας μόνη σας να γράφετε... 

 

Αν και οι περίοδοι συγγραφής δεν ήταν πάντα μοναχικές, συχνά όταν έγραφα δεν έβγαινα καν απ’ το σπίτι. Ή έβγαινα μόνο για δύο λεπτά, όταν μου τελείωναν τα τσιγάρα.

Άλλες φορές όμως περπατούσα, μόνη, για ώρες στο κέντρο της Αθήνας. Μάζευα εμπειρίες, εικόνες, περπατούσα κι άλλο, πήγαινα σε μέρη γνωστά, αλλά έστριβα και σε σοκάκια που δεν είχα ξαναπερπατήσει.

Γέμιζα το μυαλό μου – και μετά αποσυρόμουν σπίτι μου. Στην ουσία έβγαινα (και βγαίνω) όπως αυτός που πηγαίνει να μαζέψει βότανα, κι όταν μαζέψω αρκετά γυρίζω σπίτι, και όλα αυτά που φέρνω πίσω τα μετασχηματίζω.

Αυτό δεν έχει πάψει. Κάθε μέρα αρκετές ώρες είμαι έξω και περπατάω. Τώρα όμως συμβαίνει κάτι διαφορετικό: πλέον μου επιτρέπω, όσο είμαι έξω, να σκεφτώ ιδέες, ακόμα και να μου έρθουν στίχοι. Δεν χρειάζεται δηλαδή να απομονωθώ στο δωμάτιο, μπορώ πλέον και στο δρόμο να συλλάβω, μια φράση, μια εικόνα.

Όμως με όλες τις άλλες ιδιότητες των τελευταίων ετών (τις ζωντανές συνεντεύξεις που παίρνετε, τις εκδηλώσεις που στήνετε κλπ) υποθέτω πως βγήκατε ακόμα περισσότερο στο φως. Έχει αλλάξει στ' αλήθεια η καθημερινότητά σας;

Ναι, όμως η μοναχικότητα ως μέρος της προσωπικότητάς μου είναι συνεχής. Είναι πάγια. Αυτό βέβαια δε σημαίνει ότι δεν έχω ανάγκη επικοινωνίας. Κι αυτή η ανάγκη με οδηγεί και στο να έρχομαι σε επαφή με τον κόσμο μέσα από άλλες δραστηριότητες. Ας πούμε την πρώτη χρονιά που έκανα τις δημόσιες συζητήσεις με ποιητές -ανθρώπους με τους οποίους είχα κοινά ενδιαφέροντα- είχα χαρά μεγάλη! Όλη την εβδομάδα ζούσα για εκείνη τη μέρα – παιδική ανυπομονησία! Διάβαζα, ενημερωνόμουν για την προσωπικότητα του ανθρώπου με τον οποίο θα συνομιλούσα, προετοιμαζόμουν για το τι θα ρωτήσω.

Κι αυτά που (ξανα)διάβαζα, τα γραπτά των ανθρώπων που καλούσα, ήταν μεγάλος πλούτος για μένα. Δηλαδή… Είχα μια συντροφιά, ας το πω έτσι. Έβαλα τον εαυτό μου να κάνει κάτι – κι έτσι κατάφερα και με σήκωσα.

Από τι;

Με σήκωσα απ’ την αδράνεια. Ξαναέγινα ένα άτομο που συνεχίζει, παρά τις αντιξοότητες. Ένας άνθρωπος που πιστεύει στο τώρα, αλλά και στο μέλλον. Η αδράνεια έφυγε όταν αποφάσισα να τη διώξω, όταν αποφάσισα να ασχοληθώ με όσα μ’ ενδιαφέρουν.

Μου είπατε ότι συνεχίζετε να περπατάτε στην Αθήνα για να σας έρθει έμπνευση. Πώς βλέπετε την κατάσταση έξω;

Δεν έχω μάθει να φοβάμαι έξω, ούτε την πόλη, ούτε τους ανθρώπους. Και δεν φοβάμαι. Κι επίσης δεν αντιπαθώ την αλλαγή – εξάλλου λένε πως το πιο σταθερό πράγμα στη ζωή είναι η αλλαγή.

Αλλά… Να το πω: Δεν έχω ξαναδεί την Αθήνα έτσι. Είναι ραγδαία η πτώση. Ραγδαία. Μιλάω για το κέντρο, γιατί σε γειτονιές όπως είναι ας πούμε το Παγκράτι ή η Καλλιθέα δεν το βλέπεις τόσο έντονα. Το κέντρο της Αθήνας όμως είναι ο καθρέφτης της χώρας, ο καθρέφτης της κατάστασης που ζούμε. Εξαιρετικά στενάχωρο. Σα να γίνεται πόλεμος, χωρίς όπλα.

Περπατώντας στο κέντρο προ εικοσαετίας υποθέτω θα σας έβγαιναν πιο αισιόδοξοι στίχοι. Τώρα; Σας επηρεάζει καλλιτεχνικά η ραγδαία αυτή αλλαγή;

Οπωσδήποτε. Με επηρεάζει στο γράψιμο. Όχι απαραίτητα με απαισιόδοξο τρόπο... Όμως κάποια απ’ τα τραγούδια του νέου δίσκου που θα βγει σύντομα καθρεφτίζουν το περιβάλλον.

Εγώ έβλεπα σημάδια πολλά χρόνια πριν. Κι όχι μόνο στην Αθήνα. Δεν έβλεπα γνήσια χαρά, χαρά ζωής. Είχε φύγει η χαρά απ’ τον τόπο μας κι είχε έρθει ένα άλλο αίτημα, σχεδόν αίτημα επιβίωσης. Εδώ και τουλάχιστον μια δεκαετία. Και έλεγα σε φίλους: αφουγκραστείτε τα παιδιά σας, τις ανάγκες σας...



Κάποτε, στην παρατήρηση «δεν μπορώ τα μελό της Νικολακοπούλου», είχατε απαντήσει: "Και τι με νοιάζει εμένα; Δεν με πειράζει - και μάλιστα εύχομαι σ’ αυτούς που έχουν την άλλη ματιά να με πάρουν κι εμένα μια μέρα από το χέρι και να μου πουν «έλα, βρε παιδί μου, κι από δω, να δεις τι ωραία που είναι». Εγώ είμαι ανοιχτή."

Αυτό που εννοούσα ήταν πως δεν υπήρχε τότε κάποιος να με βοηθήσει να περάσω στην άλλη πλευρά, κάποιος να με οδηγήσει.

Περάσατε, ποτέ, από τότε στην "άλλη" πλευρά; Πώς νιώσατε;

Ναι, βεβαίως και πέρασα. Και ήταν πολύ ωραία.

Λοιπόν, σχετικό μ’ αυτό: προχτές μου συνέβη κάτι υπέροχο. Δεν ξέρω πώς ακριβώς να το περιγράψω…Είχα ανοίξει τυχαία το ραδιόφωνο, πιο πολύ για να ακούσω ειδήσεις, και άκουσα ένα τραγούδι…! Ε, λοιπόν, είχα πάρα πολύ καιρό να ακούσω τόσο ωραίο λόγο. Με πέρασε αυτό απ’ την άλλη πλευρά.

Ποιο τραγούδι ήταν αυτό;

Δεν ξέρω! Ήταν στον σταθμό Δίεση. Μιλούσε ένα παιδί –αγόρι το τραγουδούσε- κι έλεγε για κάποιον που είχε ντυθεί με τα ρούχα του Σαββατοκύριακου, κάπως έτσι έλεγε, και βρέθηκε νεκρός μ’ αυτά, με τα ρούχα του Σαββατοκύριακου. Τα θυμάμαι μπερδεμένα. Και σε άλλο σημείο περιέγραφε πως κάποιοι πήγαιναν σε ξενοδοχεία, κι όταν τελείωναν και έβγαιναν απ’ το ξενοδοχείο κοιταζόντουσαν στους καθρέφτες κι είχαν γίνει καινούριοι. Πολύ ωραία η μουσική εξαιρετικός ο λόγος. Δεν ξέρω ούτε ποιος το έγραψε αυτό το τραγούδι, ούτε ποιος ήταν αυτός που το έλεγε. Κι όμως ακούγοντάς το τυχαία για λίγο στο ραδιόφωνο, μέσα στην άγνοιά μου και την μεγάλη, ευχάριστη έκπληξή μου, ένιωσα μαγεμένη, σαν να ονειρευόμουν ξύπνια…

Η μουσική σας κάνει χαρούμενη…

Ναι, ακούγοντας ας πούμε τον Αγγελάκα να λέει το Σιγά μην Κλάψω – τότε έχω χαρά, μεγάλη χαρά. Κάθε τραγούδι που είναι γραμμένο με ωραίο τρόπο, δηλαδή κατορθώνει να μεταφέρει τον εσωτερικό του κόσμο, εμένα μου προκαλεί μεγάλη ευχαρίστηση. Μου δίνεται τότε η δυνατότητα να μπω σε έναν άλλο πλανήτη: κάποιος με ξεναγεί στην άλλη μεριά και μου δείχνει τα πράγματα με τρόπο διαφορετικό, που δεν είχα σκεφτεί.

Πάντως, αν μου επιτρέπετε να πω μια γνώμη, δε βρίσκω μεγάλο νόημα στο διαχωρισμό λυπητερής ή χαρούμενης μουσικής. Δεν με πειράζει να είναι «μελό» το τραγούδι: δεν θα μου μείνει το ψυχοπλάκωμα αλλά η χαρά του ότι άκουσα κάτι που με άγγιξε.

Συμφωνώ. Συνειδητοποιώ τώρα ότι, τελικά, η καλή τέχνη είναι αυτή που με κάνει χαρούμενη – όχι απαραίτητα η «ευχάριστη» τέχνη. 



Εκτός από την τέχνη, τι μπορεί να σώσει την ψυχή μας, στις μέρες που ζούμε;

Α, οι θεραπείες δεν είναι γενικές. Είναι πολύ προσωπικές οι θεραπείες του καθενός και διαφορετικές. Πρώτα απ’ όλα, και αυτό είναι κοινό για όλους μας, πρέπει να δεχτείς ότι έχεις πέσει στο κενό. Ότι πήρες λάθος δρόμο. Ακούς τον εαυτό σου να σου το λέει μερικές φορές, κι ας τον αγνοείς: «Ο δρόμος που πήρες δεν σου αξίζει. Δεν είναι δικός σου. Μπορείς καλύτερα». Πιστεύω ότι ο καθένας που φτάνει σ’ αυτό το πολύ επώδυνο κι αγωνιώδες σημείο είναι σε θέση να ακούσει τον εαυτό του να τον οδηγεί.

Λέμε ότι η μεγαλύτερη επαλήθευση είναι η χαρά. Η χαρά οδηγεί – το αν αισθάνεσαι χαρά για κάτι. Αν δεν αισθάνεσαι χαρά πάει να πει ότι κάτι πάει στραβά. Κι αυτό έχουμε πάθει: με τις δουλειές που κάνουμε, με τις ζωές που ζούμε δεν έχουμε χαρά. Ίσως με τους φίλους μας δεν έχουμε χαρά.

Το κριτήριο είναι η αυτογνωσία και η χαρά λοιπόν.

Ένα πρακτικό πραγμα που μπορεί να μας βοηθήσει αυτόν τον καιρό είναι να γινόμαστε όλο και πιο επίμονοι. Να καταβάλλουμε δηλαδή έναν πιο ουσιώδη κόπο για τα πράγματα που θέλουμε. Να μην αδιαφορούμε για τα θέλω μας. Το να κοπιάσεις για κάτι που σε ενδιαφέρει -ακόμα κι αν αποτύχεις- σε κάνει άνθρωπο υπεύθυνο. Οπότε όταν κάποιος πάει να σου χαλάσει κάτι δικό σου θα σηκώσεις το ανάστημά σου και θα πεις «όχι», δεν θα εκχωρείς εύκολα τον κόπο σου.

Την αξιοπρέπειά σου δεν την εκχωρείς εύκολα όταν είσαι Παρών, αληθινά Παρών σ’ αυτό που κάνεις. Αν όμως τα αγνοείς όλα και λες «και τι με νοιάζει εμένα;», εύκολα θα παραδοθείς, εύκολα θα ξεχάσεις το σκοπό σου – που είναι το να νιώσεις χαρά.

Αν δεν έχουμε αληθινή αγάπη γι’ αυτό που κάνουμε (ακόμα και για την ίδια τη ζωή μας) και αν δεν έχουμε καταβάλλει κόπο, ο άλλος μπορεί να μας ξεγελάσει πολύ εύκολα. Όποιος έχει ξεμάθει να κουράζεται προτιμά να παραχωρεί παρά να διεκδικεί. Είναι ένας φαύλος κύκλος.

Γίναμε νωθροί οι Έλληνες πιστεύοντας ότι θα τη βγάζουμε για πάντα με δανεικά κι αγύριστα;

Πιστέψαμε ότι σαν μεταπράτες θα ζούμε για πάντα καλά. Χωρίς να παράγουμε τίποτα. Μεταπράτες και μεταφορικά αλλά κυρίως κυριολεκτικά. Δεν παράγαμε κάτι και απλώς επιβαρύναμε τους Έλληνες, ο ένας τον άλλον. Ο ένας κορόιδευε τον άλλον, όλοι κορόιδευαν από κάποιον κι ήταν ευχαριστημένοι. Ως μεταπράτες πουλούσαμε τσάντες, παπούτσια, οτιδήποτε, και ανεβάζαμε το κόστος, όπως και οι εστιάτορες ας πούμε. Ανέβαινε το κόστος, ανέβαιναν οι τιμές, κι όλα αυτά εντός των τειχών -εσωτερική κατανάλωση!- γιατί δεν το κάναμε στους τουρίστες μόνο, το κάναμε και μεταξύ μας. Κάποιοι κατόρθωσαν να γίνουν πιο πλούσιοι, αλλά τώρα… Ορίστε! Τελείωσε. Δεν έχουμε άλλο. Δεν έχουμε άλλα λεφτά. Είναι ακόμα καλοκαίρι και μοιάζει πως τα καταφέρνουμε. Μόλις έρθουν τα πρώτα κρύα, χωρίς φάρμακα, χωρίς πετρέλαια θα δούμε τι έχει να γίνει. Μεταξύ μας ζούσαμε, σα να παίζαμε μεταξύ μας παιχνιδάκια σε παιδικό πάρτι. Όμως αυτό δεν είναι πια παιδικό πάρτι.

Αυτή η συνειδητοποίηση μπορεί να μας βοηθήσει;

Ναι, δεν φέρνει μόνο απογοήτευση, μπορεί να φέρει δυνατότητα, πολλές δυνατότητες. Ξ ανάπτυξη προϋποθέτει σταθερότητα εσωτερική πρώτα, προϋποθέτει εμπιστοσύνη. Χωρίς συναίσθηση όμως της πορείας μας αλλά μόνο με κραυγές και ημιμάθεια και έλλειψη αυτογνωσίας δύσκολα θα σταθεροποιηθούμε.

Θα είμαστε εντός; Εκτός; Επι τα αυτά; Έχουμε μακρύ δρόμο ακόμα.

Θα θέλατε να μου μιλήσετε λίγο και για την δισκογραφική σας επιστροφή;

Ο τίτλος είναι Χειρολαβές. Ερμηνεύει η Αργυρώ Καπαρού και τη μουσική έγραψε μια νέα συνεργάτιδά μου, η Δάφνη Αλεξανδρή. Υπάρχει και ο λυρικός μου λόγος αλλά και ο πιο «ηλεκτρικός» μου λόγος, όλα τα διαφορετικά μου όπλα παρουσιάζονται στις Χειρολαβές. Και σε κάποια τραγούδια συμμετέχω κι εγώ… Δεν τραγουδάω, αλλά μιλάω.

Χαίρομαι που μ’ αυτό το δίσκο μπορώ και να μεταδώσω πάλι τα μηνύματά μου – δεν μπορείς να μείνεις σιωπηλός στις εποχές που ζούμε. Το θέμα είναι τι σου βγαίνει να πεις. Και η μεγαλύτερη αγωνία είναι αν αυτό που λες ωφελεί. Ή αν ανυψώνει, αφυπνίζει, παρηγορεί.

Όλη η ιστορία είναι αυτή: το τι θα διαλέξεις να πεις γι’ αυτό που καταλαβαίνεις να γίνεται γύρω σου. Και ανάλογα με την ποιότητα της έμπνευσης και της σύλληψης, το καλύτερο που μπορεί να συμβεί είναι, στο τέλος, να αισθανθείς ότι καλά έκανες και μίλησες.

Νιώθετε αγωνία γι’ αυτό;

Πάντα υπάρχει η περίπτωση να μην καταφέρεις τελικά να μεταδώσεις αυτό που αρχικά είχες στο μυαλό σου. Μου δίνεται όμως και πάλι ένα βήμα – είναι σα να μπαίνω και πάλι στον αγωνιστικό χώρο. Κάποιος πρέπει πάντως να κάνει την αρχή και μετά είμαι σίγουρη πως κι άλλοι απογοητευμένοι, σχεδόν παραιτημένοι πια, θα μπουν στον αγωνιστικό χώρο, θα πουν «Εντάξει λοιπόν, θα σηκώσω τα μανίκια κι εγώ».  

υπέροχο

 

 

 

0

ΣΥΜΒΑΙΝΕΙ ΤΩΡΑ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Οι προβληματικές, βαθιά σεξιστικές δηλώσεις του Δημήτρη Παπανώτα για την «υστερία» των γυναικών - Μικροπράγματα

Mικροπράγματα / Οι προβληματικές, βαθιά σεξιστικές δηλώσεις του Δημήτρη Παπανώτα για την «υστερία» των γυναικών

«Υστερικές» όσες μιλούν συνεχώς για τα γυναικεία δικαιώματα και «τα θέλουν» όσες είναι θύματα καταπίεσης και δεν το καταγγέλλουν, μάς ενημερώνει ο υποψήφιος ευρωβουλευτής, Δημήτρης Παπανώτας.
ΑΠΟ ΤΗ ΒΑΝΑ ΚΡΑΒΑΡΗ