Μια απ' τις πιο δυσάρεστες παιδικές μου αναμνήσεις ήταν όταν στο δημοτικό, καθώς παρακολουθούσα την παρέλαση κάτω απ' το σπίτι, δυο γυναίκες άρχισαν να τσακώνονται άγρια. Η μία ήταν καλοντυμένη, η άλλη ζητιάνα που παρακαλούσε για λίγο γάλα για τα παιδιά της.
Η καλοντυμένη κατηγορούσε τη ζητιάνα πως στην πραγματικότητα ήταν πλούσια. «Σε είδα που βγήκες απ' το ταξί. Πώς πλήρωσες ταξί για να έρθεις να ζητιανέψεις δραχμούλες» έλεγε και ένιωθα το αίσθημα της αδικίας να φουντώνει μέσα μου. Η άλλη κλαιγόταν, «ποιο ταξί, τα παιδάκια μου δεν έχουν γάλα», αλλά σύντομα μπήκαν στο χορό και άλλοι που επιβεβαίωναν ότι καθόλου φτωχή δεν ήταν η ζητιάνα και πως δεν είχε καν παιδιά.
Δε θυμάμαι να είχα ξαναμπερδευτεί περισσότερο στην παιδική μου ηλικία. Ποιος έλεγε αλήθεια; Κι αν είχε η κυρία λεφτά για ταξί γιατί ικέτευε για φραγκοδίφραγκα;
Περίπου το ίδιο ένιωσα βλέποντας την πολυσυζητημένη "άστεγο" της Αμερικής, που αργότερα συνελήφθη.
Το χειρότερο είναι πως αν τέτοιοι άνθρωποι μας φυτεύουν το σπόρο της αμφιβολίας, στο τέλος δεν θα βοηθάμε αυτούς που το χρειάζονται πραγματικά. Και μην ανοίξουμε καν την τεράστια κουβέντα για τα κυκλώματα εκμετάλλευσης ζητιάνων, την αδιαφορία του κράτους και το δίλημμα σχετικά με το αν πρέπει να βοηθάμε ή όχι...
Την ίδια στιγμή, στο Μάντσεστερ, πραγματικοί άστεγοι φέρθηκαν σαν πραγματικοί ήρωες...