Τις προάλλες, ένας γνωστός κύριος έστειλε στο inbox μου ένα σπάνιο βίντεο. «Δες», μου έγραφε, «από πού αντέγραψε ο τάδε το έργο του. Και κρίνε!».
Πράγματι, επρόκειτο για αντιγραφή. Ένας Έλληνας καλλιτέχνης είχε κοπιάρει ξεδιάντροπα το σχετικά άγνωστο έργο του βίντεο, χωρίς να το αναφέρει.
Όμως εγώ ένιωσα αηδία, όχι για τον αντιγραφέα αλλά για τον καταδότη. Αυτός που μεταφέρει την κακότητα αυτοβούλως είναι συχνότατα πιο τοξικός από την ίδια την κακότητα. Δεν είναι άσχετο το ότι ο Αντόρνο, κάπου στα Μinima Μoralia, λέει ότι ο φίλος φαίνεται από το τι πράγματα σου μεταφέρει από αυτά που λένε για σένα. (Πάντα μου έκανε τρομερή εντύπωση: από τόσα πράγματα, κοίτα τι διάλεξε ο Αντόρνο για να ορίσει τη φιλία!)
Ακόμα πιο αηδής λεπτομέρεια: δημοσίως, ο συγκεκριμένος καταδότης έκανε τον φίλο στον αντιγραφέα και τον επαινούσε για το έργο του!
Αφότου η LiFO διαβάζεται από πολύ περισσότερο κόσμο, η ανθρώπινη φύση μάς αποκαλύπτεται σε όλο της το μεγαλείο. Δεν πάει πολύς καιρός που έφτασε στα γραφεία μας ένας ανώνυμος περιποιημένος φάκελος. Είχε το βιβλίο ενός νεοέλληνα ποιητή και φωτοτυπίες στίχων μιας Αγγλίδας ποιήτριας: με φλούο μαρκαδόρο είχε υπογραμμίσει την (ομολογουμένως μεγάλη) λογοκλοπή. Φυσικά, δεν αναφέραμε τίποτα. Δεν κάνεις χρήση προϊόντων αναγούλας, εκτός αν είσαι κι εσύ τέτοιο προϊόν.
Πολλές τέτοιες περιπτώσεις – ακόμα κι εναντίον σου! Άνθρωποι που το πρωί σου ζητάνε μια χάρη και το βράδυ σε στολίζουν ανωνύμως στα social media. Αναρωτιέσαι αν είναι παλιόπαιδα ή σχιζοφρενείς. Αν την έχουν πατήσει, ζαλισμένοι από τις πολλαπλές περσόνες του Ίντερνετ κι έτσι όπως σχεδόν κανείς δεν λέγεται πια Γιάννης ή Μαριώ αλλά Λόλα Κόμπρα ή Mystic Divine Βaoulo – νομίζουν ότι παίζουν σε ένα κουκλοθέατρο εγγαστρίμυθης ατιμωρησίας, όπου ως ενεργοπαθητικοί νάνοι κάνουν πότε τον θύτη, πότε το θύμα. Και μάλλον έτσι είναι κι εγώ τώρα μιλώ με άτοπους ηθικούς όρους, για κάτι που είναι παιγνιωδώς αμοράλ. Μια άνομη Νάρνια.
Αλλά τον τελευταίο καιρό σαν να κουράστηκαν οι φραγκογιαννούδες να πνίγουν τα μωρά κρυφά στην κούνια. Κουράστηκαν να κάνουν τα καλά παιδιά οι σακαφιόρες. Λίγο η κρίση και η φτώχεια, λίγο η ακράτεια του φέισμπουκ, εκδηλώθηκαν όλοι. Όχι μόνο σε επίπεδο καλλιτεχνικό αλλά και γενικότερο. Τις τελευταίες μέρες εκπλήσσομαι, καθώς ο ένας μετά τον άλλον, μετά από δεκαετίες καλβινιστικής νηστείας, κάνουν το υπερχαρούμενο coming out τους. Το επικολυρικό ταγάρι ανοίγει με μια κλοτσιά την ντουλάπα του και από μέσα πετάγεται, σαν ελατήριο, μια μαινόμενη, αισθησιακή Piggy: θέλει, λέει, να γίνει ευρωβουλευτής, να σώσει τη λίμπιντό μου (ας τη σώσει, τι να πω;). Και ούτω καθεξής...
Τα πράγματα είναι στο όριο της φαιδρότητας, αλλά ξεκαθαρίζουν κιόλας. Κάθεται η μπίλια, ένας κάποιος ορίζων φαίνεται πίσω απ' την τούμβα του ουρανού.
Οι πρίγκιπες γκριζάρισαν, βαριούνται να υποκρίνονται και η φύση τους βγαίνει αφρίζοντας στην επιφάνεια – σαν αφρός μπίρας στο στόμα πουτάνας που κρυβότανε πολύ καιρό και τώρα το γλεντάει. Γίνονται επιτέλους (όσοι επιζούν) αυτό που πάντοτε ήθελαν: άλλος σπουδαρχιδίζων βουλευτής, άλλος καιροσκόπος του ανθρωπισμού, άλλος τηλεοπτική λουλού, άλλος εκβιαστάκος μπλόγκερ, άλλος επαγγελματίας τεμπέλης, άλλος αξιογέλαστος πορνόγερος, άλλος γελωτοποιός του κίτρινου Τύπου.
Ανέκαθεν, τις εποχές των κρίσεων, η αίσθηση του επείγοντος έβγαζε από τον άνθρωπο τις επιθυμίες του πιο βίαιες, ξεδιάντροπες και ακατέργαστες. Όσοι είδαν το υπέροχο Δεκαήμερο του Καραθάνου θα το εννόησαν.
Είναι κι αυτό μια κάποια πρόοδος. Δεν έχω το δικαίωμα ούτε την όρεξη να κρίνω τις επιθυμίες του άλλου. Και τις σέβομαι, εφόσον δεν είναι άσκημες, ανήθικες ή επιθετικές. Αν θέλει κάποιος να σώσει την Ελλάδα, ας προσπαθήσει – αλλά να μην είναι ψεύτης, κλέφτης, ανίκανος και υποκριτής.
Νομίζω ήρθε η ώρα να πάρω τον απογευματινό μου ύπνο.
σχόλια