ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΔΗΜΗΤΡΗ ΚΥΡΙΑΖΗ & ΜΑΡΙΑ ΠΑΠΠΑ
Στην Αθήνα έχουμε περισσότερα dj sets από πολλές άλλες πόλεις της Ευρώπης και αρκετά sold out εναλλακτικά events. Μάλλον έχουμε καλύτερο γούστο και περισσότερη διάθεση για πάρτι απ' ό,τι νομίζουμε...
Την προηγούμενη Δευτέρα είχα έξι προσκλήσεις στο facebook για DJ sets σε μπαρ της πόλης. Την Τρίτη ο αριθμός έγινε διψήφιος. Το παράδειγμα είναι χαρακτηριστικό: ακόμα και τις πιο «νεκρές» μέρες της εβδομάδας υπάρχουν μαγαζιά στην Αθήνα –πολύ περισσότερα απ' όσα φανερώνουν οι «προσκλήσεις» μου– που έχουν «ειδικευμένο» άνθρωπο να επιλέγει μουσική.
Αυτό δείχνει ότι, παρά την κρίση (ή ίσως εξαιτίας αυτής;), τα μουσικά πράγματα στην Αθήνα πηγαίνουν από το καλό στο καλύτερο. DJ sets ακόμα και στο πιο μικρό μπαρ της πόλης, συναυλίες μεγάλων συγκροτημάτων στην ακμή τους, πάρτι σε αποθήκες, λόφους και πεζόδρομους, φεστιβάλ που μπαίνουν στις λίστες των παγκόσμιων μουσικών «βίβλων», συνεργασίες και πάρε-δώσε μεταξύ των πιο δημιουργικών ομάδων, που ενώνουν τις δυνάμεις τους για ακόμα μεγαλύτερα events.
Οι περισσότερες συναυλίες που γίνονται σε μικρούς χώρους όχι απλώς μαζεύουν κόσμο αλλά γίνονται και απροσδόκητα sold out, προς έκπληξη καμιά φορά και των ίδιων των συγκροτημάτων. Ένα πρόσφατο παράδειγμα ήταν η συναυλία των Growlers στο An. Το μαγαζί όχι μόνο γέμισε ασφυκτικά αλλά περίπου 100 άτομα έμειναν απ' έξω, απορώντας πώς έγινε και εξαντλήθηκαν τα εισιτήρια. Αρκετά ικανοποιητικά πήγαν από άποψη κόσμου και οι συναυλίες των Motorama, των Still Corners και της Laurel Halo, ονομάτων που είχαν επισκεφθεί τη χώρα μας στο παρελθόν, αλλά και άγνωστων και ανατρεπτικών ονομάτων, όπως ο Mikky Blanco. Το ίδιο όμως συμβαίνει και με συγκροτήματα της εγχώριας σκηνής, που επίσης αποτελούν δυνατό χαρτί για βραδινή έξοδο. Ένας λόγος για το φαινόμενο αυτό μπορεί να είναι η αισθητή μείωση του εισιτηρίου. Συναυλίες που μια εποχή θα στοίχιζαν πάνω από 20 ευρώ, πλέον δεν ξεπερνούν τα 15. Δεν είναι τυχαίο που κάθε εβδομάδα γίνονται πάνω από πέντε συναυλίες και οι περισσότερες από αυτές είναι από ξένα ονόματα.
Τι σημαίνει όλο αυτό στην Ελλάδα της ανεργίας του 30%; Καταρχάς, βλέπουμε να ανθεί ένα άλλο μοντέλο, στη θέση του παλιού που χρεοκόπησε. Το απότομο downscaling που έγινε, σε συνδυασμό με τις ευκαιρίες της κρίσης, απελευθέρωσε ένα ανθρώπινο δυναμικό που κάνει θαύματα. Τώρα όλοι πρέπει να προσπαθούν περισσότερο και να αρκούνται σε λιγότερα, και αυτό βγαίνει υπέρ του καταναλωτή στις περισσότερες περιπτώσεις.
Και φυσικά υπάρχει το ανάλογο κοινό. Σίγουρα δεν έχει χαθεί η διάθεση για να περνάμε καλά – αν δεν έχει αυξηθεί κιόλας. Σε κάποιον μπορεί να ακούγεται οξύμωρο. Διασκέδαση και ανεργία; Τρόικα και γεμάτα after clubs; Ίσως και όχι. Άλλωστε την εποχή του μεγάλου κραχ το '29 γινόντουσαν τα μεγάλα πάρτι που άφησαν εποχή στη Νέα Υόρκη. Στην περίπτωση της δοκιμαζόμενης από πολύ περισσότερα πράγματα εκτός της οικονομικής κρίσης Αθήνα η παραδοσιακή μας –και δαιμονοποιημένη από τους προτεστάντες του Βορρά– καλή διάθεση έχει σμίξει με το επίσης ελληνικό «αυτή η νύχτα μένει» στη διασκέδαση. Μόνο που στην Αθήνα αυτή η «τελευταία» νύχτα συνήθως ακολουθείται και από κάτι άλλο ενδιαφέρον την επόμενη βραδιά και πάει λέγοντας...
Αυτό που γίνεται στην Αθήνα δεν γίνεται σε πολλές πόλεις του εξωτερικού. Τα περισσότερα μπαρ π.χ. στη Νέα Υόρκη, τη σύγχρονη μητρόπολη του κόσμου, έχουν τυχαίες playlists για ηχητική υπόκρουση ή προσφεύγουν στο ακόμη δημοκρατικότερο –ιντερνετικό– τζουκμπόξ. Εμείς όμως έχουμε DJs σε κάθε «τρύπα». Είναι επειδή εμείς ξέρουμε κάτι παραπάνω και θέλουμε να ακούμε καλύτερη μουσική από τα top-40; Μήπως είναι και μια μορφή εντυπωσιασμού από μαγαζάτορες που δεν μπαλώνουν βασικά προβλήματα του χώρου, αλλά σπεύδουν να προσλαμβάνουν «ειδικούς» της μουσικής, προσδοκώντας και στην αύξηση της πελατείας τους από φίλους και θαυμαστές του εκάστοτε δισκοθέτη; Όποια και να είναι η απάντηση, γεγονός παραμένει ότι πολλά μαγαζιά, τουλάχιστον στο κέντρο της πόλης, χτίζουν με υπομονή, σιγά σιγά τη φήμη τους επενδύοντας σε ανθρώπους που γνωρίζουν από καλή μουσική.
Μπορεί το τρίγωνο του ιστορικού κέντρου να κρατά τη μουσική πρωτοκαθεδρία, όμως κάθε χρόνο παρουσιάζεται και μια καινούργια πιάτσα, που φαίνεται να απειλεί τις προηγούμενες. Και αυτό είναι κάτι ακόμα που αγαπάμε στην Αθήνα: η διαρκής ανακύκλωση σε στέκια και σημεία της πόλης. Παλιά ήταν του Ψυρρή, μετά η Καρύτση, λίγο αργότερα το Γκάζι, πρόσφατα το Χαλάνδρι και από πέρυσι η πλατεία Αγίας Ειρήνης. Κανείς δεν ξέρει πού θα γίνει το επόμενο μπαμ. Στην πλατεία Προσκόπων στο Παγκράτι; Γύρω από την εκκλησία της Ζωοδόχου Πηγής στην Ακαδημίας; Το μόνο σίγουρο είναι ότι ακόμα και οι παλιές, αυτές δηλαδή που ξεπερνιούνται σε hipness, δύσκολα «πεθαίνουν» όταν περάσει η ακμή τους. Πολλές φορές, δε, όπως στου Ψυρρή, φαίνονται να βρίσκουν έναν άλλο, πιο ταιριαστό χαρακτήρα μετά την «ανακύκλωση».
σχόλια