Εκατομμύρια άγρια ζώα διακινούνται από τον Αμαζόνιο κάθε χρόνο, σύμφωνα με νέα έκθεση, που προειδοποιεί ότι η έλλειψη επαρκών δεδομένων σημαίνει ότι το παράνομο εμπόριο δεν λαμβάνεται αρκετά σοβαρά υπόψιν.
Αυτό, επισημαίνουν οι ειδικοί θα έχει αντίστοιχα σοβαρές συνέπειες στη βιοποικιλότητα.
«Οι πληροφορίες είναι διάσπαρτες», δήλωσε η Sandra Charity, σύμβουλος βιοποικιλότητας και επικεφαλής της μελέτης των 140 σελίδων, που συνέγραψε μαζί με τη Juliana Ferreira από τη Freeland Brasil, μια μη κερδοσκοπική ομάδα που καταπολεμά την παράνομη διακίνηση.
Ο ιός Covid-19, μία ζωονοσογόνος νόσος που οι επιστήμονες πιστεύουν ότι μεταδόθηκε σε ανθρώπους από πεταλοειδείς νυχτερίδες, δείχνει πόσο σημαντικός είναι ο έλεγχος και η διατήρηση σωστών στοιχείων, δήλωσε η Ferreira.
«Υπάρχει σοβαρός κίνδυνος πανδημιών. Έχουμε φτάσει σε μια καμπή για το πώς αντιμετωπίζουμε τα άγρια ζώα» πρόσθεσε.
Υπάλληλος της περιβαλλοντικής υπηρεσίας Ibama δήλωσε ότι η υπηρεσία κατάσχεσε 72.000 άγρια ζώα σε ολόκληρη τη Βραζιλία το 2018, όπως αναφέρει η έκθεση. Όμως, τα δεδομένα διαφέρουν και οι αστυνομικές αρχές έχουν τα δικά τους νούμερα.
Οι διακινητές έχουν μία αίσθηση ατιμωρησίας διότι «η υπάρχουσα νομοθεσία δεν θεωρεί το εμπόριο άγριων ζώων σοβαρό έγκλημα και οι ήπιες κυρώσεις δεν λειτουργούν ως αντικίνητρο», ανέφερε.
Ο Αμαζόνιος της Βραζιλίας φιλοξενεί το 60% της βιομάζας του Αμαζονίου και το 13% της ζωικής και φυτικής ζωής του κόσμου, με 117.000 είδη ζώων και 46.000 είδη φυτών.
Παράλληλα, από το 2018 έχει 1.173 είδη που απειλούνται με εξαφάνιση, σύμφωνα με την έκθεση. Μία δε, από τις μεγαλύτερες απειλές είναι η παράνομη διακίνηση και το εμπόριο.
Τα δεδομένα από τον Αμαζόνιο της Βραζιλίας είναι ακόμη πιο «συγκεχυμένα», σύμφωνα με την έκθεση. Τα αυγά χελωνών και τα ψάρια pirarucu πωλούνται για τρόφιμα ενώ τα ψάρια των ποταμών πωλούνται στην Ασία για τα ενυδρεία.
Το τριεθνές στον δυτικό Αμαζόνιο, όπου η Βραζιλία συναντά το Περού και η Κολομβία είναι «ιδιαίτερα σημαντικός κόμβος» για την παράνομη διακίνηση, ανέφερε η έκθεση.
Ο Αμαζόνιος πάσχει επίσης από ένα αυξανόμενο εμπόριο σε όργανα και μέλη ιαγουάρων, που αυξάνοναι στην Ασία για χρήση στην παραδοσιακή ιατρική, αντικαθιστώντας τις τίγρεις καθώς ο πληθυσμός τους μειώνεται.
Παράλληλα, το πτηνό της Βραζιλίας που κατάσχεται συνήθως από τις αρχές είναι το σαρκοφάγο σαφράν. Παραδοσιακά πολλοί Βραζιλιάνοι το έχουν ως κατοικίδιο, όπως αποκάλυψε η έκθεση.
Η Βραζιλία «είναι μια χώρα με πολλά προβλήματα φτώχειας και διαφθοράς και αυτό καθιστά δύσκολο (το έργο μας)», λέει ο Marco Freitas, αξιωματούχος της περιβαλλοντικής υπηρεσίας ICMBio.
Την ίδια ώρα, ο Dener Giovanini, γενικός συντονιστής της βραζιλιάνικης ΜΚΟ Renctas, η οποία εργάζεται για την προστασία της βιοποικιλότητας, δήλωσε ότι η διατήρηση μη γηγενών φιδιών όπως είναι οι κόμπρες,που εισάγονται ή εκτρέφονται στη Βραζιλία, έχει γίνει επικίνδυνη τάση για τους νέους της μεσαίας τάξης.
Το εμπόριο άγριας ζωής της Βραζιλίας έχει μεταφερθεί στο διαδίκτυο, είπε, και η Renctas παρακολουθεί εκατομμύρια μηνύματα στα κοινωνικά μέσα.
«Η Βραζιλία ήταν πάντα προμηθευτής άγριων ζώων στην παράνομη αγορά επειδή έχουμε μεγάλη βιολογική ποικιλομορφία. Αλλά τώρα η Βραζιλία γίνεται μεγάλος εισαγωγέας άγριων ζώων, ειδικά δηλητηριωδών φιδιών».
Με πληροφορίες του Guardian
σχόλια