Η είδηση πως το εμβόλιο της Pfizer/BioNTech κατά του κορωνοϊού είναι αποτελεσματικό κατά 90% αναζωπύρωσε τις ελπίδες για τερματισμό της πανδημίας, ωθώντας σε «ράλι» και τις διεθνείς αγόρές.
Η αποτελεσματικότητα του είναι υψηλότερη από τις προσδοκίες και προς το παρόν δεν υπάρχει ανησυχία για την ασφάλειά του. Η Sarah Boseley, συντάκτρια του Guardian που εξειδικεύεται σε θέματα υγείας, εξηγεί γιατί παρότι το εμβόλιο αυτό είναι ένα σημαντικό βήμα, υπάρχουν εμπόδια που πρέπει να ξεπεράσουμε, και γιατί μέτρα όπως η χρήση μασκών, οι αποστάσεις και η τηλεργασία πρέπει - προς το παρόν - να διατηρηθούν.
Η Boseley μιλάει για την τεχνολογία mRNA, που σε αντίθεση με τα συμβατικά εμβόλια - που περιέχουν τμήματα του ίδιου του παθογόνου παράγοντα - τα εμβόλια με αυτή την τεχνολογία δεν περιέχουν κανένα αντιγόνο, αλλά μόνο μόρια αγγελιοφόρου RNA. Αν το εμβόλιο της Pfizer/BioNTech εγκριθεί θα είναι το πρώτο αυτής της μεθόδου αλλά και αυτό που εγκρίθηκε γρηγορότερα.
Επικαλούμενη τον ΠΟΥ, αναφέρει πως σε κάθε χώρα οι ομάδες υψηλού κινδύνου - ανάμεσά τους και οι εργαζόμενοι στον χώρο της υγείας - θα εμβολιαστούν πρώτοι.
Η Boseley υπογραμμίζει πως δεν γνωρίζουμε αν το εμβόλιο θα σταματήσει τη μετάδοση του ιού από άνθρωπο σε άνθρωπο ενώ αναφέρει πως το μεγάλο του μειονέκτημα είναι ότι πρέπει να διατηρείται σε ιδιαίτερα χαμηλές θερμοκρασίες, γεγονός που θα αποτελέσεις πρόβλημα για τις πιο φτωχές χώρες.
Το εμβόλιο είναι δύο δόσεων που χορηγούνται με διαφορά τριών εβδομάδων. «Αυτό σημαίνει πως δεν θα είστε προστατευμένοι για τρεις εβδομάδες», λέει η Boseley σημειώνοντας πως παρά την παραγωγή 1,3 δισεκατομμυρίων δόσεων το 2021 θα χρειαστουν και άλλα εμβόλια. Θα είναι ελαφρώς διαφοροποιημένα και κάποια από αυτά θα λειτουργούν καλύτερα σε κάποιους πληθυσμούς.
«Είμαστε στον δρόμο για την κανονικότητα», λέει η Boseley προσθέτοντας ωστόσο πως δεν ξέρουμε πόσο μακρύς είναι ο δρόμος αυτός.
Με πληροφορίες από Guardian