Στο ζήτημα της ακρίβειας των τεστ για κορωνοϊό, αναφέρθηκε ο καθηγητής Πνευμονολογίας και Εντατικής Θεραπείας της Ιατρικής Σχολής του ΕΚΠΑ Θεόδωρος Βασιλακόπουλος, με αφορμή το θετικό κρούσμα στον αρχιεπίσκοπο Ιερώνυμο.
Το παράδειγμα του αρχιεπισκόπου επιβεβαιώνει πως τα τεστ δεν είναι η «απόλυτη λύση» και χρειάζεται προσοχή, καθώς υπάρχουν τα ψευδώς αρνητικά τεστ σε φορείς του κορωνοϊού, εξήγησε ο καθηγητής, τονίζοντας πως «στα καλύτερα χέρια», το τεστ έχει περίπου 30% πιθανότητα να μην βγει θετικό ούτε σε ανθρώπους που πάσχουν.
«Ο μακαριώτατος έκανε τρία διαδοχικά τεστ και στο τρίτο βγήκε θετικός», είπε ο δρ. Βασιλακόπουλος μιλώντας στον ΣΚΑΪ. «Το να έχουμε πολλά τεστ και να κάνουμε πολλά τεστ δεν μας εξασφαλίζει 100%. Αυτή είναι η διαγνωστική αξία του τεστ, πρέπει να γίνονται πολλά, αλλά δεν είναι η απόλυτη λύση», πρόσθεσε ο καθηγητής υπογραμμίζοντας την σημασία της προσοχής από όλους.
«Κανείς δεν είναι άτρωτος. Και εμείς οι υγειονομικοί έχουμε χάσει ανθρώπους, έναν 42χρονο πνευμονολόγο και πατέρα παιδιών χωρίς άλλο πρόβλημα, έναν καρδιολόγο, νοσηλευτές», σχολίασε, εκφράζοντας την ανησυχία του για τον κίνδυνο να χάσουν τη ζωή τους και άλλοι νέοι άνθρωποι.
«Όσο διασπείρεται ο ιός και νοσηλεύονται περισσότεροι άνθρωποι, και νέοι θα νοσήσουν βαριά γιατί κάποιοι έχουν γενετική προδιάθεση για αυτό, ιδιαίτερα χαρακτηριστικά ή ήπιες υποκείμενες παθήσεις. Θα κινδυνεύσουν να χάσουν την ζωή τους. Πρέπει να το καταλάβουμε μέχρι το εμβόλιο να λύσει το πρόβλημα».
Ο ίδιος εκτίμησε πως ειδικά στη βόρεια Ελλάδα , είναι απίθανο έως τις γιορτές να έχει μειωθεί τόσο το επιδημιολογικό φορτίο που να επιτρέψει ελεύθερες, ακίνδυνες μετακινήσεις. «Η προϋπόθεση για να ανοίξουμε περιοχικά οικονομίες είναι να απαγορευτούν οι κινήσεις ανάμεσα στους νομούς».
Όσο για τις ΜΕΘ, σημειώνοντας πως ως εντατικολόγος θα ήθελε να υπάρχουν χιλιάδες διαθέσιμες, εξήγησε πως ακόμα και σε αυτή την περίπτωση δεν θα έπρεπε να γεμίσουν με ασθενείς κορωνοϊού, καθώς το 40% όσων θα νοσηλεύονταν σε ΜΕΘ θα έχανε τη ζωή του.
Ερωτηθείς για την αναζήτηση εξειδικευμένου προσωπικού σε χώρες της Ευρώπης, εκτίμησε πως δεν υπάρχουν αρκετοί επαγγελματίες για να καλύψουν όλες τις ανάγκες. Και εκτός από τους εξειδικευμένους γιατρούς που χρειάζονται, κάθε ένας από αυτούς πρέπει να πλαισιωθεί από τουλάχιστον δέκα νοσηλευτές.