Την ανησυχία του αναφορικά με την πορεία της πανδημίας στη Θεσσαλονίκη και σε αρκετές περιφερειακές ενότητες της Βόρειας Ελλάδος, όπου η εμβολιαστική κάλυψη είναι μόλις στο 40-45%, εκφράζει ο αναπληρωτής καθηγητής Επιδημιολογίας - Προληπτικής Ιατρικής του ΕΚΠΑ και μέλος της Επιτροπής Εμπειρογνωμόνων του υπουργείου Υγείας Δημήτρης Παρασκευής.
Σε συνέντευξη του στο Πρακτορείο Fm και στην εκπομπή «104,9 ΜΥΣΤΙΚΑ ΥΓΕΙΑΣ» χαρακτηρίζει μεταβατική την περίοδο που τώρα διανύουμε, γιατί ναι μεν παρατηρείται μία πτωτική τάση εδώ και μερικές εβδομάδες σε αρκετές περιοχές της χώρας, αλλά την προσεχή περίοδο αναμένεται έξαρση κρουσμάτων.
Ο καθηγητής εκτιμά ότι θα είναι πιο δύσκολα τα πράγματα κατά την περίοδο του εφετινού Φθινοπώρου και του Χειμώνα. Ωστόσο όπως λέει τα μέτρα της τωρινής χρονικής περιόδου αφορούν περιορισμό, ή πολύ αυξημένο testing στους ανεμβολίαστους. «Μία στρατηγική διαφορετική από την προηγούμενη χρονιά που δεν είχαμε διαθέσιμα εμβόλια και ήμασταν αναγκασμένοι να εφαρμόσουμε αυστηρά περιοριστικά μέτρα για όλο τον πληθυσμό. Ευελπιστούμε ότι αυτά τα μέτρα θα είναι ικανοποιητικά στο βαθμό που θα τηρηθούν από την κοινωνία και θα επιτηρηθούν από τους αρμόδιους φορείς». Για ενδεχόμενο νέου λοκ ντάουν απαντά ότι θα είναι ένα ύστατο μέτρο.
«Το αν και κατά πόσο θα υπάρξει ανάγκη να εφαρμοστεί δεν είμαι σε θέση να το προβλέψω, γιατί θα εξαρτηθεί από πάρα πολλές παραμέτρους. Το αν θα χρειαστεί να εφαρμοστεί ένα τέτοιο μέτρο είναι και πολιτική απόφαση. Το αν και κατά πόσον η οικονομία ή άλλες παράμετροι της κοινωνίας και του κράτους, μας επιτρέψουν να εφαρμοστεί ένα τέτοιο μέτρο». Όσον αφορά το ποιο σχήμα εμβολιασμού θα επικρατήσει μακροπρόθεσμα, ο κ. Παρασκευής λέει ότι οι επιστήμονες αναμένουν να δουν τα αποτελέσματα από την προστασία που παρέχει η τρίτη δόση, έτσι ώστε να αποφασιστεί ανάλογα αν θα χρειαστεί μία τέταρτη ή κάτι περαιτέρω.
Για τα εμβόλια δεύτερης γενιάς εξηγεί ότι αυτή τη στιγμή βρίσκονται σε κλινικές δοκιμές και ενδεχομένως να είναι διαθέσιμα ακόμη και προς τα τέλη του έτους. Στο ερώτημα πώς πιστεύει ότι μπορούν να πεισθούν οι άνω των 60, που σε αντίθεση με άλλες χώρες της Ευρώπης, δεν έχουν προτιμήσει το εμβόλιο σε μεγάλο βαθμό, αναφέρει ότι θα ήταν χρήσιμο να οργανωθούν εκδηλώσεις που να απαντήσουν τα ερωτήματα αυτών των ανθρώπων. Και προτείνει να πραγματοποιηθούν αναλύσεις, να γνωρίζουν οι επιστήμονες τα ποιοτικά χαρακτηριστικά του πληθυσμού ανά περιφερειακή ενότητα, έτσι ώστε να στοχεύσουν τις δράσεις τους και την ενημέρωση.
«Σίγουρα ο κορωνοϊός θα γίνει μία ήπια νόσος, όταν αναπτύξουμε όλοι ανοσία, είτε μέσω εμβολίου είτε μέσω νόσησης. Το ζητούμενο βέβαια είναι να αναπτύξουμε ανοσία μέσω του εμβολίου και όχι μέσω της έκθεσης στον ιό, γιατί αυτό είναι εξαιρετικά επικίνδυνο. Αυτό ενδεχομένως θα συμβεί σε ένα διάστημα ενός έτους ή και λίγο παρά πάνω», απαντά ο κ. Παρασκευής ερωτώμενος πότε θα ξεμπερδέψουμε με την πανδημία.