Η βραβευμένη με Νόμπελ Ειρήνης Φιλιππινέζα δημοσιογράφος Μαρία Ρέσα χρησιμοποίησε την αφορμή της βράβευσής της για να ασκήσει κριτική εις βάρος του Facebook χαρακτηρίζοντάς το απειλή κατά της δημοκρατίας.
Όπως τόνισε σε συνέντευξη που παραχώρησε στο Reuters, ο κολοσσός των μέσων κοινωνικής δικτύωσης είναι «μεροληπτικός απέναντι στα γεγονότα» και δεν προστατεύει τους χρήστες από τη διάδοση του μίσους και της παραπληροφόρησης.
H βετεράνος δημοσιογράφος και επικεφαλής του φιλιππινέζικου ειδησεογραφικού ιστότοπου Rappler, είπε ότι οι αλγόριθμοι του Facebook «θέτουν σε προτεραιότητα τη διάδοση ψευδών μαζί με οργή και μίσος απέναντι σε γεγονότα». Το Facebook έχει αναδειχθεί στον μεγαλύτερο πάροχο ειδήσεων και «όμως είναι μεροληπτικό απέναντι στα γεγονότα, είναι μεροληπτικό απέναντι στη δημοσιογραφία» πρόσθεσε.
«Αν δεν υπάρχουν γεγονότα, δεν μπορεί να υπάρξουν αλήθειες, δεν μπορεί να υπάρξει εμπιστοσύνη. Αν δεν έχεις τίποτα από αυτά, δεν έχεις δημοκρατία. Πέραν αυτού, αν δεν έχεις γεγονότα, δεν έχεις μια κοινή πραγματικότητα και έτσι δεν μπορείς να επιλύσεις τα υπαρξιακά προβλήματα του κλίματος, του κορωνοϊού», σημείωσε.
Στο μεταξύ, εκπρόσωπος του Facebook στις Φιλιππίνες δεν απάντησε σε αιτήματα να σχολιάσει τις δηλώσεις της Ρέσα.
Σημειώνεται ότι τα σχόλιά της έρχονται να προστεθούν σε μια σειρά κατηγορίες εις βάρος του Facebook, το οποίο χρησιμοποιείται από περισσότερους από τρία δισεκατομμύρια ανθρώπους και που σύμφωνα με μια πρώην υπάλληλό του, η οποία στη συνέχεια έγινε μάρτυρας δημοσίου συμφέροντος και κατέθεσε ενώπιον του αμερικανικού Κογκρέσου, βάζει το κέρδος πάνω από την αναγκαιότητα για την πάταξη της ρητορικής μίσους και της παραπληροφόρησης.
Εκλογές: «Πεδίο μάχης για τα γεγονότα»
Τα ρεπορτάζ του Rappler στρέφονται συχνά κατά του αιματηρού πολέμου που έχει εξαπολύσει ο πρόεδρος Ντουτέρτε εναντίον του κόσμου των ναρκωτικών, ενώ μια σειρά από άλλα ερευνητικά ρεπορτάζ του κάνουν λόγο για στρατηγική της κυβέρνησής του να χρησιμοποιήσει «ως όπλο» το ίντερνετ προσλαμβάνοντας μπλόγκερς για να υποδαυλίζουν την οργή μεταξύ των διαδικτυακών υποστηρικτών που απειλούν και αποδοκιμάζουν τους επικριτές του προέδρου.
Η Μαρία Ρέσα έγινε συνιδρύτρια το 2012 της ψηφιακής πλατφόρμας ερευνητικής δημοσιογραφίας Rappler, ένα μέσο που έριξε φως στον «πόλεμο κατά των ναρκωτικών» που εξαπέλυσε ο πρόεδρος των Φιλιππίνων Ντουτέρτε, στον οποίο έχουν σκοτωθεί χιλιάδες άνθρωποι και πλέον ερευνάται από το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο.
Τον Μάρτιο του 2019 το Facebook αφαίρεσε από την πλατφόρμα του ένα ηλεκτρονικό δίκτυο στις Φιλιππίνες για «συντονισμένη μη αυθεντική συμπεριφορά» και το συνέδεσε με έναν επιχειρηματία, ο οποίος είχε πει στο παρελθόν ότι βοήθησε στον τομέα των μέσων κοινωνικής δικτύωσης την προεκλογική εκστρατεία του Ντουτέρτε, το 2016.
Οι Φιλιππινέζοι βρίσκονται στην κορυφή της παγκόσμιας κατάταξης ως προς τον χρόνο που περνούν ασχολούμενοι με τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, σύμφωνα με έρευνες του 2021 από εταιρείες διαχείρισης των social media. Έτσι, πλατφόρμες όπως το Facebook έχουν γίνει πεδία πολιτικής μάχης και έχουν βοηθήσει να ενισχύσουν τη βάση στήριξης του Ντουτέρτε έχοντας διαδραματίσει καθοριστικό ρόλο στην εκλογική του νίκη το 2016.
Οι Φιλιππίνες θα διενεργήσουν εκλογές τον προσεχή Μάιο για να εκλέξουν τον διάδοχο του Ντουτέρτε, ο οποίος με βάση το Σύνταγμα δεν έχει δικαίωμα να διεκδικήσει νέα θητεία. Αυτή η εκστρατεία «θα είναι μια μάχη για τα γεγονότα. Θα συνεχίσουμε να διασφαλίζουμε ότι οι πολίτες θα μαθαίνουν τα γεγονότα, θα τα κατανοούν. Δεν πρόκειται να μας παρενοχλήσουν ή να μας φιμώσουν», είπε η Ρέσα.
Την Παρασκευή τιμήθηκε με το Νόμπελ Ειρήνης μαζί με τον Ρώσο δημοσιογράφο Ντμίτρι Μουράτοφ για τις προσπάθειές τους «να διαφυλάξουν την ελευθερία της έκφρασης».
Από την εκλογή του Ντουτέρτε στην προεδρία, το 2016, η Μαρία Ρέσα και το ειδησεογραφικό μέσο της έχουν υποστεί δικαστικές διώξεις, συλλήψεις και έχουν δεχθεί πολλές απειλές μέσω διαδικτύου. Ο πρόεδρος Ντουτέρτε έχει χαρακτηρίσει το Rappler ιστότοπο «ψευδών ειδήσεων», και η κα Ρέσα έχει αποτελέσει στόχο υβριστικών μηνυμάτων στο διαδίκτυο.
Με πληροφορίες από ΑΠΕ-ΜΠΕ και Reuters