Στις 25 Οκτωβρίου του 1971, σύμφωνα με άρθρο της αιγυπτιώτικης εφημερίδας της Αλεξάνδρειας «Ταχυδρόμος», φτάνει με πτήση της Ολυμπιακής στο Κάιρο το εικοσιτετραμελές Συγκρότημα Ελληνικού Χοροδράματος της Ραλλούς Μάνου, το οποίο κατέλυσε στο πολυτελές ξενοδοχείο της εποχής, το Continental, που βρισκόταν στην Πλατεία Όπερας, απέναντι από την παλιά Όπερα.
Σύμφωνα με δηλώσεις της Μάνου, ήταν η δεύτερη επίσκεψη του συγκροτήματος στην Αίγυπτο, δεκαπέντε χρόνια μετά την πρώτη, για προγραμματισμένες παραστάσεις στην Όπερα του Καΐρου και στο Θέατρο Σάγιεντ Νταρουίς της Όπερας, στην Αλεξάνδρεια.
Τα έργα που θα παρουσιάζονταν ήταν:
• Δοξαστικό, σε μουσική του Χαλίμ ελ Ντάμε, από την ιστορία του Ιουστιανού και της Ισιδώρας, που είχε πρωτοπαρουσιαστεί στο Φεστιβάλ Αθηνών
• Απολογία της Κλυταιμνήστρας, του Θ. Αναστασίου
• Το λαϊκό έργο Ιστορία σε δειλινό του Μάνου Χατζιδάκι
• Ελληνική σουίτα
• Ο κήπος της Εδέμ, δύο μοντέρνα μονόπρακτα του Γ. Ξενάκη
• Μαρσύας, μουσική Μάνου Χατζιδάκι
• Μήδεια, μουσική Σάμιουελ Μπάρμπερ
«Η ζωγραφική των σκηνικών είχε γίνει από ζωγράφους όπως είναι ο Μόραλης, ο Χατζηκυριάκος Γκίκας και όλοι αυτοί οι μεγάλοι Έλληνες ζωγράφοι, που δεν έβαλαν μόνο την ιδέα τους αλλά μαζί με τον κόπο τους έβαλαν και την επιθυμία τους να γίνει αυτό το τέλειο. Αποτελούν αυτά έργα τέχνης που δεν μπορούν να αντικατασταθούν πλέον».
Το Ελληνικό Χορόδραμα ήταν καλλιτεχνικό και μη κερδοσκοπικό σωματείο, που ιδρύθηκε τον Ιανουάριο του 1951 από τη Ραλλού Μάνου με σκοπό τη χρησιμοποίηση των χορογραφικών, μουσικών και ενδυματολογικών στοιχείων της ελληνικής παράδοσης για τη δημιουργία χαρακτηριστικής και πρωτοπόρου ελληνικής θεατρικής τέχνης, και την προβολή της Ελλάδας μέσω της τέχνης αυτής.
Η παράσταση είχε προγραμματισμένη πρεμιέρα στις 28 Οκτωβρίου 1971, ημέρα της εθνικής μας επετείου, στην Όπερα του Καΐρου και το συγκρότημα ήταν έτοιμο -μετά τις ολιγοήμερες πρόβες στον χώρο- για μια μεγάλη επιτυχία.
Το πρωί της 28ης Οκτωβρίου, στην Πλατεία της Όπερας στο κέντρο της πόλης κυκλοφορούσε ελάχιστος κόσμος λόγω της νηστείας του Ραμαζανιού, και ενώ η ελληνική παροικία του Καΐρου παρακολουθούσε την επίσημη δοξολογία της εθνικής επετείου, τα μέλη του συγκροτήματος που έμεναν απέναντι από το κτίριο της Όπερας και προετοιμαζόταν για τη βραδινή πρεμιέρα ήταν από τους πρώτους που είδαν τις φλόγες να βγαίνουν από τον πρώτο όροφο κι έτρεξαν πανικόβλητοι προς το κτίριο, όπου το προηγούμενο βράδυ είχαν αφήσει τα κουστούμια της παράστασης, τα μαγνητόφωνα με τις μαγνητοταινίες της μουσικής και όλο το υλικό των παραστάσεων.
Η αστυνομική ζώνη που είχε ήδη σχηματιστεί δεν επέτρεψε στους Έλληνες καλλιτέχνες να πλησιάσουν. Έτσι αναγκάστηκαν να είναι απλώς παρόντες στο θέαμα της καταστροφής. Η Όπερα του Καΐρου καιγόταν!
Κανείς εκείνη τη στιγμή δεν μπορούσε να προβλέψει την καταστροφή που θα επακολουθούσε. Το Κάιρο έζησε δραματικές ώρες. Η πυρκαγιά που ξεκίνησε απο ένα ηλεκτρικό βραχυκύκλωμα στον πρώτο όροφο έδωσε την πρώτη φλόγα δίπλα σε εύφλεκτα υλικά, γεγονός που συνέτεινε στην επέκτασή της και στην ολοκληρωτική καταστροφή, καθιστώντας τις πυροσβεστικές δυνάμεις αδύναμες να επέμβουν αποτελεσματικά.
Ο διευθυντής της κατεστραμένης Όπερας απομακρύνθηκε από τους καπνούς των ερειπίων υποβασταζόμενος και κλαίγοντας για όλο το αρχειακό υλικό εκατό χρόνων που φυλασσόταν εκεί. Το κτίριο που υπήρξε για έναν αιώνα η καρδιά της κοσμικής ζωής του Καΐρου έγινε στάχτη.
Η καταστροφή που βύθισε τη χώρα σε θλίψη ήταν τέτοια ώστε μερικές ώρες αργότερα, το μεσημέρι της ίδιας ημέρας, το μόνο που φαινόταν να διασώθηκε από την Όπερα Καΐρου ήταν η σιδερένια πόρτα στην είσοδο του μεγαλοπρεπούς, αιωνόβιου κτιρίου, που το κύριο υλικό της κατασκευής του ήταν το ξύλο.
Η ιστορία της παλιάς Όπερας του Καΐρου
Το θέατρο αυτό είχε κατασκευαστεί βιαστικά, μέσα σε ένα εξάμηνο, ώστε να προλάβει τα πολυαναμενόμενα εγκαίνια της Διώρυγας του Σουέζ, σε σχέδια των Ιταλών αρχιτεκτόνων Αβοκόνι και Ρόσι, οι οποίοι χρησιμοποίησαν ως πρότυπο το Θέατρο της Σκάλας του Μιλάνου. Κατασκευασμένο κυρίως από ξύλο και ψευτότοιχους απο ελαφρύ υλικό, άνοιξε τις πόρτες του την 1η Νοεμβρίου του 1869, στα προεόρτια των εγκαινίων της Διώρυγας που έγιναν λίγες μερες μετά, στις 17 Νοεμβρίου.
Την πρώτη του παράσταση παρακολούθησαν από το επίσημο θεωρείο η Αυτοκράτειρα της Γαλλίας Ευγενία, σύζυγος του Μέγα Ναπολέοντα, ο Αυτοκράτορας της Αυστρίας Φραγκίσκος Ιωσήφ, ο Χεδίβης της Αιγύπτου, Ισμαήλ, και ο διάδοχος της Πρωσίας, ενώ η αίθουσα ήταν γεμάτη από τη διεθνή αφρόκρεμα της πολιτικής και του πνεύματος της εποχής. Το πρώτο έργο που παρουσιάστηκε ήταν ο Ριγκολέτο του Τζουζέπε Βέρντι, με ορχήστρα 61 μουσικών και διεθνείς πρωταγωνιστές.
Ο Χεδίβης της Αιγύπτου Ισμαήλ επιθυμούσε όμως ένα έργο πιο αντιπροσωπευτικό της χώρας του και ανέθεσε στον Μαριέτ Μπέη, γνωστό αρχαιολόγο της εποχής, να του βρει ένα κατάλληλο θέμα από την αιγυπτιακή ιστορία. Όταν συνέβη αυτό, ο ελληνικής καταγωγής Επίτροπος των Βασιλικών Θεάτρων Ντρανέτ Μπέης παρήγγειλε στον Τζουζέπε Βέρντι ένα έργο βασισμένο στο αιγυπτιακό ιστορικό θέμα, καταβάλλοντάς του μια πολύ μεγάλη αμοιβή.
Το λυρικό μελόδραμα που παραδόθηκε, σε λιμπρέτο του Αντόνιο Γκιζλαντσόνι και μουσική του Τζουζέπε Βέρντι, δεν είναι άλλο από τη γνωστή όπερα Αΐντα, η οποία παρουσιάστηκε πρώτη φορά στην Όπερα του Καϊρου, στις 24 Δεκεμβρίου 1871, ημερομηνία που θεωρείται από πολλούς ως τα επίσημα εγκαίνια της Όπερας. Για αυτόν το λόγο οι εφημερίδες της εποχής μιλούσαν για ολοκληρωτική καταστροφή της Όπερας λίγο πριν εορτάσει την πρώτη εκατονταετηρίδα της.
Δηλώσεις της Ραλλούς Μάνου, στις στάχτες των ερειπίων
Η Ραλλού Μάνου έφτασε στην καιόμενη Όπερα λίγο πριν σβήσουν οι τελευταίες φλόγες στον μαυρισμένο σκελετό της, όπου το προηγούμενο βράδυ ειχε αφήσει τα πολύτιμα υπάρχοντα της παράστασης. Η Όπερα, που η κατασκευή της είχε κοστίσει ένα εκατομμύριο λίρες, είχε γίνει στάχτες.
Η Ραλλού Μάνου δήλωσε στην εφημερίδα «Ταχυδρόμος» της Αλεξάνδρειας: «Παρ' όλη την τεράστια, ανυπολόγιστη καταστροφή που πάθαμε, δεν μπορώ παρά να λυπηθώ ιδιαίτερα όχι μόνο για μας, αλλά και για το κόσμημα της Όπερας που χάθηκε, αυτή η ωραία Όπερα στην οποία κι εμείς είχαμε δώσει στο παρελθόν παραστάσεις και που χαιρόμασταν τόσο πολύ που θα εμφανιζόμασταν πάλι».
Στην ερώτηση του δημοσιογράφου για το μέγεθος της καταστροφής του Ελληνικού Χοροδράματος, η δημιουργός του απάντησε:
«Εχάσαμε πολλά. Εχάσαμε το παν. Μετά την περιοδεία στην Αίγυπτο, ετοιμάζαμε μια σειρά περιοδειών και έτσι είχαμε ξανακάμει καινούργιο το υλικό μας. Κουστούμια, σκηνικά, μαγνητόφωνα, μαζί με όλες τις απαραίτητες μουσικές. Ό,τι και να πω είναι λίγο τώρα. Δεν τα 'χω στο μυαλό μου. Πρέπει να καθίσουμε να τα γράψουμε και κάθε φορά και κάτι βρίσκουμε ότι ξεχνάμε. Είναι πολλών ετών μόχθος που χάθηκε αυτήν τη στιγμή. Επρόκειτο να πάμε στη Βουλγαρία και στη Ρουμανία και σε άλλα μέρη. Όλα αυτά πάνε τώρα χαμένα.
Ορισμένα από τα πράγματα που χάσαμε, κι αν υπάρξουν τα χρήματα, δεν ξαναγίνονται, όπως π.χ τα κουστούμια του Δοξαστικού που είχαν ειδικώς γίνει για το Φεστιβάλ Αθηνών και ήσαν βαρύτιμα, κεντημένα στο χέρι, που χρειάζεται μια ολόκληρη περιουσία για να ξαναγίνουν. Και οι μουσικές που χάσαμε και το αρχείο είναι μεγάλη καταστροφή. Από τη στιγμή που κάνεις μια παράσταση, πρέπει να έχεις όλα τα όπλα. Εάν μια μαγνητοταινία που έχεις γραμμένη τη μουσική χαθεί, πρέπει να μπορείς να την ξαναφτιάξεις. Τώρα όμως χάσαμε και το πρωτότυπο αρχείο.
Η ζωγραφική των σκηνικών είχε γίνει από ζωγράφους όπως είναι ο Μώραλης, ο Χατζηκυριάκος Γκίκας και όλοι αυτοί οι μεγάλοι Έλληνες ζωγράφοι, που δεν έβαλαν μόνο την ιδέα τους αλλά μαζί με τον κόπο τους έβαλαν και την επιθυμία τους να γίνει αυτό το τέλειο. Αποτελούν αυτά έργα τέχνης που δεν μπορούν να αντικαταστασθούν πλέον. Άλλοι μας ζωγράφοι ήταν ο Νίκος Νικολάου, καθηγητής της ΑΣΚΤ, ο Σπύρος Βασιλείου, ο Μαυροειδής και άλλοι, γιατί το Ελληνικόν Χορόδραμα είναι ένας μη κερδοσκοπικός οργανισμός. Δεν είναι εμπορική υπόθεσις. Το κράτος κατά καιρούς μάς επιχορηγεί. Όλοι αυτοί οι συνεργάτες μας μάς βοηθούν και δεν πληρώνονται. Γίνονται όλα αυτά για να επιτύχουμε ποιότητα και για να δίνουμε ζωή στις ελληνικές παραδόσεις. Δυστυχώς όλα αυτά είναι χαμένα» κατέληξε με ολοφανερη τη θλίψη και τον εκνευρισμό από τις ανυπολόγιστες απώλειες.
Σε ένα πρωινό δύο τεράστιες καταστροφές. Η αποτέφρωση της Όπερας του Καΐρου από τη μια, αλλά και της πολύτιμης περιουσίας του Ελληνικού Χοροδράματος της Ραλλούς Μάνου από την άλλη, που απασχόλησαν τον εγχώριο και διεθνή Τύπο. Η Ελληνική παροικία της Αιγύπτου αποσβολωμένη παρατηρούσε τις εξελίξεις που αμαύρωσαν τους εορτασμούς της εθνικής επετείου.
Η Ραλλού Μάνου, που είχε θέσει σκοπό της ζωής της το Ελληνικό Χορόδραμα κι ετοιμαζόταν για μια θριαμβευτική παράσταση σε ένα κατάμεστο θέατρο, θρηνούσε πια πάνω από τις στάχτες του. Η Ολυμπιακή Αεροπορία, θέλοντας να δείξει εμπράκτως τη συμπαράστασή της στο συγκρότημα, παρέθεσε δείπνο προς τιμήν τους, στην πρόσφατα ανακαινισμένη αίθουσα του Ελληνικού Κέντρου Καΐρου, παρουσία διπλωματικών και κοινοτικών αρχών της Ελληνικής Κοινότητας Καΐρου.
Η νέα Όπερα του Καΐρου
Τις επόμενες μέρες έγινε γνωστό ότι το πρωί της πυρκαγιάς, ο υπεύθυνος πυρασφάλειας της Όπερας ειδοποίησε άμεσα την Πυροσβεστική, η έδρα της οποίας ήταν πολύ κοντά και οι άντρες της έφτασαν σύντομα. Η παλαιότητα όμως του θεάτρου και τα εύφλεκτα οικοδομικά υλικά δεν τους επέτρεψαν να το σώσουν. Ακόμα και η στέγη της Όπερας ήταν κατασκευασμένη απο κορμούς χουρμαδιάς, για αυτόν το λόγο άλλωστε δεν μπορούσε να τοποθετηθεί κλιματισμός.
Σχεδιάστηκε άμεσα η αντικατάσταση του κτιρίου. Αρχικά προβλεπόταν να γίνει στον ίδιο χώρο, όπου μάλιστα έγινε και η επίσημη τελετή της τοποθέτησης του θεμέλιου λίθου. Ωστόσο, τελικά αποφασίστηκε η μεταφορά της Όπερας σε καταλληλότερο χώρο, λόγω της κυκλοφοριακής συμφόρησης στην παλιά της θέση. Στη θέση του αποτεφρωμένου κτιρίου χτίστηκε ένα πολυώροφο πάρκιγκ αυτοκινήτων, το οποίο υπάρχει και σήμερα στην πλατεία της Όπερας, που μόνο το όνομα έμεινε να θυμίζει το ένδοξο κοσμικό παρελθόν της.
Το διάσημο ξενοδοχείο Continental, που φιλοξένησε την καλλιτεχνική ομάδα, έστεκε τις τελευταίες δεκαετίες ως αρχιτεκτονικό κουφάρι μιας ένδοξης εποχής και μόλις πρόσφατα αποφασίστηκε η ανακατασκευή του, διατηρώντας μέρος των τοίχων πρόσοψης. Στα χρόνια που μεσολάβησαν ανάμεσα στην καταστροφή του παλιού κτιρίου και την κατασκευή του νέου, από το 1971 δηλαδή ως το 1988, οι δραστηριότητες της Όπερας του Καΐρου φιλοξενούνταν στο νεοκλασικό Θέατρο Γκομχουρίχια, που βρισκόταν μερικές εκατοντάδες μέτρα μακριά απο την παλιά Όπερα.
Για τη νέα Όπερα επιλέχθηκε ο χώρος της παλιάς Διεθνούς Έκθεσης του Καϊρου, ένα οικόπεδο πολλών στρεμμάτων πάνω στο νησί Γκεζίρα του Νείλου, με υφιστάμενα κτίρια στον προαύλιο χώρο, όπου σημερα στεγάζονται καλλιτεχνικές εκθέσεις, μουσεία, οργανισμοί κ.ά. Θεμελιώθηκε τελικά μετά απο πολλές παλινωδίες το 1985 και κατασκευάστηκε με επιχορήγηση της Ιαπωνίας.
Εγκαινιάστηκε στις 10 Οκτωβρίου του 1988, από τον πρώην Πρόεδρο της Αιγύπτου Χόσνι Μουμπάρακ και τον πρίγκιπα Τομοχίτο της Μικάσα, μικρότερο αδερφό του Ιάπωνα αυτοκράτορα, παρουσιάζοντας για πρώτη φορά στον αραβικό κόσμο και την Αφρική ιαπωνική μουσικοχορευτική παράσταση, το Καμπούκι, ενα παραδοσιακό δημοφιλές δράμα με τραγούδι και χορό.
Το συγκρότημα της Όπερας του Καΐρου αποτελείται από επτά θέατρα, μια μουσική βιβλιοθήκη, μια γκαλερί τέχνης και ένα μουσείο. Το Main Hall, χωρητικότητας 1200 ατόμων σε τέσσερα επίπεδα, το Small Hall 500 ατόμων, το υπαίθριο θέατρο, ενώ χρησιμοποιούνται και χώροι εκτός συγκροτήματος, όπως το θέατρο Γκομχουρίγια, το Ινστιτούτο Αραβικης Μουσικής, το θεατρο της Νταμανχούρ, το θέατρο του Σαγιέντ Νταρουίς και το αρχαίο ρωμαϊκό θέατρο της Αλεξάνδρειας.
Η αποτέφρωση της παλιάς Όπερας είχε ως αποτέλεσμα τη συνολική αλλαγή της φυσιογνωμίας της ομώνυμης πλατείας και την παρακμή της. Ξεκίνησε πρόσφατα μια προσπάθεια αναδιαμόρφωσής της, που θέλει χρόνο για να αποδώσει. Πολύ δύσκολα όμως θα ξαναγίνει το κοσμοπολίτικο σημείο που για έναν αιώνα όριζε η παρουσία της παλιάς χεδιβικής Όπερας, με όλα τα τρωτά της σημεία αλλά και την αίγλη της.
Πολλές φορές ακόμα και σήμερα οι οδηγοί ταξί μπερδεύονται όταν οι πελάτες τους ζητούν να πάνε στην Όπερα του Καΐρου, δίπλα στον Νείλο, και κατευθύνονται στην Πλατεία Όπερας, στο πολύβουο κέντρο της πόλης.
* Ο Χρίστος Γ. Παπαδόπουλος είναι στιχουργός - συγγραφέας και διευθυντής του Ελληνικού Πολιτιστικού Κέντρου Καΐρου.