Τα εμβόλια κατά του κορωνοϊού αναπτύχθηκαν ταχύτατα και έδωσαν τη δυνατότητα της επιστροφής σε μία μερική κανονικότητα. Ωστόσο, ο ιός παραμένει ζωντανός και οι συνεχείς μεταλλάξεις του καθιστούν αναγκαία την ανάπτυξη των εμβολίων νέας γενιάς, που καλούνται στην πρόληψη των λοιμώξεων συνολικά.
Τον Δεκέμβριο του 2020 κυκλοφόρησαν τα εμβόλια mRNA. Ήταν μία περίοδος που κυκλοφορούσε το κυρίαρχο στέλεχος της Covid-19, με τη μειωμένη μεταδοτικότητα. Αλλά, ο SARS-CoV-2 άρχισε να μεταλλάσσεται και δημιούργησε πιο μεταδοτικές παραλλαγές που είναι εξαιρετικά ικανές να παρακάμπτουν τα προστατευτικά αντισώματα και να προκαλούν εκτεταμένες λοιμώξεις.
Τη λύση έδωσαν οι ενισχυτικές δόσεις εμβολίων, που θωράκισαν τους οργανισμούς και απέναντι στην εξαιρετικά μεταδοτική μετάλλαξη Όμικρον. Όμως, δεν έχουν δεχθεί όλοι να κάνουν αυτή την τρίτη δόση, με αποτέλεσμα ο κορωνοϊός να παραμένει μεγάλη απειλή για ηλικιωμένους και ευάλωτες ομάδες. Ακόμα και όσοι την έχουν κάνει, ωστόσο, δεν είναι βέβαιο ότι προστατεύονται από μελλοντικές παραλλαγές.
Η λύση σε όλα τα παραπάνω είναι να καταπολεμηθεί ο «εχθρός» κατά την είσοδο στον οργανισμό και όχι αφότου τον έχει μολύνει.
Ένα ρινικό εμβόλιο θα μπορούσε να δράσει στην πηγή του κακού και να εξαλείψει κάθε κίνδυνο.
Η Δρ. Akiko Iwasaki, καθηγήτρια ανοσοβιολογίας στην Ιατρική Σχολή του Yale και ομάδες επιστημόνων εργάζονται στην ανάπτυξη ενός τέτοιου σκευάσματος.
Ιδανικά, όπως γράφει στους New York Times, ένα ρινικό εμβόλιο θα μπορούσε να εισέλθει στο στρώμα της βλέννας μέσα στη μύτη και να βοηθήσει τον οργανισμό να παράγει αντισώματα που «συλλαμβάνουν» τον ιό πριν αυτός προλάβει να προσκολληθεί στα κύτταρα. Αυτός ο τύπος ανοσίας είναι γνωστός ως ανοσία αποστείρωσης.
Η αντιμετώπισή του στη μύτη, θα έδινε στον οργανισμό ένα σημαντικό προβάδισμα για να τον καταπολεμήσει πριν οδηγήσει σε εμφάνιση συμπτωμάτων.
Πλην τούτου, τα ρινικά εμβόλια θα μπορούσαν να αναπτύξουν ανάλογη προστασία του ανοσοποιητικού με τα άλλα σκευάσματα, ίσως και ισχυρότερη, καθώς η ανοσολογική μνήμη θα βρίσκεται στην πύλη εισόδου του ιού.
Αυτά τα εμβόλια μπορούν να δημιουργήσουν εξαιρετικά προστατευτικά κύτταρα μνήμης Β, τα οποία παράγουν ταχύτερα και καλύτερα αντισώματα για μελλοντικές λοιμώξεις, και κύτταρα μνήμης Τ, τα οποία βοηθούν στη θανάτωση των μολυσμένων κυττάρων και υποστηρίζουν την παραγωγή αντισωμάτων.
Παραδοσιακά, η ανάπτυξη τέτοιων εμβολίων θεωρείται δύσκολη καθώς το στρώμα της βλέννας είναι ένα τρομερό εμπόδιο. Ο οργανισμός, επίσης, δεν δημιουργεί ισχυρή ανοσολογική απόκριση με τον απλό ψεκασμό οποιουδήποτε συμβατικού εμβολίου στη μύτη.
Το εγκεκριμένο ρινικό εμβόλιο για τη γρίπη, που ονομάζεται FluMist, χρησιμοποιεί εξασθενημένους ιούς για να εισχωρήσει στα κύτταρα της μύτης και να προκαλέσει την αντίδραση του ανοσοποιητικού συστήματος. Αλλά, αυτή η προσέγγιση δεν είναι ασφαλής για χρήση σε ανοσοκατεσταλμένους ανθρώπους.
Η Δρ. Iwasaki, ωστόσο, ενημερώνει πως μπορεί να βρέθηκε η λύση και αυτού του προβλήματος.
«Σε μελέτες σε ζώα έχουμε δείξει ότι μπορούμε να ψεκάσουμε τις λεγόμενες πρωτεϊνικές ακίδες του ιού στη μύτη ενός προηγουμένως εμβολιασμένου ξενιστή και να μειώσουμε σημαντικά τη μόλυνση στη μύτη και τους πνεύμονες, καθώς και να παρέχουμε προστασία από τη νόσο και τον θάνατο. Ο συνδυασμός αυτής της προσέγγισης με τις προσπάθειες που καταβάλλονται για την ανάπτυξη ενός ενιαίου εμβολίου για ένα ευρύτερο φάσμα κορωνοϊών θα μπορούσε, ενδεχομένως, να προσφέρει στους ανθρώπους προστασία και από μελλοντικές παραλλαγές» εξήγησε.
Το μεγάλο ερώτημα, ωστόσο, είναι πόσο διάστημα διαρκεί αυτή η ανοσία. Οι έως τώρα μελέτες, δείχνουν πως έχει διάρκεια μηνών. Άρα, υπάρχει πιθανότητα να χρειάζεται νέα δόση κάθε 4 - 6 μήνες, όπως εκτιμά η επιστήμονας.
«Η ενθάρρυνση των πολιτών για λήψη των ενισχυτικών δόσεων είναι κρίσιμης σημασίας» ανέφερε η ίδια και εκτίμησε πως, ίσως, ο κόσμος πειστεί πιο εύκολα να κάνει μία ενισχυτική δόση του ρινικού εμβολίου σε σχέση με τα άλλα, που απαιτούν βελόνα.
Στην παρούσα φάση είναι σε εξέλιξη διαφορετικές μελέτες για την ανάπτυξη του ρινικού σκευάσματος και σε περίπτωση επιτυχίας, τότε μπορεί να ανοίξει ο δρόμος για ανάλογη αντιμετώπιση κι άλλων ιών.
Με πληροφορίες από New York Times