Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή δεν μπορεί να περιορίζει την προϋπόθεση δεύτερης γλώσσας για εργασία στην ΕΕ μόνο σε αγγλικά, γερμανικά ή γαλλικά, αποφάσισε το ευρωπαϊκό Δικαστήριο.
Για να αποκτήσουν ορισμένες θέσεις εργασίας σε φορείς της ΕΕ, οι υποψήφιοι πρέπει να περάσουν από μία σειρά ανταγωνιστικών τεστ, τους διαγωνισμούς EPSO.
Αυτό εφόσον πληρούν τις προϋποθέσεις.
Μεταξύ των προϋποθέσεων είναι η άπταιστη γνώση μιας από τις 24 γλώσσες του ευρωπαϊκού μπλοκ και η καλή γνώση είτε της αγγλικής, της γαλλικής ή της γερμανικής γλώσσας, που περιγράφονται ως οι «κυριότερες γλώσσες εργασίας στα θεσμικά όργανα της ΕΕ».
Όμως, το ανώτατο δικαστήριο αποφάσισε ότι αυτό είναι παράνομο. Η απόφαση ελήφθη μετά από νομική κίνηση που έκαναν η Ιταλία και η Ισπανία, οι οποίες οδήγησαν την ΕΕ στο δικαστήριο.
«Δεν αποδείχθηκε ότι αυτός ο περιορισμός δικαιολογείται από τα συμφέροντα της υπηρεσίας για την πρόσληψη προσωπικού που είναι άμεσα λειτουργικό», αποφάσισε το δικαστήριο.
Το δικαστήριο επικύρωσε προηγούμενη απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου, το οποίο έκρινε ότι ο περιορισμός των δεύτερων γλωσσών σε αγγλικά, γερμανικά και γαλλικά ισοδυναμεί με «διαφορά στη μεταχείριση με βάση τη γλώσσα», η οποία «δεν δικαιολογείται αντικειμενικά».
Κανένα από τα δικαστήρια δεν κατάφεραν να εντοπίσουν στοιχεία ότι «και οι τρεις γλώσσες που περιγράφονται ως «διαδικαστικές γλώσσες» χρησιμοποιούνται πράγματι από τις υπηρεσίες της Επιτροπής, το Ελεγκτικό Συνέδριο και την Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Καταπολέμησης της Απάτης (OLAF) στην καθημερινή τους εργασία».
Η υπόθεση έφερε αντιμέτωπη την Ευρωπαϊκή Επιτροπή με δύο από τα μεγαλύτερα κράτη μέλη της ΕΕ, την Ιταλία και την Ισπανία.
Το αποτέλεσμα είναι μια νίκη για τις δύο αυτές χώρες καθώς πιθανότατα η απόφαση θα αυξήσει τις πιθανότητες των Ισπανών και Ιταλών υπηκόων να διεκδικήσουν τουλάχιστον, θέσεις εργασίας στην Επιτροπή.
Με πληροφορίες του Politico