Το Μουσείο Κυκλαδικής Τέχνης στο Μέγαρο Σταθάτου θα φιλοξενήσει την άνοιξη του 2024 μια μεγάλη έκθεση με περισσότερα από 100 έργα της Αμερικανίδας φωτογράφου Σίντι Σέρμαν, φιλοξενώντας μερικές από τις πιο πρωτοποριακές και επιδραστικές πρώιμες σειρές φωτογραφιών της έως το 1985, που έδωσαν την ευκαιρία σε πολλές γενιές καλλιτεχνών να επανεξετάσουν τη φωτογραφία ως μέσο.
Τα δυνατά και αινιγματικά αυτά έργα, που δημιουργήθηκαν πριν από σαράντα και πλέον χρόνια, αποτελούν ορόσημα της σύγχρονης τέχνης και συνεχίζουν να εμπνέουν και να επηρεάζουν την πορεία της.
Γύρω από την έκθεση θα δοθεί ιδιαίτερη βαρύτητα σε μια σειρά διαλέξεων και συζητήσεων που θα αφορούν ζητήματα που η Σέρμαν έχει καταφέρει με εκπληκτική συνέπεια και εικαστική δύναμη να εξερευνήσει σχεδόν εμμονικά, χαρίζοντάς μας τα αλλόκοτα πορτρέτα ενός εαυτού που ανησυχεί και στοχάζεται, μεταμορφώνεται πέρα από κάθε όριο και δοκιμάζει τις αντοχές του.
Η έκθεση που θα εγκαινιαστεί τον Απρίλιο του 2024 στο Μουσείο Κυκλαδικής Τέχνης - Μέγαρο Σταθάτου είναι η πρώτη της Σίντι Σέρμαν σε ελληνικό μουσείο ή και γκαλερί και θα την επιμεληθεί η ίδια η καλλιτέχνιδα με την Αφροδίτη Γκόνου, σύμβουλο του προγράμματος σύγχρονης τέχνης του Μουσείου Κυκλαδικής Τέχνης.
Πρόκειται φυσικά για την ταυτότητα, αλλά και όλα όσα υπαινίσσονται μέσα στο έργο της, ζητήματα του ναρκισσισμού, της ωραιοποίησης μέσα από την αυτοεικόνα, τα στερεότυπα μέσα από τις αλλοιώσεις τους, τα ζητήματα της γυναικείας δημιουργίας που έρχονται πλέον διαρκώς στο προσκήνιο, με τις γυναίκες δημιουργούς να βγαίνουν από τη σκιά παγκοσμίως αλλά και στην Ελλάδα.
Η Σέρμαν μας έχει χαρίσει και μας χαρίζει και μέσα από τον λογαριασμό της στα κοινωνικά δίκτυα τις πολλαπλές εκδοχές ενός εαυτού, που τολμά να πειραματίζεται, να αυτοαναιρείται και να σαρκάζεται. Με έμπνευση από τις απεικονίσεις των γυναικών στην τηλεόραση, τον κινηματογράφο και τη διαφήμιση, οι χαρακτήρες της εξερευνούν μια σειρά από στερεότυπα για τις γυναίκες –γυναίκα-θηλυκό, κορίτσι καριέρας, νοικοκυρά κ.λπ.– αλλά και τη φύση της ταυτότητας και της αναπαράστασης της γυναίκας στα μέσα ενημέρωσης, με τρόπο που παραμένει εκπληκτικά επίκαιρος σήμερα.
Διερευνά την κατασκευή της ταυτότητας παίζοντας με τους οπτικούς και πολιτιστικούς κώδικες της τέχνης, της διασημότητας, του φύλου και της φωτογραφίας.
Είναι μια από τους σημαντικότερους καλλιτέχνες της Γενιάς των Εικόνων, μιας ομάδας που περιλαμβάνει επίσης τους Richard Prince, Louise Lawler, Sherrie Levine και Robert Longo, οι οποίοι ενηλικιώθηκαν τη δεκαετία του 1970 και ανταποκρίθηκαν στο τοπίο των μέσων μαζικής ενημέρωσης που τους περιέβαλλε με χιούμορ και κριτική, οικειοποιούμενοι στην τέχνη τους εικόνες από τη διαφήμιση, τον κινηματογράφο, την τηλεόραση και τα περιοδικά.
Η Σέρμαν ήταν μόλις 23 ετών όταν μετακόμισε στη Νέα Υόρκη και δημιούργησε τα Untitled Film Stills (1977-80), στα οποία μεταμφιέστηκε και φωτογράφισε τον εαυτό της σε διάφορα σκηνικά που αναπαριστούσαν σκηνές από B movies των μέσων του 20ού αιώνα. Οι εικόνες αυτές βασίζονται σε γυναικείους χαρακτήρες και καρικατούρες αυτών των χαρακτήρων και δομήθηκαν με κινηματογραφικές συμβάσεις για να θυμίζουν τα κινηματογραφικά στιγμιότυπα που χρησιμοποιούνται για την προώθηση ταινιών.
Τα Film Stills έγιναν αμέσως σημείο αιχμής για συζητήσεις σχετικά με τον φεμινισμό, τον μεταμοντερνισμό και την αναπαράσταση, και παραμένουν τα πιο γνωστά έργα της μέχρι σήμερα.
Προτιμώντας να εργάζεται μόνη της, εκτός από φωτογράφος είναι και μακιγιέζ, κομμώτρια, στυλίστρια και σκηνοθέτιδα, και πρωταγωνιστεί η ίδια σε σκηνοθετημένα, φανταστικά ταμπλό. Συνεχίζει ακόμα και σήμερα να μεταμορφώνεται, αναδεικνύοντας την ποικιλομορφία των ανθρώπινων τύπων και των στερεοτύπων στις εικόνες της. Συχνά δουλεύει σε σειρές, αυτοσχεδιάζοντας πάνω σε θέματα όπως τα centerfolds (1981) και τα πορτρέτα της κοινωνίας (2008).
Πέρα από τις θεατρικές της μεταμφιέσεις και τη συνειδητή ανάδειξη της τεχνητής κατασκευής κάθε ταυτότητας, η Σέρμαν, ενώ δεν αποφεύγει να απεικονίσει λαμπερούς χαρακτήρες, ενδιαφερόταν πάντα περισσότερο για το γκροτέσκο. Στις δεκαετίες του 1980 και του 1990, σειρές όπως οι «Καταστροφές» (1986-89) και οι «Εικόνες σεξ» (1992) έφεραν τους θεατές αντιμέτωπους με τις παράξενες και άσχημες πτυχές της ανθρωπότητας σε σαφείς εικόνες, ανατρέποντας το οπτικό λεξιλόγιο βάσει του οποίου ταξινομούμε τον κόσμο γύρω μας.
Η αμφισημία και η υπονόμευση μέσα από το βλέμμα της και την ίδια της την εικόνα γίνονται εργαλεία κατανόησης μιας πολύ πιο περίπλοκης πραγματικότητας.
Αφήνοντας τα έργα της χωρίς τίτλους, με τους διφορούμενους χαρακτήρες που υποδύεται δημιουργεί αξιομνημόνευτους τύπους ανθρώπων που υποδηλώνουν πολύπλοκες ζωές που υπάρχουν έξω από το κάδρο, αρνούμενη να επιβάλλει μια περιγραφική γλώσσα, αφήνοντας ελεύθερη και αβίαστη την ικανότητα του θεατή να αναπτύξει τη δική του αφήγηση.
Αν και σπάνια αποκαλύπτει τις προθέσεις της, η Σέρμαν δημιουργεί πάντα μια συναρπαστική σχέση με τη δημόσια εικόνα, από το κιτς μέχρι την ιστορία της τέχνης, από τους Παλαιούς Δασκάλους μέχρι τον Σουρεαλισμό, την τεχνολογία και την ψηφιακή φωτογραφία. Η εξαντλητική μελέτη της προσωπογραφίας και της αυτοπροσωπογραφίας σε ένα διαρκές παιχνίδι σαγήνης, τρόμου και ρεαλισμού μάς προκαλεί να εξετάζουμε διαρκώς τις κοινωνικές παραδοχές σχετικά με το φύλο και την αποτίμηση της έννοιας έναντι του στυλ.
Η έκθεση που θα εγκαινιαστεί τον Απρίλιο του 2024 στο Μουσείο Κυκλαδικής Τέχνης - Μέγαρο Σταθάτου είναι η πρώτη της Σίντι Σέρμαν σε ελληνικό μουσείο ή και γκαλερί και θα την επιμεληθεί η ίδια η καλλιτέχνιδα με την Αφροδίτη Γκόνου, σύμβουλο του προγράμματος σύγχρονης τέχνης του Μουσείου Κυκλαδικής Τέχνης.