«Κάθε κατεργάρης στον πάγκο του» μας πρόσταζε η γιαγιά Βαγγελιώ, όταν ήθελε να μας συμμαζέψει. Αυτή η λαϊκή ρήση –τι καημός κι αυτή η λέξη– όχι, βρε παιδί μου, η «ρήση», για το «λαϊκή» μιλάω, που την έχει κάνει το ΚΚΕ τσίχλα και της φορτώνει όλα τα δίκια και τα καλά του κόσμου, τέλος πάντων, αυτή η έκφραση της γιαγιάς μου, μου έρχεται στο μυαλό τώρα που σχεδόν καθημερινά ακούω και διαβάζω, ότι ήρθε η ώρα να ξαναγυρίσουμε από ‘κεί πού ’ρθαμε.
Προσωπικά, μετά από τα γεννητούρια στο Περιστέρι, ήρθα εδώ από την Πετρούπολη. Λογικά, λοιπόν, θα πρέπει να επιστρέψω είτε στη γενέτειρα –κάπου εκεί στο Λόφο Αξιωματικών– που Νέα Ζωή νομίζω έχει μετονομαστεί στα χρόνια της μεταπολίτευσης –τι καημός κι αυτή η λέξη– όχι, βρε παιδί μου, η «Ζωή» για τη «μεταπολίτευση» μιλάω, που όλοι την ξορκίζουν στις μέρες μας και της φορτώνουν όλα τα στραβά κι ανάποδα της πολιτικής και των πολιτικών, τέλος πάντων, είτε θα πάω βορειότερα προς την Πετρούπολη.
Όπου κι αν βρεθώ, Περιστέρι ή Πετρούπολη, δεν έχω κανένα πρόβλημα. Πάντα με συγκινούσαν οι παλιές γειτονιές, αν ο δρόμος μ’ έβγαζε κάπου προς τα ‘κει. Μια ο Ατρόμητος και μια το θέατρο στους βράχους έδιναν βλέπεις τις αφορμές. Οι περιοχές είναι στο φουλ ανεπτυγμένες, έχουν αγορά και κίνηση κι έχουν κάτι μοδάτα στέκια και καφετέριες που σκίζουν. Καλό θα μου κάνει μια αλλαγή για να ξεφύγω από τη βρώμα της Αθήνας –τι καημός κι αυτή η λέξη– όχι, βρε παιδί μου, η «βρώμα» για την «αλλαγή» μιλάω, που βάλθηκαν όλοι οι βολεμένοι της εποχής μας να της φορτώσουν όλα τα δεινά που περνάνε και τα χρέη μαζί, τέλος πάντων, και θα ξυπνάω και πιο αργά, αφού θα είναι πιο κοντά κι η δουλειά.
Άσε που αν κινηθώ προσεχτικά μιας κι οι περιοχές δεν είναι τόσο άγνωστες και ξετρυπώσω κανένα από κείνα τα παλιά μεν αλλά οικονομικά σπιτικά προς τη Νυμφαίου, μπορεί να βρω νοίκι που με την επιδότηση που δίνει και φέτος ο Παπακωνσταντίνου θα ρεφάρω και μερικά ευρωπουλάκια απ’ τη γενική χασούρα –τι καημός κι αυτή η λέξη– όχι, βρε παιδί μου η «χασούρα» για τον «Παπακωνσταντίνου» μιλάω, που βάλθηκε όλη η κοινοβουλευτική ομάδα του ΠΑΣΟΚ –κι όχι μόνο– να του φορτώσουν όλη την ευθύνη για το ΔΝΤ, το έλλειμμα, τα μέτρα, το χάλι μας το μαύρο και το μνημόνιο μαζί, τέλος πάντων, οπότε με τα ρέστα θ’ ανηφορίζω κάνα Σαββατόβραδο για κάνα καφέ μαζί το Μαράκι μου.
Τελικά, με αφορμή αυτή την κρίση αρχίσαμε να κάνουμε σκέψεις και να ξανασχεδιάζουμε πράγματα, που κάτω από άλλες περιστάσεις ούτε που θα μας πέρναγαν από το νου. Δεχόμαστε αδιαμαρτύρητα ανακατατάξεις κι ανατροπές της καθημερινότητάς μας κι έχουνε αρχίσει να σκεφτόμαστε και τα χειρότερα. Ξεβολευόμαστε. Μέχρι στα χωριά μας είμαστε έτοιμοι να γυρίσουμε.
«Δεν θα μείνει κολυμπιθρόξυλο απ’ αυτά που ξέραμε», λέει στο γραφείο ο Άκης, ο αποθηκάριος –τι καημός κι αυτή η λέξη– όχι, βρε παιδί μου το «αποθηκάριος» για το «Άκης» μιλάω, που βάλθηκε όλο το πολιτικό σύστημα να του φορτώσει τις αμαρτίες του Παπακωσταντίνου, της αλλαγής, της μεταπολίτευσης και της γιαγιάς μου της συγχωρεμένης μαζί, τέλος πάντων, για να δικαιωθεί επιτέλους κι αυτή η καημένη, που μας έλεγε εδώ και σαράντα χρόνια για να μας βάλει σε τάξη το «κάθε κατεργάρης στον πάγκο του».
‘Η μήπως εγώ θα είμαι ο μόνος που θα περάσει πάλι απ’ τον πάγκο;
σχόλια