--"μας αρέσουν τα παιχνίδια"--
-εξομολογείται ένα νεαρό νεόνυμφο ζευγάρι στο παντρεμένο ζευγάρι στα τριανταφεύγα/σαρανταέλα τους με τους οποίους μοιράζονται το ίδιο τραπέζι στο εστιατόριο. Το φαινομενικά συντηρητικό μεγαλύτερο ζευγάρι παραξενεύονται και ρωτάνε να μάθουν περισσότερα. Τι παιχνίδια, απορούν αθώα. Ε, ερωτήσεις τύπου 'ποιον θα προτιμούσες να... γαμήσεις', χεχε, συγνώμη αν σε σόκαρα γιαγιούλα, πειραματισμοί, roleplay. Εσείς πως διατηρείτε τη σχέση σας μετά από τόοοοοσα χρόνια;
"Α, κοιμόμαστε με άλλα ζευγάρια".
έτσι ξεκινάει το σατανικό τους γαϊτανάκι χειραγώγησης. Πονηρά βλέμματα, προετοιμασμένες κινήσεις, ταϊσμένες ατάκες καθοδήγησης, το κατάλληλο σπρώξιμο και καταφέρνουν να ρίξουν τα προσωπεία, να βγάλουν στην επιφάνεια όλες τις καταπιεσμένες ορμές, τις καθωσπρέπει παραχωρήσεις και να διαλύσουν την ψευδαίσθηση του καθωσπρεπισμού και της ανωτερότητας. Για να γαμήσουν, ναι, αλλά όχι για γαμήσι. Όπως θα πουν χαριτολογώντας:
"... και εμάς μας αρέσουν τα παιχνίδια".
Roleplay πάλι, παιχνίδια ρόλων και εξουσίας, σαδιστικά και 'σατανικά'. Σε μια σειρά από σκηνές που δουλεύουν σαν αυτοτελείς ιστορίες παρακολουθούμε το ζευγάρι να ταξιδεύει από πόλη σε πόλη και να βάζει στον στόχο του στενόμυαλους επαρχιώτες, βαλτωμένους στο παρελθόν παππούδες, ιερείς, αστυνομικούς, κάθε φορά αναλαμβάνοντας διαφορετικούς ρόλους κλιμακούμενης δυσκολίας. Κατασκευάζοντας δαιδαλώδη σενάρια παγιδεύουν τους στόχους τους, πληγώνουν, κοροϊδεύουν και αποκαλύπτουν τις κρυμμένες καταχωνιασμένες αλήθειες τους, όχι για χρηματικό όφελος, αλλά τότε για τι; για σεξουαλική ευχαρίστηση; σαδιστική ηδονή; ηθική ανωτερότητα; ένα είδος βάναυσης καλοσύνης;
Η ίδια η αλήθεια του ζευγαριού προδίδεται μόνο μέσα από τις μικρές προσωπικές στιγμές, στα ιντερλούδια ανάμεσα στις κομπίνες, όταν δεν υπάρχουν άλλα μάτια πάνω τους πέρα από του θεατή. Αλλά μήπως και αυτός δεν είναι στόχος; Ο θεατής θέλωντας και μη, προσπαθώντας να αποκωδικοποιήσει το μυστήριο της σχέσης αυτής παρασύρεται μέσα στο παιχνίδι τους και καταλήγει έρμαιο των πανέξυπνων σεναριακών ανατροπών του φρέσκου δημιουργού Simon Arthur, που προσκαλούν τον θεατή να κατανοήσει τους ιδιάζοντες αυτούς χαρακτήρες και τον παρασύρουν σε μια σειρά παγίδων τραβώντας το χαλί κάτω από τα πόδια του κάθε φορά που νομίζει ότι καταφέρνει να βγει από πάνω.
Αυτή είναι η πρώτη του σκηνοθετική και σεναριακή δουλειά; διάολε. Πολύ λιτό σκηνοθετικά, περιορισμένο σε μπάτζετ και επιλογές χώρων, μοιάζει με μια θεατρική παραγωγή, με όλη την ενέργεια της σκηνοθεσίας επικεντρωμένη στην υποκριτική καθοδήγηση και τις ερμηνείες των (πολύ δυνατών του) πρωταγωνιστών.
Οι χαρακτήρες δρουν σε τρία (τέσσερα;) διαφορετικά επίπεδα, αλλάζοντας χαρακτηριστικά και κοινωνικές μάσκες με μια ανάσα, κινούμενοι ανάμεσα στο πρόσωπο που δείχνουν στους άλλους, σε αυτό που δείχνουν ο ένας στον άλλο, και στην 'αλήθεια' που αποκαλύπτεται στο φινάλε, που όμως με όσα γνωρίζουμε μέχρι τότε αποκαλύπτεται εξίσου κατασκευασμένη και ψεύτικη. Μόνο θεωρώντας κάθε όψη σαν ένα κομμάτι παζλ και προσέχοντας τις πολύ μικρές στιγμές, τις ανάσες πριν ξεκινήσουν μια παράσταση τους, μπορεί να βγει η πραγματική εικόνα του προσώπου τους.
Και είναι μια τόσο δελεαστική ακαταμάχητη πρόκληση. Είμαστε έτσι όλοι ανίσχυρα θύματα των ασημένιων γλωσσών.
(5/5)
σχόλια