της Ευφροσύνης Παυλακούδη via http://maga.gr/
Όταν κάποιος φτάνει στην αυτοκτονία για οποιονδήποτε λόγο το πρώτο που κάνει συνήθως η κοινωνία είναι να σιωπά. Κι αυτό είναι το σωστό. Η σιωπή ωστόσο μπορεί να σημαίνει διάφορα πράγματα. Μπορεί να σημαίνει αδιαφορία, άγνοια, φόβο, τρόμο, έκπληξη, αδυναμία έκφρασης. Στην χθεσινή αυτοκτονία του 77χρονου συνταξιούχου φαρμακοποιού με έναν πυροβολισμό στην πλατεία Συντάγματος, δεν υπήρξε η δέουσα σιωπή, παρά μόνο φωνές.
Φωνές από τον ίδιο τον θύτη ο οποίος μετατρέπει την αυτοχειρία του σε συμβολική πολιτική κίνηση καταγγέλλοντας την δοτή κυβέρνηση Παπαδήμου, το πολιτικό σύστημα του μνημονίου και το μαύρο μέλλον που περιμένει την νέα γενιά. Φωνές αγανάκτησης και απελπισίας από οργισμένους πολίτες που βιώνουν την κρίση στο πετσί τους. Φωνές τρόμου από πολίτες που ένιωσαν πως έρχεται η σειρά τους και σε λίγο ίσως θα είναι εκείνοι τα επόμενα θύματα της κατάστασης που ζει η χώρα μας. Φωνές πολιτικές και ξύλινες από όλα τα πολιτικά σχήματα, κόμματα, κινήματα, όντα της Ελλάδας προς όλες τις κατευθύνσεις. Φωνές διστακτικές που ισορροπούν ανάμεσα στο καλό ή στο κακό αποτέλεσμα μιας τέτοιας κίνησης.
Το ρεπορτάζ των ΜΜΕ θέλει να αποκαλύψει το προφίλ του αυτόχειρα. “Άνθρωπος που μετείχε στα κοινά, έντονα πολιτικοποιημένος στον ευρύτερο χώρο της Αριστεράς, αλλά και οργισμένος με τις συνέπειες της οικονομικής κρίσης ήταν ο 77χρονος συνταξιούχος φαρμακοποιός, σύμφωνα με τους γείτονες και ανθρώπους που τον γνώριζαν καλά. Ο αυτόχειρας δεν φαίνεται να είχε χρέη ώστε εξαιτίας τους να οδηγήθηκε στην αυτοκτονία, είχε υποστεί όμως, όπως όλοι οι συνταξιούχοι, σημαντικές περικοπές στη σύνταξή του”, διαβάζω στα Νέα. Ε, και τι έγινε; Τι σημαίνουν όλα αυτά; Τι βγαίνει από όλα αυτά;
Σύμφωνα με τα στοιχεία της Ελληνικής Αστυνομίας, οι αυτοκτονίες και οι απόπειρες αυτοκτονιών από τις αρχές του 2009 έως τον Δεκέμβριο του 2011 ανέρχονται σε 1.730, με τη συντριπτική πλειονότητα να επικαλείται τα προβλήματα που προκάλεσε η κρίση. Η αυξητική τάση στις αυτοκτονίες καταγράφεται συνεχώς από το 2009. Η μεγαλύτερη αύξηση παρατηρήθηκε στις περιφέρειες Θεσσαλονίκης, Θεσσαλίας και Βορείου Αιγαίου. Στην Θεσσαλονίκη το 2009 έγιναν 55 απόπειρες ή τετελεσμένες πράξεις αυτοκτονίας, την επόμενη χρονιά 98 και άλλες 97 το 2011. Στην Θεσσαλία το 2009 έγιναν 32 απόπειρες ή τετελεσμένες πράξεις αυτοκτονίας, 56 σημειώθηκαν το 2010 και 46 το 2011, ενώ στο Βόρειο Αιγαίο υπερδιπλασιάστηκαν ανάμεσα στο 2009 και στο 2010. Στην Αττική το 2009 έγιναν 158 απόπειρες ή τετελεσμένες πράξεις αυτοκτονίας, το 2010 αυξήθηκαν κατά 20 φθάνοντας στις 178, ενώ και το 2011 αυξήθηκαν πάλι κατά 20 φθάνοντας στις 198.
Στην πλατεία Συντάγματος εδώ και πολύ καιρό συμβαίνουν πράγματα που προέρχονται από μας, από τους πολίτες αυτής της χώρας, που φορολογούνται, που ζουν την πραγματική οικονομία, που ζουν την δημόσια υγεία, την δημόσια παιδεία, τους ελεύθερους δημόσιους χώρους, τον εργασιακό μεσαίωνα, τους καθημερινούς οικογενειακούς τριγμούς, τον βομβαρδισμό των ειδήσεων – σχολίων, τις ουρές στις δημόσιες υπηρεσίες, τις μούντζες στους δρόμους την ώρα της κυκλοφοριακής αιχμής. Και λίγα μέτρα πιο πάνω υπάρχει η Βουλή, που μας κοιτά και εμείς νιώθουμε την αναλγησία της, την απανθρωπιά της, την αποξένωση και την αποστασιοποίησή της από ό,τι μας αφορά. Σαν κάτι να πηγαίνει λάθος σε αυτήν την εικόνα, δεν νομίζετε;
Ακόμα κι η εν λόγω αυτοκτονία – ή δολοφονία για κάποιους από μας – προκάλεσε την συνήθη αντίδρασή μας, την βιαστική αναστάτωση, χωρίς μια σωστή ψύχραιμη άρθρωση λόγου, χωρίς αντικειμενικότητα. Ακόμη και με αυτήν την βίαιη είδηση, όλη η κοινωνία, σε αυτό το γεγονός, το μόνο που κάνει είναι να αντιδρά με φασαρία, με βιασύνη, χωρίς ίχνος νηφαλιότητας και σεβασμού σε μια πράξη που μας ξεπερνά ανεξαρτήτως αν διαφωνούμε ή συμφωνούμε με αυτήν. Ακόμη και ο θάνατος είναι για μας ένα πρόσφορο πεδίο μάχης, ένα έδαφος για να ουρλιάξουμε για τον εαυτό μας, για την αναλγησία των άλλων στους οποίους ποτέ δεν συμπεριλαμβανόμαστε, σε ένα ματς καλών και κακών, σε ένα κυνήγι μαγισσών για θύτες και θύματα. Και ενώ το εύλογο αποτέλεσμα θα περίμενε κανείς να είναι μια δημόσια συζήτηση, μια ανάπλαση της κοινωνίας που τώρα θα έπρεπε να ήταν πιο ώριμη από ποτέ να συνδιαλλαγεί και να βγάλει τις παρωπίδες, να δράσει με όρους συλλογικότητας και με μόνη προϋπόθεση τον σεβασμό στα ανθρώπινα δικαιώματα και την επίγνωση στις υποχρεώσεις μας ως πολίτες, τι συμβαίνει; Μόνο φωνές.
Ως προσωπική κίνηση, η αυτοκτονία με αφήνει άναυδη και σιωπηλή μπροστά της, αν και θα ήθελα πολύ να ξεστομίσω πως προτιμώ τον αγώνα, την υπεράσπιση των δικαιωμάτων μου, το πείσμα να ζω και να συγκρούομαι με ό,τι με υποβαθμίζει, με θίγει και με προσβάλλει ως άνθρωπο (αλλά δεν τολμώ να το κάνω – φοβάμαι τις ίδιες τις λέξεις). Ως συμβολική κίνηση δεν μπορώ να την κατανοήσω από την στιγμή που υπάρχει θύμα μια ανθρώπινη ζωή. Ως μέσο πίεσης – μιας και αυτό το συμπέρασμα βγάζω σε δεύτερη ανάγνωση από το σημείωμα του αυτόχειρα – δυστυχώς όσο απογοητευτικό και πεσιμιστικό ακούγεται, μάλλον δεν θα έχει τα αναμενόμενα αποτελέσματα μιας και όλοι συμφωνήσαμε για την θλίψη μας απέναντι στην σκληρότητα μιας τέτοιας πράξης αλλά διαφωνήσαμε για την προέκτασή της.
Λαϊκισμός δεν ήταν οι δηλώσεις συμπαράστασης σε αυτόν τον άνθρωπο που έδωσε αυτό το τραγικό τέλος στην ίδια του την ζωή, βαρώντας μια πιστολιά αφύπνισης σε όλους μας. Λαϊκισμός δεν είναι η διαδήλωση το βράδυ στο Σύνταγμα, ούτε τα λουλούδια στο σημείο της αυτοκτονίας. Λαϊκισμός είναι η βιασύνη μας να εκφέρουμε άποψη, το αόρατο(;) σύστημα που μας οδήγησε στην σημερινή κατάντια, ο αγώνας μας να είμαστε με τους καλούς και να διαχωρίζουμε την θέση μας από οτιδήποτε μας φαίνεται κακό ή θέλουμε να αποφύγουμε, η βία στην οποία πάντα βρίσκουμε διέξοδο. Ας εκτιμήσουμε και την σιωπή…
σχόλια