Φασολάκης ήταν το προσωρινό όνομάτου. Υποψήφια μόνιμα ονόματα ήταν: Σείριος, Ωρίωνας, Αρκτούρος, Βέγας, Αλκάιντ,Αλκμάνας, Αλέξιος, Βαλέριος, Λέμο, Εγκινατόρ, Μαρσέλους, Δαίδαλος και Άτε Ολάν(«άντε παράτα μας» στα κυπριακά). Είχαμε μπει σε ένα site που βρίσκει ονόματαγια νεογέννητα, πιάσαμε τα αστρονομικά, τα αρχαιοελληνικά, τα αιγυπτιακά, ταλατινικά και μετά πήγαμε να πιάσουμε τα ινδιάνικα, αλλά θυμήθηκα τον Ροντρίγκοκαι σταματήσαμε απότομα. Ο Αύρα του Ήλιου επέμενε να τον πούμε «Γκομενοπαγίδα»,δεν καταλαβαίναμε, οπότε «Φασολάκη» συνεχίσαμε να το λέμε το παιδί.
H A, o Aύρα του Ήλιου, ο Μοίρηςκαι ο Φασολάκης τριγύριζαν πάλι το Ιόνιο με ένα καλαμαράν (ελληνικό καταμαράνπου το έχουν νοικιάσει Κύπριοι) κι είχαν αράξει επειγόντως Κέρκυρα γιατί ο Αύρατου Ήλιου ισχυρίστηκε ότι ο δύο μηνών Φασολάκης θα πάθαινε κατάθλιψη αν έχανετον αγώνα στην τηλεόραση. Έπαιζε η Ανόρθωση Στήθους - έτσι νομίζω λέγεται ηκυπριακή ομάδα, αλλά όρκο δεν παίρνω, μπορεί να είναι και Γοφών. Εγώ εκείνο τονκαιρό είχα βρει ένα νέο χόμπι για να ξεπεράσω το χωρισμό μου, όπως με είχεσυμβουλεύσει η The body: τον καφέ. Eίχα μπει επιτέλους στο ελληνικό cafesociety, την παράταξη όπου το να πίνεις καφέ είναι πλήρης απασχόληση. Στο νησίείναι και η υγρασία που σου κάνει βαρύ το κεφάλι, οπότε πού να δουλέψεις. Εκείμε πέτυχε η Α, σε καφετέρια. Δεν με γνώρισε αμέσως γιατί από την ακινησία καιτην υγρασία είχαν φυτρώσει πάνω μου βρύα και λειχήνες.
Είχε τον Φασολάκη δεμένο στηνπλάτη της με ένα τεράστιο αφρικανικό μαντήλι. Το μαντήλι δενόταν χιαστί γύρωαπ' τον κορμό της κι έκανε πολύ ωραίο στάιλινγκ με το μωρό μέσα. Αν είχε ο Αύρατου Ήλιου το παιδί αγκαλιά και περπατούσε πολύ μπροστά για να κάνει τιςγκόμενες στο δρόμο να πέφτουν ξερές, η Α πετούσε το αφρικανικό μαντήλι όπωςακριβώς το αφρικανικό μαστίγιο, το τύλιγε με μια κίνηση γύρω από το λαιμό τουκαι τον τραβούσε πίσω. Το ίδιο μαντήλι δενόταν και σαν αιώρα το βράδυ, για νακοιμάται εκεί το μωρό. Παρόλο που όλες οι υπόλοιπες στην παρέα είχαμε δώσειομαδικό όρκο να μην κάνουμε παιδιά -για το καλό των παιδιών- τον είχε σπάσειπρώτη η Χιονάτη. Πήγε να δει τον Φασολάκη όταν γεννήθηκε κι επέστρεψε με γράμμαεκβιασμού στον γκόμενό της - «ή κάνουμε παιδί ή χωρίζουμε». Μία μία οιυπόλοιπες που πήγαιναν επίσκεψη στον Φασολάκη επέστρεφαν σπίτι τους κι έθετανκατευθείαν επί τάπητος συζητήσεις για παιδί. Τι απειλές, τι κλάματα, όλη ηπαρέα είχε αναστατωθεί και ήταν σε on line σύνδεση για τους νέους εκβιασμούς.Εγώ είχα τα δικά μου και δεν πήρα θέση.
«Καλά χώρισες με τον πρώτο σουάντρα» μου έλεγε η μάνα μου βέβαια, «αλλά δεν ξέχασες κάτι;». «Τι;», «Να κάνειςπαιδί». Η αλήθεια είναι ότι από τότε που χώρισα είχα μια αίσθηση ότι κάτιξέχασα. Μια έτρεχα στην κουζίνα και τσέκαρα μάτια, μια επέστρεφα από τηνεξώπορτα πίσω και κοίταζα θερμοσίφωνα, έτρεχα και έψαχνα το σίδερο ρούχων,μήπως το έχω αφήσει στην πρίζα. Αλλά μόνο όταν είδα κι εγώ τον Φασολάκη liveκατάλαβα τι είχα χάσει. (Όχι καλέ, δεν ήταν τόσο γλυκός που ξύπνησε ξαφνικά σεόλες το μητρικό ένστικτο, ήταν καθαρά για το στάιλινγκ με το αφρικανικόμαντήλι.) Και τώρα; Πού να έβρισκα άρον άρον άντρα να κάνω παιδί; «Δεν ξέρω,συνήθως παιδί κάνουμε με τον άντρα που έχουμε πρόχειρο» μου υπενθύμισε η Α.
«Αγαπημένε μου Ροντρίγκο» τουείπα στο κινητό. «Μη φύγεις ακόμη για Αυστραλία. Περίμενέ με Αθήνα. Για μιανύχτα». Όλα έγιναν σε χρόνο ντε-τε. Πακέταρα, άρπαξα Ζαμπονάκη και Κοκαλίνα καιάντε πάλι πίσω στην Αθήνα. Αλλά τώρα χωρίς σπίτι και χωρίς έπιπλα. Να κυνηγάωάστεγη ένα σπέρμα! Τόσα είχα εύκαιρα όλον αυτό τον καιρό, δεν μπορούσα να είχαφυλάξει μερικά σε ένα τάπερ στην κατάψυξη, κάτω απ' τις μπριζόλες, για μια ώραανάγκης;
Αεροπορικό εισιτήριο δεν υπήρχε.Μπήκαμε στο αυτοκίνητο με το σήμα Ν πίσω («Ντάουν», κίνδυνος προσπάθειαςαυτοκτονίας δηλαδή, το κολλάνε οι χωρισμένοι οδηγοί για να κρατάνε οι άλλοι τιςαποστάσεις ασφαλείας), πήραμε το φέρι κι ύστερα σφαίρα με το αμάξι το δρόμο γιαΑθήνα. Χτύπησα τις σακούλες σούπερ μάρκετ που κουβαλούσε ένας ανέμελοςπεραστικός, ο οποίος, αφού διαπίστωσε ότι είναι ακόμη ζωντανός, ούρλιαζεμπροστά μου. Κατέβηκα, «χρυσέ μου άνθρωπε» του είπα, «μη με καθυστερείς,χάνεται ζωή παιδιού, πόσο κάνουν να σου πληρώσω τα ψώνια» (ήταν κι απ' το ΑΒ).Παρακάτω έγδαρα ένα αμάξι που πάρκαρε. Κατέβηκε ο ιδιοκτήτης του έξαλλος,«χρυσέ μου άνθρωπε» του είπα, «μη με καθυστερείς, χάνεται ζωή παιδιού, πόσοκάνει να πληρώσω». Έπρεπε τελικά να είχα αγοράσει παιδί απ' την Κίνα. Φθηνότεραθα μου ερχόταν.
(συνεχίζεται; Έλα ντε!)
σχόλια