O Απόστολος Δοξιάδης γεννήθηκε στο Μπρίσμπεϊν της Αυστραλίας το 1953. Πατέρας του είναι μία από τις μεγαλύτερες μορφές της παγκόσμιας αρχιτεκτονικής και πολεοδομίας, ο Κωνσταντίνος Δοξιάδης (1913-1975), που έγινε γνωστός από το διεθνές γραφείο του, τη Σχολή Δοξιάδη και τη «θεωρία της Οικουμενόπολης». Ο Απόστολος Δοξιάδης μεγάλωσε στην Αθήνα. Τα μαθηματικά και τα αγγλικά ήταν τα δύο πράγματα που μισούσε περισσότερο κατά τη διάρκεια της πρώιμης εκπαίδευσής του. Και τα δύο τα έμαθε πολύ καλά, καθώς σπούδασε μαθηματικά και μπορεί να γράφει με την ίδια ευκολία και στα ελληνικά και στα αγγλικά. Άλλωστε, ο ίδιος έχει γράψει πως «η Ελλάδα είναι το σπίτι του και την αγαπά γι' αυτό, αλλά δεν επιθυμεί να γίνει και η φυλακή του».
Όπως αναφέρει ο ίδιος , τους πραγματικούς δασκάλους του δεν τους βρήκε στον χώρο του σχολείου αλλά στους γονείς του και τις τρεις αδερφές του. Ο πατέρας του τον έπαιρνε κάποιες Κυριακές και περπατούσαν στο μονοπάτι του Πικιώνη στην Ακρόπολη, στον Άρειο Πάγο και στου Φιλοπάππου. Εκεί απαντούσε σε όλες τις ερωτήσεις του, από την αρχαία φιλοσοφία μέχρι τον Δαρβίνο, από τον Όμηρο μέχρι τον Καζαντζάκη, σχετικά με το ελληνικό γλωσσικό ζήτημα, τις ιδέες του Νίτσε και ιστορίες από την οικογενειακή τους παράδοση και καταγωγή. Ο Απόστολος Δοξιάδης γράφει στο δοκίμιο «What's in a name» (στο οποίο προσπαθεί να αποτυπώσει τη σχέση του με την ελληνική και αγγλική γλώσσα) πως όταν μιλούσε ο πατέρας του «ήταν όλος φωτιά» και πως αν και δεν θυμάται ακριβώς τι του έλεγε, παρ' όλα αυτά κουβαλάει ακόμα μαζί του το βαθυστόχαστο νόημα αυτών που εννοούσε. Η μετέπειτα πορεία του στον χώρο των επιστημών και των γραμμάτων αποδεικνύει πως τον δίδαξε σωστά.
Το πρώτο σοβαρό βιβλίο που διάβασε -πέραν των μυθιστορημάτων της Πηνελόπης Δέλτα και των άπειρων Μίκυ Μάους- ήταν ο Βίος και η πολιτεία του Αλέξη Ζορμπά του Νίκου Καζαντζάκη. Από τότε εισχώρησε βαθιά στην «άγνωστη γη» της λογοτεχνίας και αντιλήφθηκε το μέγεθος των λέξεων και της γλώσσας στην τέχνη και όχι μόνο. Ο θρύλος και τα βιογραφικά λένε πως «μια ξαφνική ερωτική έλξη προς τα μαθηματικά» τον ώθησε να γράψει ένα άρθρο που τον οδήγησε στο Πανεπιστήμιο Columbia της Νέας Υόρκης σε ηλικία μόλις δεκαπέντε ετών - τις σπουδές του ολοκλήρωσε στο Παρίσι στην École Pratique des Hautes Études, κατασκευάζοντας μαθηματικά μοντέλα για το νευρικό σύστημα.
Χωρίς να παρατήσει το αντικείμενο των μαθηματικών, τη δεκαετία του '80 αφιερώνεται στις τέχνες. Γυρίζει την πρώτη ταινία το 1983, το Underground Passage, και το 1985 εκδίδει το πρώτο του βιβλίο, την Παράλληλη Ζωή. Το 1986, η καινούργια του ταινία, Τεριρέμ, κερδίζει το βραβείο του Διεθνούς Κέντρου Καλλιτεχνικού Κινηματογράφου στο Διεθνές Φεστιβάλ του Βερολίνου (1988). Το 1993 εκδίδεται ο Θείος Πέτρος και η εικασία του Γκόλντμπαχ. Η έντονη σύνδεση των μαθηματικών με τη λογοτεχνία κάνει αυτό το μυθιστόρημα πρωτότυπο σε παγκόσμιο επίπεδο. Το 2000 το μεταφράζει στα αγγλικά, στη συνέχεια ακολουθεί μετάφραση σε άλλες 30 γλώσσες - στις περισσότερες γίνεται best-seller. Το 2008 μια κάποια αίσθηση ανικανοποίητου τον οδηγεί στη μεγαλύτερή του, ίσως, συγγραφική επιτυχία, το Logicomix, το οποίο συνέγραψε με τον καθηγητή στο Μπέρκλεϊ, Χρίστο Παπαδημητρίου. Σε εικονογράφηση του Αλέκου Παπαδάτου και της Annie Di Donna, είναι ένα από τα graphic novel που θα θυμόμαστε για καιρό. Όχι μόνο επειδή σκαρφάλωσε σε αρκετές λίστες ευπώλητων ανά την υφήλιο (ακόμα και των «New York Times») αλλά γιατί ποιοτικά ανέβασε τον πήχη πολύ ψηλά στο συγκεκριμένο είδος. Ο ίδιος, περιγράφοντας πώς «έμπλεξε» με τα κόμικς, μου είπε τον Σεπτέμβριο του 2009: «Αυτό έχει να κάνει μ' ένα στοιχείο ανικανοποίητου που με τα χρόνια περιορίζεται, σαν μια ανάγκη να εστιάσω πιο πολύ σε κάποια πράγματα. Θα ήθελα να πω πως ό,τι κάνω είναι κυρίως γράψιμο. Ακόμα και τα κόμικς» («Ταχυδρόμος»). Ασταμάτητος, το 2005 ίδρυσε τον μη-κερδοσκοπικό οργανισμό «Θαλής και Φίλοι», μέσω του οποίου διοργανώθηκαν τα πρώτα δύο διεθνή συνέδρια μαθηματικών και αφήγησης.
Πριν δύσει το 2010 επανεκδόθηκε από τον Ίκαρο ο Μακαβέττας (1988), το δεύτερο μυθιστόρημά του, που ήταν επί χρόνια εκτός κυκλοφορίας. Το σκηνικό δράσης είναι ένα στρατόπεδο στα χρόνια της δικτατορίας και ήρωας ο αντισυνταγματάρχης Αχιλλεύς Μακαβέττας. Ο Δοξιάδης ποτέ δεν γράφει συμβατικά και δεν τηρεί τους καθωσπρεπισμούς της λογοτεχνίας. Το εύρημα στον Μακαβέττα είναι κάποια υποτιθέμενα έγγραφα και χειρόγραφα που αντιγράφει ο συγγραφέας. Ακόμα και ο ίδιος ο Μακαβέττας δεν είναι ένας πρωτότυπος ήρωας, αλλά μια κόπια του σαιξπηρικού Μάκβεθ. Εξού και το όνομα. Η ματιά του Δοξιάδη προσπαθεί να μην είναι καθαρά ιδεολογική, αλλά ανθρώπινη. Εξετάζει πρώτα τον τύπο, τον χαρακτήρα και το στυλ του ανθρώπου και μετά τα πιστεύω του. Και οι δικτάτορες άνθρωποι ήταν (δεν το αναφέρω χαριστικά), που μεγάλωσαν και γαλουχήθηκαν μέσα στην ελληνική κοινωνία. Και μερικοί από αυτούς κυκλοφορούν ακόμα ανάμεσά μας.
― Σταύρος Διοσκουρίδης
σχόλια