Από τότε που θυμούνται τους εαυτούς τους ήθελαν να είναι μπροστά, να φαίνονται. Επιζητούσαν την προσοχή σαν παγώνια. Τρεφόντουσαν από τον θόρυβο που προκαλούσαν. Τους άρεσε να είναι πιο πάνω από τους άλλους, πιο ψηλά. Αν είχαν την ατυχία να γεννηθούν κοντοί πάλευαν μέσα τους με την λάθος επιλογή της μάνας τους. Ξέρεις, για αυτούς μετράει μόνο να ξεχωρίζεις, δεν έχει σημασία που ακριβώς. «Δυο μέτρα μαλάκας; Ναι φίλε μου, αλλά δυο μέτρα».
Στο σχολείο ήθελαν με λύσσα να είναι στο δεκαπεντεμέλες. Μετρούσαν τις ψήφους που έπαιρναν όπως οι γερο-λαδάδες τους τενεκέδες με λάδι πριν κοιμηθούν: Λουσμένοι στον ιδρώτα. Ήταν σημαντικό για αυτούς να είναι πάντα «εκεί που παίζεται το παιχνίδι». Θέλανε σαν λυσσασμένοι να βγούνε πρόεδροι της τάξης. Όταν δεν έβγαιναν γινόντουσαν καλά δεξιά χέρια των προέδρων.
Την πρώτη ηδονή που σου προσφέρει η εξουσία την αισθάνθηκαν μέσα στις φοιτητικές παρατάξεις. Τότε φανταζόντουσαν τον εαυτό τους σαν τον συνδετικό κρίκο με την εξουσία(καθηγητές). Και μια λύσσα να γνωρίσουν κόσμο. Τον σωστό κόσμο. Τα ματάκια τους ανεξάρτητα από το χρώμα τους έπαιρναν το πράσινο του δολαρίου. Όπως καρτούν. «Αυτός που γνωρίζει τον τάδε, που θα μου γνωρίσει τον δείνα, που θα μου συστήσουν εκείνον, που θα με πάει εκεί και θα καταφέρω το άλλο». Υ.π.ο.λ.ο.γ.ι.σ.μ.ο.ι
Υπήρξαν ποτέ αυτοί οι άνθρωποι αυθόρμητοι στις σχέσεις τους με τους άλλους; Δεν υπάρχει απάντηση στο ερώτημα. Μπορεί να γεννήθηκαν έτσι. Μπορεί να τους μεγάλωσαν έτσι. Αξία πάντως για αυτούς είχαν τα «σωστά νούμερα»(σ.σ κυριολεκτικά και μεταφορικά). Δεν ξέρουμε αν αυτοί οι άνθρωποι έχουν φίλους. Πραγματικούς φίλους. Όμως είναι αυτοί που χρησιμοποιούν με ένα τέτοιο αυθαίρετο τρόπο την λέξη «φίλος» που κάνουν το «Friends» του Facebook μπροστά του να φαίνεται ως ο ορισμός της πραγματικής φιλίας. Είσαι φίλος τους όσο τους εξυπηρετείς.
Τελείωσαν τις σχολές με «μικρά φιλικά σπρωξίματα». Στρατό υπηρέτησαν απέναντι από το σπίτι τους («Kάποτε μου είχε πει ένας τύπος μέσα σε ένα στρατόπεδο της επαρχίας: «Ξέρεις τι είναι να βλέπεις από το φυλάκιο το μπαλκόνι του σπιτιού σου και να μην μπορείς να πας»; Ενώ εσείς που είστε μακριά το έχετε συνειδητοποιήσει»!). Από την ημέρα που απολύθηκαν απο το στρατό θα έπρεπε να έχουν εικόνισμα πάνω από το προσκεφάλι τους τον Γκράχαμ Μπελ που ανακάλυψε το τηλέφωνο όπως έχουν οι ναυτικοί τον Άγιο Νικόλαο.
Η «φουρτούνα» της ζωή τους καθορίστηκε από το σωστό τηλέφωνο. «Ζορίζομαι λίγο εδώ μωρέ» (Ντρίν!), «Να έπαιρνα μια αποσπασούλα μωρέ βαρέθηκα» (Ντρίν!), «Αχ, τώρα θέλω να ξαναγυρίσω πίσω»(Ντριν!), «Κοίτα εγώ φιλαράκο βγαίνω σε τρία χρόνια στην σύνταξη. Τώρα πρέπει να δουλέψετε εσείς οι νέοι» (Ντριν!). «Εντάξει μην ανησυχείτε δεν θα το πιέσουμε το παιδί, δεν έχει πολύ δουλειά εδώ» (Ντρίν!)
Την ίδια στιγμή συνέχιζαν τον «ωραίο αγώνα». Χώθηκαν σε επιτροπές, σε δήμους, σε υπουργικά γραφεία. Όσο πιο κοντά βρισκόντουσαν στην εξουσία τόσο φτιαχνόντουσαν. Κάθε φορά που έδιναν το χέρι για χειραψία σε έναν «ανώτερο» ρίγη ανατριχίλας κατέκλυζαν την ραχοκοκαλιά τους. Φαντάζομαι ότι αυτοί που έδωσαν το χέρι στον εκάστοτε πρωθυπουργό θα έπρεπε να είχαν σπασμούς.
Και φυσικά να μην ξεχνάμε τον βασικό τους ρόλο: Μπροστά στην γραμμή του «ωραίου αγώνα». Θα τους δεις στις πορείες. Είναι αυτοί με τις ντουντούκες που δίνουν το σύνθημα να φωνάξουν αυτοί που ακολουθούν. Δεν θα δεις κανέναν από αυτούς με σκυμμένο κεφάλι στο δρόμο. Φωνή, φωνή, φωνή. Και τα χέρια ψηλά να δίνουν το σύνθημα «Όλοι μαζί».
Μετέτρεψαν οι τύποι της πρώτης γραμμής τον συνδικαλισμό, τον αγώνα για κάτι καλύτερο στην ικανοποίηση των καπρίτσιων τους. Η Κρίση τους ξεβράκωσε. Τα θορυβώδη αυτά όντα λατρεύουν την τηλεοπτική κάμερα. Αυτή όμως είναι μεγάλη πουτάνα. Πέφτει πάνω τους και τους βγάζει την μάσκα. Έτσι βλέπουμε λοιπόν κάθε φορά που μιλάνε στην tv αυτοί οι δήθεν αγωνιστές, οι δήθεν πατριώτες και οι δήθεν αγνοί συνδικαλιστές αυτό που υπήρξαν πάντα: Θορυβώδη ανθρωπάκια που είχαν στηρίξει τα πάντα σε ένα «Ντριν».
Τώρα που η γραμμή είναι «νεκρή» φωνάζουν για το «δίκιο τους». Παράλογο έτσι;
σχόλια