Η ποιητική συλλογή του Θωμά Τσαλαπάτη. Από τον Θοδωρή Ρακόπουλο

Facebook Twitter
3

Το Αλλόκοτο ως Τέχνη του Εφικτού: «Το Ξημέρωμα Είναι Σφαγή Κύριε Κρακ», του Θωμά Τσαλαπάτη

Κρακ είναι το γνωστό επικίνδυνο ναρκωτικό. Τσαλαπάτης είναι ο κριτικός/αρθρογράφος της Εποχής. Έγινε ευρύτερα (εξωλογοτεχνικά) γνωστός με την οξεία κριτική που απηύθυνε σε μια ποιητική απόπειρα. Η τελευταία ανήκει στον Κωνσταντίνο Μπογδάνο, που είναι, μαθαίνω, δημοσιογράφος το επάγγελμα. Δεν μου άρεσε το εν λόγω βιβλίο (ΟΝ, εκδόσεις Γαβριηλίδης), και δεν μου άρεσε κι η απάντηση του Μπογδάνου (http://www.lifo.gr/now/greece/22795).

Με την παρούσα παρέμβαση, θα επιχειρήσω να διαλευκάνω γιατί το βιβλίο «Το Ξημέρωμα Είναι Σφαγή Κύριε Κρακ», του Θωμά Τσαλαπάτη, μου άρεσε, όπως άρεσε και ευρύτερα, στην λογοτεχνικής σκηνής της Ελλάδας, ως ποιητικό δημιούργημα. Ο θεσμός του Κρατικού βραβείου πρωτοεμφανιζόμενου συγγραφέα καθιερώθηκε το 2012. Την πρώτη χρονιά, ο πεζογράφος Μιχάλης Γεννάρης κι εγώ, ως ποιητής, το μοιραστήκαμε ex equo. Νιώθω μεγάλη χαρά που την επόμενη χρονιά, το μοιράστηκαν οι ποιητές Θωμάς Ιωάννου και Θωμάς Τσαλαπάτης. Το παρόν κείμενο δεν είναι χειρονομία φιλίας, αλλά ποιητικής υποστήριξης προς το καλό λογοτεχνικό κείμενο  και τον άδολο δημιουργό του. Ας δούμε όμως το μείζον θέμα εδώ: το ίδιο το βιβλίο, και την όποια αξία του.

Το παρόν, και συνεχές πρόβλημα το οποίο το παρόν βιβλίο θέτει είναι διττό: η ήσσων διάστασή του αφορά την κατάταξη του ίδιου, η μείζων την εννοιολόγηση των ίδιων των κατατακτικών μηχανισμών. Το βιβλίο προκαλεί πονοκέφαλο στον αρχειοθέτη, βιβλιοθηκονόμο και βιβλιοπώλη με την δυσκολία που φέρει η ειδολογική κατάταξή του. Και περαιτέρω, μας προκαλεί να αναρωτηθούμε (κι είναι γι αυτόν τον λόγο ένα βιβλίο-τομή, ένα σπουδαίο βιβλίο), τι είναι η ποίηση;

Παρακάμπτοντας το δεύτερο ζήτημα για τις καλένδες, θα συζητήσουμε το πρώτο (αλλ' ίσως, θα κοιτάξουμε με πλάγιο τρόπο και το δεύτερο), κάνοντας μια συγκεκριμένη εισήγηση: ότι το βιβλιαράκι αυτό κάνει σλάλομ στα είδη λογοτεχνίας επειδή είναι ποιητικό – κι ότι ως βιβλίο ποίησης δεν είναι σουρρεαλιστικό.

Τομή στην αφηγηματική τέχνη, έλκει από εκείνη του Γονατά, όπου το παράλογο αναδύεται σαν ποθητή δυνατότητα του καθημερινού. Μια ποίηση του infraordinary, σε αντίθεση, σε αντίθεση με τα extraordinary, όπως ήταν εκείνη του Quenaeu και της ομάδας των Oulipo, όπως προτείνουν οι κοσμογονικές φαντασιακές του Saramago ή, κάποτε, του Calvino.

Πεζογράφοι, λοιπόν. Κι ο ίδιος ο ήρωας, ο Κρακ, εγγράφεται σε μια μακρά γενεαολογία, που απλώνεται από τον Faber του Max Frisch έως τους ανώνυμους ήρωες του Κάφκα ή τον ήρωα της Μύτης του Γκόγκολ. Όμως, το αλλόκοτο αναδύεται, στον Κράκ, σαν τέχνη του εφικτού, μια μετωνυμία της πολιτικής, στην οποία ο Τσαλαπάτης ανήκει βιωματικά. Το παράλογο δεν φέρεται ως ξεστράτισμα αλλα ως συνεχή παρουσία, κομμάτι του continuum του κόσμου. Η ποίηση ελλοχεύει στο ξεστράτισμα αυτό, υπονομεύοντας την πεζολογική μορφή.

Σε αυτό συνεπικουρεί η εσωτερική αίσθηση ρυθμού που κρατά τα ποιήματα αυτά δεμένα γύρω από τον άξονα της persona του Κρακ. Είναι καίριο λοιπόν ότι η συνοχή του βιβλίου είναι ο ρυθμός, όχι το αφηγηματικό διακύβευμα. Χαρακτηριστικό είναι ότι ο Κρακ παραμένει χωρίς περιγραφή, το ίδιο όπως και οι άλλοι ήρωες του βιβλίου (εκτός από τις αυτοαναιρετικές παρενθέσεις όπως «συνάντησε έναν γίγαντα 50 εκατοστών»).

Η πεζολογική μορφή υποστηρίζει αυτό το περιπατητικό συνεχές του παράλογου και του βίαιου της πόλης. Κι η γλώσσα με τον αντιαισθητισμό της γίνεται η αρτηρία που κοινωνείται το ποιητικό ξάφνισμα: «τον κοιτά και τρώει μήλα». Κι έχει ενδιαφέρον ότι η ποίηση είναι ξάφνισμα – στο καθημερινό ρήγμα˙ αγγλιστί: Κρακ.

Στα ξένα, ο Τσαλαπάτης παρακολουθεί (και μάλιστα, αυτοπαρωδιακά, αναφέρει εαυτόν απέναντί τους) τρεις-τέσσερεις θαυματοποιούς της ευρωπαϊκής αλλόκοτης πρόζας: τον Muchaux, τον Δανιήλ Χαρμς, τον Betancourt. Στην ελληνική γραμματεία η αντίστοιχη παράδοση του πεζοποιήματος έχει μυθολογικά, εξωλογικά χαρακτηριστικά (σκέφτομαι την Μαστοράκη) ή έχει ονειρικά και παράλογα χαρακτηριστικά (Γονατάς) ή φιλοσοφικών προεκτάσεων στοχαστική στοχοθεσία που λειτουργεί ως κατάθεση ζεν (Χιόνης), ή ως αντικαθρέφτισμα προσωπικής μέθεξης με την Ιστορία (Μάρκογλου).

Πολύ ενδιαφέρον έχει αν πάμε στην πρώτη μεταπολεμική γενιά, ότι ο Αναγνωστάκης θεώρησε μη-ποίηση την μόνη του κατάθεση en prose (Περιθώριο) -ενώ δεν είναι τυχαίο ότι οι πρώτοι που το όρισαν ήταν διόσκουροι του συρρεαλισμού (Εμπειρίκος, Εγγονόπουλος).

Η έλλειψη διδακτισμού και θυμοσοφικής διάστασης είναι δείγμα όμως της ηθικοαισθητικής διάστασης του άστεως. Ο Κρακ είναι ένα βιβλίο της πόλης. Ο βαθιά ριζωμένος ρεαλισμός του αποδίδει την νεκροφάνεια της Κυψέλης, Αθήνας, Ελλάδας κι Ευρώπης: ένα δυστοπικό τοπίο όπου τελούνται άηχες σφαγές, εμφανίζονται σημεία και τέρατα, ένα παζλ συνθεμένο από βίαια υλικά ατάκτως ερριμένα. Με αυτή την έννοια, θυμόμαστε (κι επικαιροποιούμε) τον Μπρετόν που έλεγε πως στην Ελλάδα δεν είναι ανάγκη να εισάγουμε τον σουρρεαλισμό διότι είναι ήδη σουρρεαλιστική.

Η γλώσσα του Τσαλαπάτη έχει μια προσεκτικά περιορισμένη εκτασιακή διάσταση. Δεν απλώνεται και δεν περιέχει «ποιητικό» λεξιλόγιο: αντίθετα, αποδίδει τον συνεκτικά κατακερματισμένο κόσμο. Είναι αυτή η γλώσσα της σκληρής πόλης, που μετουσιώνεται στην αντιλυρική πρόσληψη του ζην στον μικρό τερατόκοσμο της Κυψέλης, που κατοικούν τα φάσματα του Σαχτούρη, με τον οποίο ο Τσαλαπάτης συνομιλεί χαμηλόφωνα.

Να λοιπόν η ποιητική του Τσαλαπάτη, και να γιατί το βιβλίο είναι βιβλίο ποίησης: δεν υπάρχει πεζογραφική πλοκή ή χαρακτηρολογία, κι η ρυθμική διάσταση υποβάλλει το ποίημα. Έτσι λοιπόν το βιβλίο κατορθώνει το αξιοζήλευτο: να εγγράφεται με διακριτικό τρόπο σε έναν ευρύτερο λογοτεχνικό κανόνα αλλά και να διατηρεί την μοναδικότητά του ως πρωτότυπη κατάθεση στα εγχώρια ποιητικά πράγματα. Και να γιατί ο Μπογδάνος κάνει λάθος στην έμμεση κριτική του στο βιβλίο "Κρακ"- κι εγώ τον κρίνω ως ποιητή. Και το ποιητικό του αισθητήριο έσφαλε.

*Ο Θοδωρής Ρακόπουλος είναι ποιητής

Ελλάδα
3

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

σχόλια

3 σχόλια
Ο Μπογδάνος σας πείραξε; Για το Γενάρη κανείς; Τίποτα; Το συνάφι των δήθεν "καταραμένων ποιητών" της Αθήνας του 2013 ξέρει μόνο να ευλογεί τα γένια του και να αποσιωπεί τεχνηέντως την κάθε μπούρδα που ανακυκλώνεται και αναπαράγεται στους κύκλους του. Εκτός αυτών (των κύκλων), το κράξιμο να είναι κατά πρόσωπο και με περισσή αλαζονεία βεβαίως βεβαίως! Τουλάχιστον αστείοι.
Ο ποιητής Ρακόπουλος κάνει κριτική στον ποιητή Τσαλαπάτη κι ο ποιητής Τσαλαπάτης κάνει κριτική στον ποιητή (;) Μπογδάνο; Τι λέτε ρε παιδιά!!!Νοείται μεταξύ ομοτέχνων τέτοιο αλισβερίσι; Σε λίγο θα κάνετε κριτική ο καθένας στη δική του ποίηση όπως λένε ότι έκανε κάποτε ο Γεωργουσόπουλος για τις ανεκδιήγητες μεταφράσεις του!