Είναι ελάχιστοι οι καλλιτέχνες αυτής της δεκαετίας που έχουν διχάσει τις γνώμες των κριτικών ή έχουν δημιουργήσει τόσο μεγάλες αντιπαραθέσεις απόψεων και διαμάχες όσο η τριάδα των Dan Colen, Ryan McGinley και του μακαρίτη του Dash Snow, που πέθανε το 2010. Οι τρεις φίλοι που άντλησαν την έμπνευσή τους από την εκούσια βύθισή τους στις πιο σκοτεινές γωνιές της σκηνής των party animal και στις κραιπάλες της Νέας Υόρκης, δημιούργησαν πολύ ιδιαίτερα έργα: τα κηλιδωμένα από σπέρμα φωτογραφικά μοντάζ του Dash Snow, οι ψευτο-ρεαλιστικοί πίνακες του Colen και οι «ξεπλυμένες», ξεθωριασμένες φωτογραφίες του McGinley όρισαν την καλλιτεχνική σκηνή στο τέλος της δεκαετίας του ’90. Εδώ η φωτογράφος Cass Bird μιλάει για την πολύ προσωπική φωτογραφία που τράβηξε νωρίς το πρωί με το «τρίο από την κόλαση».
«Τράβηξα αυτή τη φωτογραφία στο τέλος του 2006», λέει. «Μοιάζει να είναι τραβηγμένη πριν από πολύ καιρό. Ο μόνος που γνώριζα πριν από αυτή τη λήψη ήταν ο Dash. Τον είχα γνωρίσει κατά τη διάρκεια των Deitch Projects όταν έστηνα μια έκθεση και με ρώτησε εάν μπορούσαμε να ανταλλάξουμε τυπωμένες φωτογραφίες. Ήταν κάτι πολύ γλυκό. Βγήκαμε έξω από την γκαλερί για να κάνουμε ένα τσιγάρο και κουβεντιάσαμε. Λίγους μήνες αργότερα μου ανατέθηκε να κάνω ένα θέμα για αυτόν, τον Ryan και τον Dan για το New York magazine.
Είναι πραγματικά χαριτωμένο να τους βλέπεις έτσι, είναι τόσο άνετοι μεταξύ τους. Αργότερα, τους ξύπνησα και κάθισαν όλοι στο κρεβάτι κοιτάζοντας την κάμερα και καπνίζοντας.
Είναι πολύ αστείο, επειδή την πρώτη φορά που ο Ryan με υποδέχτηκε στο σπίτι του Dash δεν με άφηνε να μπω! Υποθέτω ότι είχε ξεχάσει ότι είχαμε γνωριστεί. Έτσι, κυριολεκτικά άνοιξα την πόρτα και κοίταξα μέσα κλεφτά. Με αναγνώρισε, με αγκάλιασε και ήταν πολύ γλυκός στη συνέχεια. Οι άνθρωποι λένε διάφορα, για το πόσο κατεστραμμένος ήταν, αλλά εγώ δεν διαπίστωσα τίποτα τέτοιο, ήταν πολύ ευαίσθητος και ειλικρινής. Αυτή είναι η γνώμη μου για αυτόν.
Το πρωί που έβγαλα αυτή τη φωτογραφία ο Ryan έκλεψε τα κλειδιά του Dash για να μπορέσουμε να μπούμε μέσα στο σπίτι. Δεν ήθελαν να αφήσουν τον Dash να ανοίξει την πόρτα στις τέσσερις το πρωί. Δεν θυμάμαι πώς μπήκα, αλλά ήταν πολύ νωρίς, περίπου έξι το πρωί. Έπρεπε να στήσουμε τη μηχανή στο απόλυτο σκοτάδι με τον βοηθό μου, προσπαθώντας να είμαστε απόλυτα ήσυχοι. Πήρα μια σκάλα, σκαρφάλωσα πάνω στην ντουλάπα και σφήνωσα ανάμεσα στον τοίχο σε ένα μικρό κενό. Είχα το Kino μου, ένα θερμό φως και ένα μικροσκοπικό φλας, επειδή δεν υπήρχε φως σε αυτό το δωμάτιο –είχε μαυρίσει όλα τα παράθυρα. Έλαμψε φυσικό φως παντού. Ήταν πολύ αστείο.
Νομίζω ότι ο Dash κοιμόταν σε αυτή τη φωτογραφία, το ίδιο και ο Dash και ο Ryan, γιατί τους ζητούσαν να γυρίσουν και δεν υπήρχε καμία ανταπόκριση.
Είναι πραγματικά χαριτωμένο να τους βλέπεις έτσι, είναι τόσο άνετοι μεταξύ τους. Αργότερα, τους ξύπνησα και κάθισαν όλοι στο κρεβάτι κοιτάζοντας την κάμερα και καπνίζοντας. Εκείνη η φωτογραφία τους είχε δημοσιευτεί. Αυτή εδώ όμως ήταν από την αρχή του πρώτου ρολού από τα φιλμ.
Το σπίτι του Dash ήταν γεμάτο από τη δουλειά του. Ήταν περικυκλωμένος παντού από τα project του. Και οι τρεις τους ζούσαν για να δουλεύουν. Πέρασα μαζί τους μόνο μια ώρα εκείνο το πρωί, αλλά πέρασα συνολικά τέσσερις μέρες μαζί τους. Υπήρχε μια ένταση μερικές στιγμές, αλλά γενικά ήταν πολύ συνεργάσιμοι.
Δεν είδα ξανά ούτε άκουσα τον Dan μετά από αυτό. Λυπήθηκα πολύ όταν πέθανε, ήταν κάτι τραγικό και τρομακτικό. Είχε τους οπαδούς και τους ανθρώπους που τον κατέκριναν, αλλά για μένα ήταν ειλικρινής, ευγενικός και αξιαγάπητος. Δυστυχώς δεν ζει για να δει τι επίδραση έχει η δουλειά του στους νέους φωτογράφους. Νομίζω ότι αυτά που έκανε στη ζωή του ήταν εξαιρετικά».
Δημοσιεύτηκε στο Dazed τον Ιανουάριο του 2010.