Από την περυσινή κυκλοφορία του Chemsex, το οποίο ο Guardian περιέγραψε ως "τρομακτικό αλλά αξιόλογο ντοκιμαντέρ", οι τροφοδοτούμενες από τα ναρκωτικά σεξουαλικές πρακτικές κάποιων ομοφυλόφιλων αποτελούν ολοένα και περισσότερο θέμα ζωηρής συζήτησης, και εντός της gay κοινότητας και στον τύπο. Πρόσφατα οι εφημερίδες αναφέρθηκαν εκτενώς στην ιστορία του δικηγόρου Henry Hendron, του οποίου ο σύντροφος πέθανε πέρυσι έπειτα από υπερβολική δόση GHB στο λονδρέζικο διαμέρισμα του ζευγαριού.
Δυστυχώς ούτε το περυσινό ντοκιμαντέρ, ούτε οι ειδήσεις έκτοτε έχουν κατορθώσει να μην εκφέρουν ηθική κρίση όποτε αναφέρονται στο συγκεκριμένο θέμα. Το θέμα του chemsex δεν τυγχάνει της εν τω βάθει ανάλυσης της οποίας χρήζει απεγνωσμένα. Σύμφωνα με τις περισσότερες αφηγήσεις, συμπεριλαμβανομένης και εκείνης που προτείνεται από το ντοκιμαντέρ, οι ομοφυλόφιλοι άνδρες οδηγούνται σε μακράς διάρκειας επαφές "chemsex" επειδή είναι μοναχικοί και υποφέρουν από εσωτερικευμένη ομοφοβία. Για τους λόγους αυτούς, σύμφωνα με την αφήγηση αυτή, κάποιοι αναζητούν την ανθρώπινη επαφή δια "μη αυθεντικών" και "επικίνδυνων" μέσων: "μη αυθεντικών" επειδή η επαφή φιλτράρεται μέσα από τα ναρκωτικά και "επικίνδυνα" επειδή συχνά συμπεριλαμβάνει σεξ χωρίς προστασία.
Το "chemsex" ισχυρίζεται ότι πολλοί ομοφυλόφιλοι άνδρες οδηγούνται σε μακράς διάρκειας "chemsex" επαφές επειδή είναι μοναχικοί και υποφέρουν από εσωτερικευμένη ομοφοβία. Aναζητούν ανθρώπινη επαφή που φιλτράρεται μέσα από τα ναρκωτικά ενώ συχνά συμπεριλαμβάνει σεξ χωρίς προστασία.
Τ Συμπεριλαμβάνει όλα τα χαρακτηριστικά στοιχεία εντυπωσιασμού που θα συναντούσε κανείς σε ένα αφιερώμα για το gay σεξ και το AIDS στα '80s. Υπάρχει ο άθλιος ηδονοβλεπτικός χαρακτήρας: οι μη αναγκαίες σεξουαλικές σκηνές που υπογραμμίζουν εξομολογητικής διαθέσεως συνεντεύξεις, περιορίζοντας τις ζωές των συμμετεχόντων στο είδος του σεξ που κάνουν και τίποτε άλλο. Οι συνεντευξιάζοντες δεν εμφανίζονται ποτέ στην κάμερα και οι ερωτήσεις τους δεν ακούγονται ποτέ, έτσι ώστε να μην παρεμβληθούν στην "αλήθεια" που παραχωρείται γενναιόδωρα από μία ασώματη "συνολική" οπτικής της "πραγματικότητας". Υπάρχουν και οι επαγγελματίες της υγείας, οι οποίοι εκφράζουν την "πραγματική αλήθεια" του ζητήματος, πέρα από τις αφηγήσεις που μοιράζονται οι ίδιοι οι συμμετέχοντες.
Επιπλέον απόδειξη της ιδεολογίας που διαπνέει την ταινία, είναι τα σχόλια που έκανε ένας από τους (ετεροφυλόφιλους) σκηνοθέτες της. Κατά την διάρκεια συνέντευξης που βιντεοσκοπήθηκε στο BFI Film Festival το 2015, ο William Fairman ξεδιάντροπα είπε στον δημοσιογράφο πόσο σημαντικό ήταν για τους ίδιους, τους σκηνοθέτες να "μπούνε εκεί μέσα και να είναι εκείνοι που το ξεσκέπασαν". Πρόκειται για ένα σχόλιο που αποκαλύπτει ένα σύνδρομο "Κολόμβου" στους ετεροφυλόφιλους άνδρες, την ανάγκη να "ανακαλύψουν" κάτι που δεν είναι καινό, ένα μικρό κομμάτι της gay κουλτούρας, με την οποία ήδη ασχολούνταν η gay κοινότητα πριν την υποτιθέμενη "αποκάλυψη" της ταινίας.
Στην προσπάθεια να συνεισφέρει στον διάλογο, το φετινό Flare του BFI προσέθεσε μια σειρά ταινιών μικρού μήκους στο πρόγραμμα του οι οποίες προβλήθηκαν μαζί σε μία ενότητα με τον τίτλο Chems. Παρά το γεγονός ότι έχουν σκηνοθετηθεί από ομοφυλόφιλους, η πλειονότητα των μικρού μήκους δεν κάνουν κάτι άλλο πέραν του να αναπαράγουν τα ίδια ηθικολογικά τροπάρια που έχουν ήδη παρουσιαστεί στο Chemsex. Το G-o'clock δεν καταφέρνει να διηγηθεί για τους χαρακτήρες του τίποτε άλλο πέραν των συνήθειων τους στο σεξ και την χρήση ναρκωτικών ουσιών. Ο David Stuart του 56 Dean Street περιγράφει το chemsex ως "αισχρό πράγμα" στο μικρού μήκους ντοκιμαντέρ Let's Talk about Gay Sex and Drugs (Ας μιλήσουμε για gay σεξ και ναρκωτικά). Η πλειοψηφία των ταινιών καταφεύγουν στην αναπαραγωγή αδιακρίτως των συνήθων ηθικολογικών κοινοτυπιών περί gay σεξ και χρήσης ναρκωτικών.
Η μία και μοναδική εξαίρεση ήταν η ταινία του Marc-Antoine Lemire Les Meduses, η οποία χρησιμοποιεί ένα κατακερματισμένο, μη γραμμικό αφηγηματικό ύφος και πλούσιες οπτικές μεταφορές προκειμένου να υπογραμμίσει την πολυπλοκότητα τόσο του "chemsex" όσο και των εσωτερικών βίων εκείνων που εμπλέκονται σε αυτή την σεξουαλική πρακτική.
Γιατί εξακολουθούμε βλακωδώς να δημιουργούμε τέτοιες μονόπλευρες και μειωτικές αφηγήσεις για το ομοφυλοφιλικό σεξ; Οι σεξουαλικές συμπεριφορές και οι σεξουαλικότητες δεν είναι δυνατόν να διαχωριστούν από το ευρύτερο πολιτικό τοπίο στο οποίο αναδύονται και πραγματοποιούνται. Επιπλέον, όπως έχουν επιχειρηματολογήσει εδώ και χρόνια οι κοινωνιολόγοι, ιστορικοί και φιλόσοφοι, τουλάχιστον από την εποχή του Φουκώ, η εξουσία πάντα συνυπάρχει με την αντίσταση, και η ηθικότητα με την παρέκκλιση. Η υπέρβαση και η ανάληψη κινδύνων είναι "φυσιολογικές" σε κοινωνίες που ρυθμίζουν την συπεριφορά μέσω κοινωνικών κανόνων. Μέσα από την παραβίαση των ορίων το άτομο επιβεβαιώνει την ατομικότητα του και κατορθώνει να γίνει ο εαυτός του.
Σύμφωνοι, τέτοιου είδους οριακές εμπειρίες φλερτάρουν με τον θάνατο, σε διαφορετικούς βαθμούς φυσικά, υπάρχει η αποδεκτή βουλιμική κατανάλωση αλκοόλ και οι "σκανδαλώδεις" μακρές εμπειρίες κατανάλωσης ναρκωτικών και σεξ άνευ προστασίας. Και πάλι όμως, παρά το παρακινδυνευμένο του πράγματος, πρόκειται για πρακτικές που επιβεβαιώνουν την ζωή και μέσω των οποίων οι συμμετέχοντες επιβεβαιώνουν και αναγνωρίζουν τον εαυτό τους ως μεμονωμένες προσωπικότητες.
Στο παρελθόν η ομοφυλοφιλική πολιτική χρησιμοποιούσε το ομοφυλόφιλο σεξ και την σεξουαλικότητα για να αμφισβητήσει το σύνολο της κοινωνίας και τους θεσμούς της. Σήμερα, το κυρίαρχο ΛΟΑΤ κίνημα φαίνεται πως ασχολείται περισσότερο με την αφομοίωσή του στους υπάρχοντες θεσμούς όπως ο γάμος και ο στρατός, παρά με την αμφισβήτηση της ύπαρξής τους.
Λαμβάνοντας αυτό υπ' όψιν, θα πρέπει να γίνει κάποια προσπάθεια να ερευνηθούν τα ευρύτερα κοινωνικά και πολιτικά τοπία στα οποία λαμβάνει χώρα το chemsex πριν εμπλέξει την ηθική, πριν εκφέρει συνοπτικές κρίσεις, πριν αναπαράξει αδιακρίτως παλαιότερες απόψεις ηθικοπλαστικού πανικού. Μέρος της ανάλυσης των τοπίων αυτών οφείλει να είναι και η τρέχουσα κατάσταση του κυρίαρχου κινήματος ΛΟΑΤ. Κατά τα τελευταία έτη, οι ακραίες πολιτικές και σεξουαλικές απόψεις έχουν "εξυγιανθεί" προκειμένου να προωθήσουν την εικονα του "ενάρετου gay" ως όχημα για μία ηθικά αποδεκτή ιδιότητα του queer πολίτη. Στο παρελθόν η ομοφυλοφιλική πολιτική χρησιμοποιούσε το ομοφυλόφιλο σεξ και την σεξουαλικότητα για να αμφισβητήσει το σύνολο της κοινωνίας και τους θεσμούς της. Σήμερα, το κυρίαρχο ΛΟΑΤ κίνημα φαίνεται πως ασχολείται περισσότερο με την αφομοίωση του στους υπάρχοντες θεσμούς όπως ο γάμος και ο στρατός, παρά με την αμφισβήτηση της ύπαρξης τους.
Η άλλη πλευρά της πολιτικής της αφομοίωσης είναι ότι επιδιώκεται εις βάρος της ποικιλομορφίας των αποκλίνουσων σεξουαλικοτήτων, επιθυμιών, ταυτοτήτων και τρόπων ύπαρξης.
Στο πλαίσιο αυτό, ίσως φαντάζει αντιφατικό, αλλά το chemsex αναδύεται ως μορφή αντίστασης. Το chemsex είναι ένας τρόπος επιβίωσης απέναντι στην αφομοίωση. Αν αυτή η "κάθαρση" της ΛΟΑΤ κουλτούρας σημαίνει την καταστροφή της απόκλισης στην ταυτότητα του ατόμου, τότε η ανάληψη κινδύνου μετατρέπεται σε έναν τρόπο ώστε η ταυτότητα αυτή να επιβεβαιωθεί και δοκιμάζονται νέες μορφές ανήκειν εντός της queer κοινότητας, έστω και προσωρινά.
Στοιχεία από το The Conversation