Τις Τραχίνιες δεν τις είχα διαβάσει ποτέ. Ούτε τις είχα δει. Φαντάζομαι και οι περισσότεροι διπλανοί μου. Σίγουρα οι συνταξιδιώτες μου στο πούλμαν για την Επίδαυρο, τους οποίους σχεδόν ανέκρινα.
Οι απορίες που είχα ήταν γιατί ο Σοφοκλής ο οποίος στην ίδια αρένα και με τα ίδια όπλα μαχόταν με τους υπόλοιπους συγγραφείς δεν ονόμασε την τραγωδία του Ηρακλής ή έστω Διηάνειρα, αλλά Τραχίνιες;
Και γιατί αυτή η τραγωδία δεν είναι δημοφιλής; Μήπως δεν έχει μια σταρ-ιστορία; Μήπως αμφισβητεί τους ίδιους τους ήρωές της; Μήπως δε δίνει ένα τέλος λυτρωτικό; Μήπως τελικά δεν αποκαθιστά τους ήρωες, αλλά αντιθέτως τους παρουσιάζει σαν ανθρώπινα ναυάγια;
Η παράσταση του Θωμά Μοσχόπουλου μου έδωσε μερικές καθαρές απαντήσεις.
Μπαίνοντας στο θέατρο, η ορχήστρα είναι καλυμένη με ένα πάτωμα χορού και το σκηνικό είναι ένας κορμός δέντρου. Στηρίζεται επικλινώς σα ράμπα στο κέντρο της σκηνής.
Επάνω σε αυτό τον κορμό στέκεται η Διηάνειρα και περιμένει τον Ηρακλή, εκεί ο Ηρακλής τερματίζει τον ηρωικό βίο του. Ενας τόσο μεγάλος κορμός μπορεί να συμβολίζει πολλά. Εναν κομμένο φαλλό, ένα κομμάτι φύσης κατεστραμμένο, η αλλιώς ιδού η επεξεργασμένη μορφή της φύσης.
Πίσω από την ορχήστρα, τα κορίτσια του χορού, - πριν ακόμα αρχίσει η παράσταση-, ανεβαίνουν ένα- ένα και αφηγούνται τους άθλους του Ηρακλέους κάνοντας το δικό τους πρόλογο σε αυτά που θα ακολουθήσουν. Κρίμα που δεν τους άκουσα όλους, παρά καθόμουν και έτρωγα ένα μπαγιάτικο τσιζ-κέικ. (αλλά κορίτσι μου πόσο βλάχα είσαι που ήθελες τσιζ κέικ στην Επίδαυρο; ας είναι). Τουλάχιστον είδα λίγο παραπάνω τη σκηνογράφο Ελλη Παπαγεωργακοπούλου που είχα να δω πολύ καιρό.
Καθώς ξετυλίγεται η ιστορία, κατάλαβα ότι αυτός ο εκλεπτυσμένος, ποιητικός λόγος του Σοφοκλή δεν ηχεί καθόλου διδακτικά στα αυτιά μου.
Η ιστορία είναι καθαρήαλλά και πολυεπίπεδη και η σκηνοθεσία άλλο τόσο. Ο Θωμάς Μοσχόπουλος δεν έχει κανένα ταμπού ως προς αυτό, ούτε φοβάται μη θεωρηθεί η σκηνοθεσία του mainstream ή απλή ή "κανονική".
Μιλώντας ακριβώς γι αυτό, λίγες μέρες νωρίτερα μου έλεγε πως στην Επίδαυρο πηγαίνει όλος ο κόσμος. Αυτοί που ξέρουν. Και αυτοί που δε γνωρίζουν. " Είναι άλλο να απευθύνεσαι στο κοινό που θα έρθει στην Πειραιώς 260", συνέχισε, " και να του δείχνεις τον πειραματικό προβληματισμό σου πάνω σε ένα έργο και άλλο να απευθύνεσαι σε χιλιάδες ανθρώπους ".
Στις Τραχίνιες υπάρχει μια μεγάλη ιστορία αγάπης, αυτή του Ηρακλή και της Διηάνειρας, η προδοσία και η εκδίκηση, το ποτισμένο με δηλητήριο ρούχο -ένα τέχνασμα μαγείας που κινεί την ιστορία- υπάρχουν οι λαϊκοί αγγελιαφόροι και ένας χορός που μένει χωρίς πνευματικό αρχηγό, ένας λαός που τα πρότυπά του καταρρέουν μέσα σε πράξεις και λόγια μοχθηρίας και εκδίκησης. Ενας λαός που αποδεικνύεται ότι είναι ανώτερος των αρχόντων του, πιο σοφός, πιο συγκροτημένος και πιο συγκρατημένος.
Οι Τραχίνιες μάταια περιμένουν στις μεγάλες κρίσεις μια πιο συνετή στάση από αυτούς που υπηρετούν και πιστεύουν. Η αριστοκράτισσα εγκρατής βασίλισσά τους αυτοκτονεί μόλις αντιλαμβάνεται ότι χάνει οριστικά το σύζυγό της και ο ήρωάς τους, Ηρακλής, ο πνευματικός τους ταγός, εμφανίζεται ως ένας λαϊκιστής ήρωας, κάποιος που θα μπορούσε να γίνει εύκολα τύραννος, καθώς ακόμα και την τελευταία στιγμή πριν το τρομερό τέλος του, αντί να νουθετήσει, να παρηγορήσει το λαό του, σκέφτεται πως να τιμωρήσει την ήδη νεκρή γυναίκα του. Η μόνη νουθεσία είναι αυτή που δίνει στο γιό του. Να παντρευτεί την ερωμένη του Ιόλη. Πολύ απογοητευτικό. Πολύ χρήσιμο επίσης για το πως οι κοινωνίες θα πρέπει να πορευτούν χωρίς ήρωες.
Είναι σαφές αυτό που λέει ο Σοφοκλής: (σε μένα τουλάχιστον). Μέσα από τη δίπτυχη δομή του έργου, αμφισβητεί το θείο. Οπως δε συνηθίζει. Αμφισβητεί τους μεγάλους έρωτες. Σχολιάζει τη θολωμένη κρίση των εξαπατημένων.
Θέλει να δώσει ένα μάθημα σύνεσης, προς όλες τις κατευθύνσεις γιαυτό και το έργο δεν είναι επικεντρωμένο σε κάτι ορισμένο, απολύτως. Πίσω από το πρόσχημα, τη μεγάλη ερωτική ιστορία, μιλά για την εγκατάλειψη των θνητών από τους θεούς.
Για μένα αυτή η παράσταση ήταν καθαρή, διαμεσολαβούσε ανάμεσα στο κείμενο και τον θεατή με τον πιο απλό, τον πιο σαφή και τον πιο δύσκολο ίσως τρόπο. Την απλότητα. Την αισθητική και την σκηνοθετική. Φανερώνοντας συγχρόνως την προσέγγιση και την εργασία που έχουν προηγηθεί.
Δικαίως το έργο λέγεται Τραχίνιες. Ο χορός είναι οι αληθινές πρωταγωνίστριες της παράστασης. Ενας χορός με εξαιρετικές ικανότητες. Καθόλου περίεργο για όσους ξέρουμε ότι αυτά τα 16 κορίτσια επελέγησαν μέσα από 900 που έκαναν ακρόαση.
Η Αννα Μάσχα με αυτή την παράσταση κάνει το ντεμπούτο της στο αρχαίο θέατρο. Φέρει αυτό που ζητά ο ρόλος της. Είναι μια αστή αριστοκράτισσατης Αθηναϊκής δημοκρατίας. Είναι συγκρατημένη και ποτέ παράφορη. Θα μπορούσε να είναι η ηρωίδα ενός κεντροευρωπαίου συγγραφέα. Ακριβώς σε αντίθετη κατεύθυνση ο Ηρακλής. Με τον τεράστιο σωματικό όγκο και τις φωνές του καταλαμβάνει το χώρο. Ο Αργύρης Ξάφης τον ερμηνεύει αποδίδοντας τον πληθωρικό, θυμωμένο, φωνακλά ήρωα, αποφεύγοντας τον κίνδυνο να γελάσεις. Στην ερμηνεία του μπορείς να καταλάβεις την τραγικότητα ενός ήρωα που μέχρι την τελευταία στιγμή, δεν έχει επίγνωση και περιθώριο για να δώσει καμία άφεση.
Στο δρόμο της επιστροφής σκεφτόμουν ότι έτσι θα ήθελα να βλέπω τα έργα που δεν έχω ξαναδεί. Να ακούω αυτό που έχει γραφτεί από το συγγραφέα. Πιο πολύ όμως σκεφτόμουν πόσο ανόητος είναι ο Ηρακλής. Στο στομάχι μου κάθεται η ανοησία του από τους "Βατράχους", αυτό το τάχα "έξω καρδιά", από την Αλκηστη. Πρόκειται περί ενός ωραίου, δυνατού, που περιβάλλεται με το μύθο του, είναι ένας ήρωας τον οποίο όλοι θαυμάζουν. Μετρούν οι άθλοι και ποτέ οι νουθεσίες ή τα λόγια του. Μπορεί να είναι θεός αλλά είναι και απογοητευτικά θνητός. Και μέσα στη θνητότητά του, δεν παύει να είναι ένας κουτός άντρας. Ο Σοφοκλής μου το επιβεβαίωσε. Σιγά τον ήρωα.
*****
σχόλια