Θετικές εξελίξεις οι οποίες μειώνουν σημαντικά το κόστος χρηματοδότησης των ελληνικών τραπεζών, προκύπτουν από την επιτυχή ολοκλήρωση της πρώτης αξιολόγησης του ελληνικού προγράμματος, σύμφωνα με το διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος Γιάννη Στουρνάρα.
Ο κ. Στουρνάρας, μιλώντας απόψε, σε εκδήλωση των αποφοίτων του London Business School και του Stanford Club στην Αθήνα, υπογράμμισε ότι με την επιτυχή ολοκλήρωση της πρώτης αξιολόγησης, μία σειρά από οφέλη είναι πιθανόν να προκύψουν για το τραπεζικό σύστημα.
Καταρχήν, όπως ανέφερε, η επαναφορά της κατ΄εξαίρεση αποδοχής των ελληνικών ομολόγων από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (waiver) θα επιτρέψει ομόλογα του Ελληνικού Δημοσίου για άλλη μία φορά να γίνονται αποδεκτά ως εγγύηση στις πράξεις του Ευρωσυστήματος αναχρηματοδότησης. Επιπροσθέτως, οι ελληνικές τράπεζες αναμένεται να συμμετάσχουν στο νέο χρηματοδοτικό εργαλείο της ΕΚΤ για την παροχή μακροπρόθεσμης αναχρηματοδότησης (ΤLTRO). Οι εξελίξεις αυτές, όπως υπογράμμισε, θα μειώσουν σημαντικά το κόστος χρηματοδότησης για τις ελληνικές τράπεζες.
Παράλληλα, όπως συμπλήρωσε, εντός του τρέχοντος έτους, τα ελληνικά κρατικά ομόλογα θα μπορούσαν, επίσης, να καταστούν επιλέξιμα για το πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης (QE) που εφαρμόζει η ΕΚΤ. Εν κατακλείδι, ο κ. Στουρνάρας εκτίμησε ότι η πτώση των spreads για τα ομόλογα του ελληνικού Δημοσίου (διαφορά απόδοσης μεταξύ ελληνικών-γερμανικών ομολόγων) θα επηρεάσει θετικά το τραπεζικό σύστημα, καθώς το κόστος δανεισμού για το Δημόσιο προσδιορίζει σε σημαντικό βαθμό τα επιτόκια με τα οποία οι τράπεζες μπορούν να δανειστούν οι ίδιες και να δανείσουν εν συνεχεία την πελατεία τους.
«Ωστόσο, δεν υπάρχουν περιθώρια για εφησυχασμό. Το σύστημα εξακολουθεί να αντιμετωπίζει προκλήσεις, καθώς το μακροοικονομικό περιβάλλον παραμένει εύθραυστό, οι περιορισμοί στην κίνηση κεφαλαίων (capital controls) παραμένουν σε ισχύ και η αγορά χαρακτηρίζεται από μεγάλη αστάθεια» διευκρίνισε.
σχόλια