"O χαρακτήρας του έργου είναι μνημειακός, κι ας μην κλείνουμε τα μάτια στο προφανές: δεν είναι γραμμένο για το θέατρο. Αν και ένα εσωτερικό δράμα πλέκεται στις ερμητικές σελίδες του. Ομως ποιό στοιχείο τάχα;», γράφει στο πρόγραμμα του έργου ο ποιητής Νίκος Παναγιωτόπουλος.
Ο θεατής που δεν έχει διαβάσει ολόκληρο το Σύσσημον, ή δεν το έχει διαβάσει καθόλου, λοιπόν τι αποκομίζει από αυτή την παράσταση-άσκηση ή όπως αλλιώς θέλει να λέγεται στην Επίδαυρο; Θα αναζητήσει να βρει το ποίημα;
Αν ναι, αυτό είναι και το μόνο κέρδος.
Κατά τα άλλα, εμένα προσωπικά αυτή η σύνθεση των δημοτικών τραγουδιών που ακούστηκαν (τρία στη σειρά) και αναρωτιόμουν «πότε επιτέλους θα αρχίσει το Σύσσημον», τα αποσπάσματα από τον Οιδίποδα και το παραμύθι που ακούστηκε στην καρδιά της παράστασης Αρς Αρσινό από το Καστελλόριζο, με άφησαν εντελώς αδιάφορη.
Για άλλη μια φορά: είναι πολύ δύσκολο να κάνεις δραματουργία. Χίλιες φορές πιο δύσκολο από το να ανεβάσεις ένα έργο, ακόμα κι αν το πειράξεις μέχρις εξαντλήσεως. Ακόμα και το ιντεράκτιβ κομμάτι, στο οποίο ο αφηγητής του παραμυθιού ρωτά τον ποιητή "σε ποιά γλώσσα είναι αυτό το αρς αρσινό" και ο ποιητής από τη θέση του στην κερκίδα απαντά «σε μαγικά ελληνικά» , αυτή η οικειότητα, μόνο αμηχανία μου προκάλεσε.
Παρακολουθώ και εκτιμώ πολύ τη δουλειά του Κακκάλα, αλλά εδώ η άσκησή του πάνω στο έργο, δεν ακολουθούσε κανένα κανόνα. Παύσεις, συνδέσεις, οικονομία χρόνου, είχαν περισσότερο την δομή πρόβας, παρά παράστασης. Σαν να έβλεπα ένα πράγμα που δεν ήταν «μετρημένο». Αντιθέτως, οι ηθοποιοί του με συγκίνησαν. Η προσήλωσή τους, ο τρόπος με τον οποίο έλεγαν αυτό τα τόσο δύσκολα ποιήματα. Το ότι δε συλλάβιζαν και δεν έζησα αυτή τη σχολή του συλλαβισμού που πολύ με έχει ταλαιπωρήσει κυρίως στους μονολόγους. Δείχνει ήθος αυτό και μη-έπαρση.
Και για άλλη μια φορά θαύμασα την Ελενα Μαυρίδου, αυτή την ξεχωριστή ηθοποιό. Χρησιμοποιεί τη μάσκα σαν πρόσωπο, ειδικά αυτές τις τυφλές δύσκολες μάσκες που φορούσαν. Παρόλο που ο «Χώρος» είναι η μόνη ομάδα στην Ελλάδα που ξέρει να τις χρησιμοποιεί, εδώ υπήρχε ένα μπέρδεμα νεοπαγανιστικό με τις λύρες να μη σωπαίνουν ούτε στιγμή.
Θα ήθελα να κάνω μια παρατήρηση αισθητικού χαρακτήρα. Μπορεί στο πλαίσιο της «άσκησης-παράστασης», οι ηθοποιοί να φορούν πρόχειρα ρούχα. Ομως άλλα είναι τα πρόχειρα της ζωής και άλλα της σκηνής. Δηλαδή δεν είμαστε στο κατάστρωμα του πλοίου που πάει στα Κουφονήσια.Δεν είναι κοστούμια θεάτρου αυτά, γιατί στο θέατρο και ένα βρακί να φοράς είναι ένα μελετημένο βρακί.
Στο Σύσσημον δεν καταλάβαινα, κυρίως δεν ένοιωθα. Μάλλον ένοιωσα. Οτι δεν ήθελε να μας βάλει στον κόσμο του. Κι αυτό με άφησε λυπημένη, καθόλου θυμωμένη. Επίσης θα ήθελα να πω ότι μια τέτοια παράσταση , αυτή η δραματουργία δε πάει στην Επίδαυρο. Η Επίδαυρος είναι αν το θέλετε και έτσι ένα πιο μέινστριμ κομμάτι του φεστιβάλ, που και μόνο ως παράδοση και μέγεθος θα προσελκύσει πολύ και διαφορετικό κόσμο. Είναι η κεντρική ας πούμε σκηνή του. Αυτό δε σημαίνει ότι θα βλέπουμε θεάματα του περασμένου αιώνος.
Ακουσα και μερικά ελιτίστικα, ότι εδώ είναι όσοι πρέπει και το μόνο που θα πω είναι ότι πρέπει επιτέλους να κατέβουμε από τα δέντρα. Η τέχνη πρέπει να είναι το μέσο που θα προσελκύσει και αυτόν που δε ξέρει. Αλοίμονο. Ζούμε στον 21ο αιώνα.
Θα πει κάποιος «δεν αξίζει να παρουσιαστεί δηλαδή το Σύσσημον στην Επίδαυρο»; Θα απαντήσω με μια ερώτηση: Αξίζει να παρουσιαστεί έτσι το Σύσσημον και να εξαφανιστεί;
*****
σχόλια