Νέκρα. Κρύο και σκοτάδι. Στο τέρμα του μετρό Μ2 της Λωζάνης. Καθημερινή, γύρω στις 11 μ.μ. Περιμένω το λεωφορείο να με πετάξει 3 στάσεις παραπάνω, σπίτι μου.
Λιγοστοί άνθρωποι γύρω και απίστευτη ησυχία.
Φτάνει το βανάκι των 12 ατόμων, που αντικαθιστά το μεγάλο λεωφορείο μετά τις 10 κάθε βράδυ. Πρώτα μπαίνουν 3 πιτσιρικάδες γύρω στα 14 με τα πατίνια και τα skates τους και μαζί τους άλλος ένας με ένα mountain bike. Ο οδηγός πάει να τον σταματήσει αλλά δεν προλαβαίνει.
Και οι 4 είναι ελβετοπορτογάλοι, 2η γενιά, μιλάνε μεταξύ τους πορτογαλικά. Μετά από αυτούς μπαίνω εγώ και δυο τύποι, μάλλον Ελβετοί, γύρω στα 50. Κάθονται μπροστά, εγώ όρθιος στη μέση και οι πιτσιρικάδες πίσω, μαζί με τα πατίνια και το ποδήλατο.
Ο οδηγός φανερά ενοχλημένος λέει στον ποδηλάτη να κατέβει, διότι τα ποδήλατα απαγορεύονται στα μικρά βανάκια. Στα λεωφορεία επιτρέπονται αρκεί να πληρώσεις μισό εισιτήριο παραπάνω. Ο πιτσιρικάς αρνείται.
Ο οδηγός του απευθύνεται σε πληθυντικό ευγενείας, ο μικρός τους απαντάει σε ενικό αγενείας.
Ο οδηγός επιμένει, εμείς περιμένουμε αμέτοχοι, ο πιτσιρικάς του φωνάζει «άντε ξεκίνα ρε ηλίθιε» ή κάτι παρόμοιο – τα γαλλικά μου δεν είναι ακόμα πολύ καλά. Χειρόφρενο, σβήνει τη μηχανή, σηκώνει το ακουστικό, μιλάει στο κέντρο, κλείνει, γυρνάει στον πιτσιρικά: «έχω εντολή να μην ξεκινήσω με το ποδήλατό σου μέσα στο λεωφορείο», του λέει.
Εγώ κολόνα, κοιτάζω τον πιτσιρικά, έχει εκνευριστεί που έχει γίνει θέμα αλλά δεν υποχωρεί. Ένας από τους δύο πενηντάρηδες γυρνάει και του λέει ευγενικά ότι το ποδήλατο είναι για να το καβαλάς και να πηγαίνεις, όχι για να το βάζεις μέσα στο λεωφορείο, ειδικά αν είσαι νέος! Ο πιτσιρικάς τον αγνοεί. Γυρνάει σε εμένα, με ρωτάει ευγενικά «κύριε έχετε πρόβλημα με το ποδήλατό μου;». Κολλάω λίγο. Σκέφτομαι. Του λέω σπαστά κάτι που ελπίζω να ακούστηκε σαν «δεν έχω πρόβλημα αλλά οι κανόνες είναι κανόνες». Ψαρωμένος από την οργάνωση, ξεχνάω τις ρίζες μου;
Στην Ελλάδα θα την πέφταμε στον οδηγό, όχι; Θα λέγαμε άσε ρε το παιδί ρε να πάει σπίτι ρε κάνει κρύο είναι βράδυ δυο στάσεις ρε είναι τι άνθρωπος είσαι ρε.
Παύση. Σιωπή. Επιβιβάζεται άλλος ένας, συνομήλικός μου. Κοιτάζει απορημένος, καταλαβαίνει ότι κάτι παίζει, αλλά δεν μιλάει.
Το επόμενο λεωφορείο περνάει σε 30 λεπτά.
«Alors?» Λέει ο οδηγός. Ο νεαρός με το ποδήλατο του μιλάει με μεγάλη αγένεια. Του λέει να ξεκινήσει, ότι είναι κολλημένος, βλάκας και άλλα. Ο οδηγός ατάραχος. Αλλά φαίνεται ότι έχει αρχίσει να τον αγχώνει η καθυστέρηση!
Μετά από άλλα 2 λεπτά σιωπής όπου όλοι κοιταζόμαστε αμήχανα, γυρνάει στον πιτσιρικά και του λέει: «Νεαρέ, επειδή οι υπόλοιποι επιβάτες δεν φταίνε σε τίποτα, θα ξεκινήσω, αλλά είναι η τελευταία φορά που συμβαίνει κάτι τέτοιο». Οι πιτσιρικάδες ξεσπάνε σε γέλια και πανηγύρια.
Και τότε συμβαίνει το μεγαλειώδες. Οι δυο πενηντάρηδες σηκώνονται από τις θέσεις τους και λένε αυστηρά στον οδηγό ότι αν ξεκινήσει, θα τον αναφέρουνε στην υπηρεσία! Κατεβαίνουν και δηλώνουν ότι προτιμούν να περιμένουν στο κρύο άλλα 20 λεπτά παρά να περάσει το πείσμα του μικρού!
Κατεβαίνω μαζί τους. Αισθάνομαι ότι έχουν δίκιο. Το ίδιο και ο άλλος επιβάτης.
Περνάει το άλλο λεωφορείο. Επιβιβαζόμαστε. Δεν λέμε κουβέντα. Το άλλο βανάκι μένει πίσω. Σταματημένο. Δεν έμαθα τι έγινε. Υποψιάζομαι ότι μετά από λίγο θα ξεκίνησε.
Πήρε μάθημα ο μικρός; Μάλλον όχι. Αλλά για κάποιο λόγο μετά από αυτό, αισθανόμουν καλά. Πολύ καλά! Σχεδόν περήφανος!
Ανδρέας Καραλής
(σκέψεις;)
σχόλια