[Φωτογραφίες: Αλέξανδρος Ακρίβος]
Συνάντησα την ερμηνεύτρια Έλλη Πασπαλά ένα βράδυ αμέσως μετά την πρόβα με τους μουσικούς της. Αν και κουρασμένη, ήταν ευδιάθετη και λαλίστατη. Μιλήσαμε για πολλά θέματα με τη μερίδα του λέοντος να αναλογεί εύλογα στον Μάνο Χατζιδάκι. Μόνο σε φίλους τα είχα πει όλα αυτά, μου δήλωσε αμέσως μετά το τέλος της συνέντευξης για τη σχέση της με τον μεγάλο συνθέτη.
Αυτή, ένα γνήσιο παιδί του Μάνου, που ωστόσο στο ξεκίνημα της συνδέθηκε με τον Μίκη Θεοδωράκη. Δεν θα μπορούσε να μείνει εκτός και η Joni Mitchell, η Καναδέζα τραγουδοποιός που πριν λίγες μέρες συμπλήρωσε τα 70 της χρόνια και που ενέπνευσε την Πασπαλά για ότι ετοιμάζει αυτόν τον καιρό. Συγκεκριμένα, αφορμή για τη συνάντηση μας ήταν οι δύο παραστάσεις της με τίτλο Happy Birthday Joni, που θα πραγματοποιηθούν στο Gazarte στις 17 και στις 24 Νοεμβρίου. Μαζί της οι μόνιμοι συνεργάτες της: David Lynch στα πνευστά, Τάκης Φαραζής στο πιάνο, Γιώτης Κιουρτσόγλου στο μπάσο, Μιχάλης Καπηλίδης στα τύμπανα, αλλά και ένας νέος μουσικός, ο Γιώργος Λιμάκης, στις κιθάρες. «Πως αισθάνεστε που κάνετε πρεμιέρα την ημέρα του Πολυτεχνείου;» τη ρώτησα προτού ανοίξει το μαγνητοφωνάκι. «Πολύ όμορφα» μου απάντησε, «αφού η Mitchell υπήρξε δραστήρια ακτιβίστρια στους πιο δύσκολους καιρούς του 20ου αιώνα.» Και η συνέντευξη ξεκίνησε.
Αφορμή γι' αυτή μας τη συνάντηση είναι οι δύο επερχόμενες παραστάσεις σας στο Gazarte, αφιερωμένες στην Joni Mitchell. Την είχατε δει ποτέ live, αφού γεννηθήκατε και μεγαλώσατε στις ΗΠΑ;
Ναι, βέβαια. Ήμουν 17 ετών κι εκείνη είχε ήδη βγάλει τον δίσκο «Court and Spark», όπου έπαιζε με φουλ μπάντα και δεν εμφανιζόταν μόνο με την κιθάρα της. Την είδα σ' ένα τεράστιο θέατρο, το Radio City Music Hall, που παίρνει πάνω από 5.000 άτομα. Πρόκειται για ένα ιστορικό μνημείο της Νέας Υόρκης και το να βλέπω εκεί αυτήν τη γυναίκα που έλαμπε ισοδυναμούσε για μένα, ένα κορίτσι στη Γ' Λυκείου, με τη συναυλία της ζωής μου! Ήταν σε μία πάρα πολύ καλή φάση και την έβλεπα για πρώτη φορά.
Ένα κορίτσι 17 ετών είχε επίγνωση του μεγέθους της Joni Mitchell;
Την είχα ανακαλύψει μουσικά στα 14 μου. Τραγουδούσα μόνη μου τα κομμάτια της, ενώ πήγαινα στο Μουσικό Γυμνάσιο. Μυήθηκα σ' έναν χώρο τραγουδιού που διέθετε ευρηματική σύνθεση και τρομερή ποιητική διάθεση στον στίχο. Η ίδια ήταν αυτοδίδακτη και δεν ακολουθούσε κανένα κανόνα. Υπήρξε πάντα πρωτοπόρος και δεν ακολούθησε ποτέ τις συμβατικές φόρμες. Αυτή η γυναίκα είχε μια απίστευτη σοφία.
Η επαφή σας με την ελληνική μουσική τότε ποια ήταν;
Ήμουν ήδη πολύ μπασμένη στο ελληνικό τραγούδι, επειδή είχε έρθει ο Μίκης στη Νέα Υόρκη αμέσως μετά τη Μεταπολίτευση. Μαζί του ήταν ο Ντασέν και η Μελίνα για να γυρίσουν μια ταινία με πολύ χαμηλό μπάτζετ, όπου χρειάστηκαν παιδιά ως εθελοντές από το Πανεπιστήμιο της Νέας Υόρκης.
Επρόκειτο για τη Δοκιμή (Rehearsal), μια δραματοποιημένη αναπαράσταση των γεγονότων του Πολυτεχνείου. Εγώ ήμουν μαθήτρια και πήγα.
Μέχρι τότε τη γνωρίζατε τη μουσική του Μίκη;
Βέβαια. Υπήρχαν σπίτι μας δίσκοι, λίγοι βέβαια, και του Μίκη και του Μάνου. Ακούγαμε ακόμα τις περιβόητες εκπομπές στην «Ελληνική Ώρα» –μία ώρα κάθε Κυριακή– από έναν πολύ λόγιο παραγωγό, τον Άθα, ο οποίος πέθανε πολύ νωρίς. Η εκπομπή συνεχίστηκε και μετά τον θάνατό του, αλλά αυτά που παίζονταν ήταν του ελληνικού top 10. Ως μαθήτρια έκανα πιάνο, οπότε ήμουν η κλασική ρεπερτορίου. Ο ένας μου αδερφός άκουγε πολύ ροκ και ο άλλος πολύ τζαζ. Είχαμε μεγάλη ποικιλία ακουσμάτων, αλλά λόγω καταγωγής ακούγαμε και ωραία ελληνική μουσική, δημοτικά κ.λπ.
Πάτε, λοιπόν, στον Μίκη...
Πήγα ως εθελόντρια. Δεν είχα ρόλο, αλλά μπήκα στη χορωδία μεσ' στη μάζα των φοιτητών. Τρομερή εμπειρία στα 16 μου να συναντήσω αυτούς τους μύθους. Ο Μίκης είχε έρθει στην Αμερική επί χούντας, από το '73, τότε τον πρωτοσυνάντησα.
Τότε γνωρίσατε και τη Μαρία Φαραντούρη, μετέπειτα συνεργάτιδα σας;
Όχι, τη Μαρία τη γνώρισα αργότερα, το '78, όταν είχαν έρθει πάλι για συναυλίες και πήγα και τους βρήκα. Ήταν με τη Μυρτώ. Εγώ μόλις είχα βγάλει το δίπλωμα οδήγησης. Τους ρώτησα «πού θέλετε να σας πάω;» και μου απάντησαν όλοι με μια φωνή «στο Χάρλεμ!». Ο Μίκης καθόταν δίπλα μου σε μια καραβάνα μεταχειρισμένη του τότε φίλου μου και στο πίσω κάθισμα η Μυρτώ με τη Μαρία (γέλια).
Tρομερό δεν είναι, πάντως, που ενώ είχατε τέτοια γνωριμία με τον Μίκη, όταν ήρθατε στην Ελλάδα γίνατε τραγουδίστρια του Μάνου;
Νομίζω ότι δεν είναι τυχαίο που συνάντησα τελικά τον Χατζιδάκι και συνεργάστηκα μαζί του. Ήταν μοιραίο!
Αν και στις αρχές του '80 ο Θεοδωράκης κυκλοφόρησε πολύ λυρικούς κύκλους τραγουδιών...
Σωστά, αλλά μέχρι τότε ήταν αρκετά διαφορετικός. Και τραγούδαγα πάρα πολλά τραγούδια του Μίκη, ακόμα και επαναστατικά. Από τα 14 μου ήθελα κάτι να κάνω κατά της χούντας. Δεν ήταν το ίδιο με τον χιπισμό στην Αμερική, που τον πρόλαβα στο τέλος.
Τι θυμάστε απ' όλο αυτό το κλίμα;
Η αλήθεια είναι ότι δεν με άγγιξε πολύ, επειδή δεν μπορούσα να βλέπω ανθρώπους να τους καταπίνει όλη αυτή η κατάχρηση με τα ναρκωτικά. Με τρόμαξε λίγο. Η Joni Mitchell έλεγε κάτι καταπληκτικό σ' έναν στίχο της «Everybody's saying that hell' s the hippest way to go / Well, I don't think so, but I 'm gonna take a look around it», δηλαδή: «Όλοι λένε γύρω-γύρω ότι η Κόλαση είναι και γαμώ, πάντως εγώ δεν το πιστεύω, αλλά λέω να ρίξω μια ματιά!».
Πότε επιστρέφετε στην Ελλάδα;
Δεν υπήρξε στην ουσία επιστροφή, αφού δεν είχα έρθει ποτέ στην Ελλάδα. Μιλάμε για το 1982.
Τότε που έγινε η «Πορνογραφία». Τον Χατζιδάκι δεν τον είχατε γνωρίσει...
Όχι, ποτέ, ποτέ. Τραγουδούσα πολλά τραγούδια του Χατζιδάκι από το '80 που τραγουδούσα επαγγελματικά στην Αμερική. Τα αγαπούσα και μου ταιριάζανε τα τραγούδια του. Υπήρξε μια μπουάτ στην Αστόρια που έμεινε στην ιστορία. Λεγόταν «Μικρόκοσμος» κι εμείς ήμασταν οι εναλλακτικοί. Πέραν του Μίκη, παντού παίζονταν σκυλάδικα εκεί. Ο Μάνος, απ' όσο γνώριζα, ενώ έμενε στην Αμερική, δεν είχε δώσει συναυλίες εκεί. Ήξερα πού έμενε και πάντα με συγκινούσε το ότι κατοικούσε στους 57 Δρόμους, απέναντι απ' το Κάρνεγκι Χολ και λίγο παρακάτω απ' το εργοστάσιο των πιάνων της Στάνγουεϊ. Δηλαδή, ενώ ήμουν πολύ μικρή τότε, υπήρχαν μόνο τρία σημεία στον ίδιο δρόμο για μένα, το Κάρνεγκι Χολ, το εργοστάσιο της Στάνγουεϊ και το σπίτι του Μάνου Χατζιδάκι (γέλια). Στον «Μικρόκοσμο», λοιπόν, τραγουδούσα Θεοδωράκη, Χατζιδάκι, Σαββόπουλο και λίγο Ξαρχάκο. Βάλαμε και λίγα ρεμπέτικα στο πρόγραμμα με τον συνεργάτη μου, τον Γρηγόρη Μανινάκη.
Ο Γρηγόρης Μανινάκης τι κάνει τώρα;
Τραγουδάει στη Νέα Υόρκη ακόμα – είναι και εξαιρετικός ψάλτης. Έχουμε χαθεί πια.
Χαίρονταν οι γονείς σας που ασχολιόσασταν με το τραγούδι;
Στην αρχή δεν τους άρεσε καθόλου, νόμιζαν ότι θα γινόμουν δασκάλα του πιάνου. Δεν το συζητούσα ποτέ και κάποιοι λίγο πιο προοδευτικοί συγγενείς με ενθάρρυναν. Μου λέγανε «θα σε δούμε κάποια μέρα στη σκηνή να παίζεις πιάνο», αλλά εγώ ανακάλυψα από τα 12 ότι είχα φωνή κι ένιωθα πληρότητα με το τραγούδι.
Τους έχετε τους γονείς σας σήμερα;
Έχουν φύγει και οι δύο... Μετά τους άρεσε που ήρθα εδώ. Είχαν παραστεί, μάλιστα, στην πρώτη μου συναυλία με τη Μαρία Φαραντούρη υπό τη διεύθυνση του Μάνου. Το '83 πρέπει να ήταν. Θα τραγουδούσα για πρώτη φορά με τη Μαρία κι ήταν τεράστια η συγκίνηση. Η Μαρία ήταν σύμβολο για μένα. Τραγουδήσαμε ντουέτο το «Cundu Luna Vini» και το «Κουρασμένο Παλικάρι».
Για την «Πορνογραφία», ποιος ρόλος σας είχε ανατεθεί αρχικώς;
Πέρασα από οντισιόν και ο Μάνος με ήθελε για τις «Τρεις Ρόζες». Ο Τάσος Καρακατσάνης μου 'χε πει να ετοιμάσω τη «Ρόζα Λούξεμπουργκ», ο Μάνος όμως μου 'πε «Θα τγαγουδήσεις τη "Γόζα Εσκενάζυ"» (γέλια).
Αυτό έγινε Τρίτη, εγώ ήτανε να βρεθώ με τον Μάνο την επομένη, στο στούντιο Polysound στου Σκαραμαγκά. Το ραντεβού ήταν στις δύο, αλλά ο Μάνος εμφανίστηκε στις έξι! Δεν ήξερα ότι το 'χε σύστημα αυτό και ως αμερικανοτραφής έλεγα: «Δεν γίνεται αυτό, δεν μπορεί να γίνεται». Περίμενα ωστόσο. Δεν θυμάμαι να είχα τσαντιστεί, αλλά ήμουν τρομερά αγχωμένη. Κάτι του άρεσε όμως και αμέσως μετά την ηχογράφηση με ζήτησε για τις «Μπαλάντες της οδού Αθηνάς». Μου λέει «την άλλη Πέμπτη». Την άλλη Πέμπτη, όντως, πήγα στο στούντιο στον Περισσό και δεν βρήκα κανέναν. Προφανώς είχε ακυρώσει την ηχογράφηση ο Μάνος, αλλά επειδή ήμουν η πιο νέα στο καστ κανείς δεν σκέφτηκε να με ειδοποιήσει. Τελικά, για να σας δώσω να καταλάβετε, οι ηχογραφήσεις ξεκινούσαν μετά από ένα εξάμηνο.
Πιστέψατε ότι μπορεί και να μη γίνουν οι «Μπαλάντες της οδού Αθηνάς»; Μου 'λεγε ο Ηλίας ο Λιούγκος πως έμαθε από τις εφημερίδες τυχαία ότι θα τραγουδήσει στα «Παράλογα» το 1976.
Α, καλά, κι εγώ είχα διαβάσει δηλώσεις του και μου κόπηκαν τα πόδια, ότι θα τραγουδούσα σε έργο του μαζί με τη Φλέρυ Νταντωνάκη. Θυμάμαι τότε έμενα στα Άνω Ιλίσια, δεν είχα τηλέφωνο κι έτρεξα κατευθείαν στο περίπτερο και του τηλεφώνησα. Λέω «θα κάνουμε κάτι με τη Φλέρυ;», «ναι, ναι», μου απάντησε, αλλά ποτέ δεν έγινε τίποτα. Ο Μάνος σχεδίαζε διάφορα, έκανε πλάνα. Κι αυτά τα χαρτιά του με τον εξαιρετικό γραφικό χαρακτήρα του ήταν μοναδικά. Σκεφτόταν, σημείωνε – από αυτά απειροελάχιστα γίνονταν. Πάντως, πάντα υπήρχαν προοπτικές με τον Χατζιδάκι.
Μετά την «Πορνογραφία», λοιπόν, ακολούθησαν οι «Μπαλάντες της οδού Αθηνάς».
Η «Πορνογραφία» βγήκε τα Χριστούγεννα του '82 κι αμέσως μετά υποτίθεται ότι θα μπαίναμε για τις «Μπαλάντες». Προηγήθηκε όμως η πρώτη μας συναυλία στο Σέιχ Σου, το Θέατρο Δάσους της Θεσσαλονίκης, όπου θα παρουσίαζε τις «Μπαλάντες» και την «Πορνογραφία» σε ενιαίο πρόγραμμα.
Εγώ τραγουδάω ένα πολύ δύσκολο κομμάτι, τα «Δυο παιδιά μεσ' στη βροχή», κι είναι η πρώτη φορά που τραγουδάω υπό τη διεύθυνσή του, έχοντας κάνει μόνο δύο πρόβες. Η συναυλία, υποτίθεται, θα ξεκινούσε στις 9:30, αλλά στις 9:30 τέλειωσε το sound check και ο Μάνος φεύγει για να πάει να ντυθεί στο ξενοδοχείο του (γέλια). Γυρνάει κάπου στις 10:30 και ο κόσμος ωρυόταν. Οι μουσικοί είχαν φρικάρει τελείως! Αυτή, εν τω μεταξύ, ήταν η πρώτη μου επαφή με τον Χατζιδάκι και δεν ήξερα τι να πω, τι να κάνω, δεν το 'χα ξανασυναντήσει τέτοιο πράγμα! Έρχεται ο Μάνος σαν να μη συμβαίνει τίποτα, ανεβαίνει πάνω. Είχε έναν απίστευτο τρόπο να ηρεμεί τα πνεύματα, αλλά άμα θύμωνε, ήταν για να κρυβόσουν. Ανεβαίνουμε, λοιπόν, στη σκηνή, αλλά πλησιάζει ένας κι αρχίζει να του ζητάει τον λόγο γιατί άργησε. «Να πας στο διάολο» του απαντάει έξαλλος ο Μάνος. (τρανταχτά γέλια) Σημειωτέον, η συναυλία έγινε κι ήταν καταπληκτική!
Τότε ήταν που είπατε ότι είστε η φωνή αυτού του συνθέτη;
Ομολογώ ότι αυτό δεν τόλμησα να το πω ποτέ. Αισθάνθηκα ότι ο Θεός με είχε ευλογήσει για να βρεθώ στο περιβάλλον αυτού του ανθρώπου σε μια περίοδο πολύ δημιουργική της ζωής του.
Ανήκατε ποτέ στον λεγόμενο «κύκλο» του Χατζιδάκι;
Δεν υπήρξα ποτέ η κολλητή του, ήμουν αυτό που λένε «παιδί» του Χατζιδάκι, αλλά καταλάβαινα ότι αυτό τον άνθρωπο έπρεπε να τον ακούω. Τι να λέμε τώρα; Συζητούσα μαζί του τα πιο απλά, αλλά καμιά φορά κάναμε και πολύ ριζοσπαστικές κουβέντες. Ακόμη κι εκεί, όμως, ένιωθα ότι ο Χατζιδάκις μου έβγαλε τις παρωπίδες ή, μάλλον, είδα μέσω αυτού ότι φόραγα παρωπίδες. Πίστευα ότι ήμουν πολύ ανοιχτό μυαλό, μέχρι που βρήκα τον άνθρωπο που με προκαλούσε. Και ο ίδιος απεχθανόταν να βρίσκεται στη θέση του μέντορα. Εγώ τον έβλεπα όμως ως δάσκαλο, μέντορα και φάρο.
Στην Joni Mitchell αναφερόσασταν ποτέ;
Ήξερε την Janis Ian και μου 'χε κάνει τρομερή εντύπωση, αν σκεφτείς ότι εγώ πήγαινα σε ένα συγκεκριμένο Μουσικό Γυμνάσιο επειδή εκεί είχε πάει κι αυτή! Την Joni Mitchell δεν την πολυήξερε, επειδή δεν είχε πιθανώς τον λυρισμό της μουσικής της Melanie που του άρεσε! Γνώρισε όμως προσωπικά και πολύ καλά την Grace Slick των Jefferson Airplane! «Φίλη μου αυτή, φίλη μου» τον θυμάμαι να μου λέει!
Είχατε και τις εντάσεις σας, παρ' όλα αυτά.
Φυσικά και τις είχαμε.
Ακολούθησε και η συμμετοχή σας στο soundtrack του Μεμέτ, Γεράκι μου του Πίτερ Ουστίνοφ.
Η ταινία αυτή δεν είχε κάνει τίποτα, τη νοίκιασα αρκετά χρόνια αργότερα και την είδα σε βιντεοκασέτα στο Λονδίνο όπου βρισκόμουν με τον Στάμο Σέμση. Μάλιστα, ο Μάνος, επειδή βαριόταν να γράψει ολόκληρη τη μουσική, είχε αναθέσει κάποια κομμάτια και στον Κυπουργό. Το σουρεαλιστικό είναι ότι όταν πήγα και τραγούδησα τον αμανέ, διότι το τραγούδι σε στίχους του Γκάτσου γράφτηκε αργότερα, μου τηλεφωνεί την επομένη ο λογιστής της Lyra και μου λέει: «Κυρία Πασπαλά, δεν υπάρχει μπάτζετ για τραγουδιστή. Παίζετε κάποιο όργανο;», «Παίζω πιάνο» του λέω. «Όχι, πιανίστα έχουμε, τον Καρακατσάνη στον δίσκο. Κιθάρα παίζετε;». «Όχι» απαντάω. «Καλά, τότε εγώ θα σας βάλω ότι παίξατε τρομπέτα»! Κι έτσι, για τη συμμετοχή μου στο Memed, my Hawk δεν πληρώθηκα ως τραγουδίστρια αλλά ως τρομπετίστα (γέλια).
Πραγματικά αστεία ιστορία. Μετά γίνεται η «Ρωμαϊκή Αγορά». Μου έλεγε πρόσφατα ένας φίλος, φαν σας, ότι την αρτιότερη ερμηνεία σας στο «Κουρασμένο Παλικάρι» δεν τη δώσατε εκεί αλλά ζωντανά, στη συναυλία στο Καλλιμάρμαρο. Τη θυμάστε, αλήθεια, τη συναυλία αυτή;
Πάρα πολύ καλά! Ήταν η εποχή που η «Αυριανή» είχε στήσει μία χυδαιότατη επίθεση εναντίον του. Αυτό που ήταν εντυπωσιακό με τον Χατζιδάκι ήταν το πώς αντιμετώπιζε τη χυδαιότητα. Δεν έπεφτε ποτέ στο επίπεδό τους κι εκείνοι αυτό περίμεναν, να χάσει την ψυχραιμία του.
Ξέρατε από πριν ότι σ' ένα τέτοιο τεράστιο βήμα ο Χατζιδάκις θα κατήγγελλε την «Αυριανή»;
Όχι, καθόλου. Ήταν κι η Μούσχουρη με τον Ξαρχάκο εκεί. Ήταν καταπληκτική ατμόσφαιρα, τραγουδούσαμε μπροστά σε 77.000 ανθρώπους. Κάποτε παίξαμε με τον Μάνο στην Καρδίτσα σε έναν κινηματογράφο, που δεν το είχαν διαφημίσει καθόλου, κι είχαμε 30 άτομα.
Κι έγινε η συναυλία;
Βεβαίως και έγινε. Αυτό ήταν για μένα μεγάλο σχολείο. Κάποιες φορές, ας πούμε, που είχαμε την επέτειο του Πολυτεχνείου κι έρχονταν 7 άτομα σε δική μου παράσταση, εγώ τραγουδούσα. Θυμάμαι, λοιπόν, τον Χατζιδάκι να δημιουργεί κατάνυξη μεταξύ τόσων χιλιάδων ανθρώπων. Στο ξέσπασμά του θαύμασα την αντίδραση ενός ανθρώπου απέναντι στη χυδαιότητα, τη φρίκη και την έλλειψη πολιτισμού.
Πάμε και στη «Λαϊκή Αγορά» με τον Νταλάρα.
Απλώς βρεθήκαμε στο στούντιο. Μετά τον έζησα περισσότερο τον Γιώργο, όταν ήρθε στον Σείριο, στο ZOOM.
Εκεί είχατε εκπληκτικό ρεπερτόριο. Δεν επρόκειτο να βγει στον Σείριο κι ο δίσκος με τα κινηματογραφικά σας;
Η «Λάμψη του Φεγγαριού» βγήκε το 1988 από την ετικέτα ΑΚΤΗ της Sony. Εκεί είχαμε μια ρήξη με τον Χατζιδάκι.
Πώς ήταν να έχεις ρήξη με τον Χατζιδάκι;
Δεν ήταν εύκολο, καθόλου, αλλά εκεί που υπάρχει πολλή αγάπη, υπάρχει και πολλή ένταση.
Κλάψατε τότε; Δεν ήταν εύκολο, όπως λέτε.
Ναι, έκλαψα, αλλά παράλληλα δυνάμωσα. Τον Χατζιδάκι πάντα τον λάτρευα, αλλά κατάλαβα ότι εκείνη τη δεδομένη στιγμή δεν γινόταν διαφορετικά. Έκτοτε δεν είχαμε καμία επαφή.
Μέχρι τον θάνατό του;
Ναι... Εγώ τον είχα δει σε μια συναυλία του με τη Μούσχουρη στο Ηρώδειο, του έδωσα τα συγχαρητήριά μου. Ήταν ευγενέστατος, αλλά σε απόσταση. Δεν τον παρεξήγησα ποτέ. Εκείνη την εποχή με έπαιρναν δημοσιογράφοι και θυμάμαι κάποιον να μου λέει: «Πες μου τώρα, Έλλη, τι έγινε». Δεν ήθελα να μιλήσω, ήταν εποχή «Αυριανής» και ψάχνανε εναγωνίως να βγει κάποιος να μιλήσει εναντίον του. Τον λάτρευα εγώ τον Μάνο. Είχαμε μια προσωπική διένεξη κι αυτό ήταν τελείως μεταξύ μας, δεν ανήκε σε κανέναν άλλον.
Πόσο προσωπική, όμως, μπορεί να είναι μια διένεξη με αφορμή έναν δίσκο που έγινε σε διαφορετική εταιρεία;
Δεν είναι τόσο απλό το θέμα. Ήταν πολύ πιο πολύπλοκο και προσωπικό...
Σας συγκλόνισε ο θάνατός του;
Τελείως, ήμουν διαλυμένη. Πήγα στην κηδεία του και ο γιος του, ο Γιώργος, όπως και η Τίτα, η γυναίκα του Γιώργου, με αντιμετώπισαν με απίστευτη ευγένεια και τρυφερότητα. Τους ευγνωμονώ και τους δύο γι' αυτό.
Τι θυμάστε από τη Φλέρυ Νταντωνάκη;
Με τη Φλέρυ συνέβαινε το εξής κατά τα χρόνια μου στην Αμερική: όταν πήγαινα κάπου, μόλις είχε φύγει εκείνη. Συνέχεια άκουγα: «Έχασες τη Φλέρυ Νταντωνάκη που τραγουδούσε θεϊκά». Το ίδιο και στα γυρίσματα από την ταινία του Ντασέν, που έλεγα πριν, το ίδιο και στην μπουάτ «Μικρόκοσμος». Πήγα ένα βράδυ και μου είπαν: «Έχασες τη Φλέρυ! Συγκλονιστική!». Την άκουσα και τη γνώρισα για πρώτη φορά σε εκείνη τη φοβερή συναυλία με τη Γαλάνη στη «Ρωμαϊκή Αγορά». Τότε κατάλαβα γιατί την ακολουθούσε εκείνος ο μύθος. Φυσικά, από τις ηχογραφήσεις της ξεκίνησε ο μύθος, αλλά οι εμφανίσεις της ήταν κάτι το συγκλονιστικό! Τη συνάντησα μετά στο στούντιο, όταν έγραφε ο Ηλίας Λιούγκος το «Νανούρισμα», αυτό το τραγούδι-αριστούργημα που τραγούδησε η Φλέρυ. Και λίγο μετά δώσαμε με τον Μάνο μία συναυλία στο κολέγιο Deree, μια μέρα πριν από την αναχώρησή μου για Αμερική. Μετά από μας βγήκε η Φλέρυ! Όποτε μάθαινα ότι τραγουδούσε η Φλέρυ, πήγαινα και την άκουγα. Μόνο στον Πύργο των Αθηνών δεν είχα πάει, γιατί μου φαινόταν ότι την εκμεταλλεύονταν.
Μέσα σε όλα αυτά εσείς είστε «παιδί» του Χατζιδάκι'. Με τον Μίκη, αλήθεια, κρατήσατε επαφές;
(γέλια) Πριν συναντήσω τον Μάνο για την «Πορνογραφία» ήταν Νοέμβρης του 1982 κι είχα αποφασίσει να γυρίσω στην Αμερική. Πριν φύγω, όμως, τηλεφώνησα του Μίκη και κλείσαμε ένα ραντεβού. Όταν όμως κλείστηκε το στούντιο με τον Χατζιδάκι, έτυχε να 'ναι την ίδια μέρα που θα πήγαινα να δω τον Μίκη. Του τηλεφωνώ και του λέω: «Μίκη, δεν θα μπορέσω να 'ρθω...».
Του μιλούσατε στον ενικό;
Ναι.
Έλα ντε, εδώ τον είχατε πάει βόλτα με το αυτοκίνητο στο Χάρλεμ.
Ναι, ενώ του Μάνο πάντα στον πληθυντικό του μιλούσα. Του λέω, λοιπόν, του Μίκη: «Δεν μπορώ, έχω ηχογράφηση». «Α», μου απαντάει, «τι, με ποιον;». Λέω «με τον Χατζιδάκι...». Τελείωσε εκεί η κουβέντα... «Καλά», λέει, «εντάξει»... Αργότερα ξαναβρεθήκαμε με τον Μίκη σε κοινές συναυλίες του με τον Μάνο. Κι όταν έμεινε έγκυος η Φαραντούρη, την αντικατέστησα εγώ σε μια περιοδεία του Μίκη στη Γερμανία. Μάλιστα, ο ίδιος ο Μάνος με είχε στείλει!
Ποιος ήταν ο πρώτος συνθέτης που συνεργαστήκατε μετά τον Χατζιδάκι;
Ο Στάμος ο Σέμσης. Είχα πει ένα τραγούδι σε δίσκο του, το οποίο μπήκε στο «Νησί των Λωτοφάγων» – πρωτοποριακός για την εποχή δίσκος.
Ακολούθησαν πολλές δουλειές μετά. Μου άρεσε και το «Τρεις Μέρες» του Κώστα Χαριτάτου που τραγουδήσατε.
Αυτό το τραγούδι είχε εξαιρετική πορεία. Μου το ζητάει ακόμα και σήμερα ο κόσμος.
Με τη Λένα Πλάτωνος πώς και δεν συνεργαστήκατε δισκογραφικά;
Με τη Λένα είχαμε συνεργαστεί στον Σείριο σε ένα πρόγραμμα πιάνο-φωνή και είχα συμμετάσχει στη μεγάλη συναυλία της στον Λυκαβηττό. Δουλέψαμε πάρα πολύ, γιατί η Λένα σου μαθαίνει ακόμη και πού θα μπει το κόμμα στη φωνή.
Είναι πολύ ιδιαίτερη δημιουργός. Κάναμε, μάλιστα, και κάποιες υπέροχες διασκευές σε λιντ του Σούμπερτ, όμως η Λένα τότε ήθελε να κάνει πράγματα με λαϊκή τραγουδίστρια (γέλια). Ήθελε να γράψει για τη φωνή της Στανίση, αγαπούσε πολύ τη φωνή της. Εγώ πάλι είχα μια σχέση με τη Λένα και την άκουγα, όπως και με τον Χατζιδάκι. Τι να έλεγα; Θα 'χει ενδιαφέρον, αν το κάνει. Την αντιμετώπιζα με το στυλ «αγάπα τους φίλους σου με τα ελαττώματά τους».
Αυτό πάλι με τον Σείριο ήταν κάτι φοβερό. Περάσατε οι πάντες. Από τα παιδιά του Μάνου μέχρι οι πιο νέοι.
Όντως, από τον Παπάζογλου και τον Καρακότα μέχρι την Αφροδίτη Μάνου και τη Μελίνα Τανάγρη. Γιατί, με τον Νταλάρα και την Αλεξίου που ήταν σκοτωμένος ο Μάνος και τους έφερε και τους δύο; (γέλια) Και τον Κραουνάκη είχε καλέσει, αλλά ο Σταμάτης ήταν ο μόνος που δεν πήγε. Θα είχε τους λόγους του και καλύτερα να ρωτήσετε τον ίδιο.
Αυτό που ήθελε να επιβάλει ο Μάνος ήταν η δική του αισθητική περί τραγουδιού. Παίξαμε ακόμα η Νένα με τον Καρακατσάνη τον «Επιτάφιο» κι εγώ την ίδια εποχή τον «Ματωμένο Γάμο». Δεν έχω καθόλου υλικό από εκείνη την περίοδο. Βλακεία μου, βέβαια, αλλά κάτι μ' ενοχλούσε.
Ίσως το εμπόριο αναμνήσεων που έλεγε ο Χατζιδάκις.
Δεν ξέρω, αλλά πρόσφατα ανακάλυψα μερικές φωτογραφίες μου με τον Μάνο και μία πολύ όμορφη δική του, που του είχα τραβήξει εγώ.
Έχετε συνεργαστεί, τελικά, με πάρα πολλούς συνθέτες.
Με τον Κουρουπό, τον Ξυδάκη, τον Κυπουργό, τον Πορτοκάλογλου, τον Κραουνάκη, τον Μαυρουδή, τη Ρεμπούτσικα και τον Καλαντζόπουλο, με τους Κατσιμιχαίους και με τους Apurimac. Με νεότερους, επίσης, σαν τον Σουσάμογλου και τον Καγιαλίκο, καθώς και άλλους, που μάλλον ξεχνάω αυτή τη στιγμή.
Ναι, με τους Κατσιμιχαίους ανακάλυψα κι ένα ντοκουμέντο στο YouTube.
Περάσαμε πολύ ωραία με τα παιδιά. Κάναμε παρέα, μετά χαθήκαμε. Είχαμε παίξει και στο Μετρό, συμμετείχα και στον «Απρίλη Ψεύτη» τους. Συμβαίνουν αυτά να χάνεσαι με τους ανθρώπους.
Αγαπάτε και το λαϊκό τραγούδι, αλλά το φιλτράρετε.
Σωστά! Τραγούδησα και τα «Λιμάνια» του Τσιτσάνη και άλλα λαϊκά που τα λατρεύω, αλλά μ' έναν άλλο τρόπο. Αλλιώς, τι νόημα θα 'χε να βγω και να τα τραγουδήσω όπως ήταν; Υπάρχουν κάποιοι που αυτό το λατρεύουν και άλλοι που το αντιπαθούν, προτιμούν δηλαδή μια πιο ορθόδοξη φωνή.
Αυτό συνέβαινε ανέκαθεν.
Και γι' αυτό δεν μου αρέσει όταν με αποκαλούν τζαζ τραγουδίστρια. Δεν είμαι μουσικός της τζαζ, δεν έχω τη λογική και το φραζάρισμά της.
Ίσως οφείλεται στο ότι είστε η Ελληνίδα τραγουδίστρια με τα πιο σωστά αγγλικά.
Μπορεί, αλλά και πάλι δεν γνωρίζουν. Δεν είναι σωστό, επειδή κάποιος τραγουδά καλά στα αγγλικά, να τον αποκαλείς τζαζ, παρακάμπτοντας τους πραγματικά τζαζίστες μουσικούς του. Καμιά φορά ντρέπομαι, γιατί υπάρχουν μουσικοί της τζαζ που θα τα ακούνε αυτά και θα λένε μετά ότι φταίω εγώ.
Δημοσιογραφικές ταμπέλες...
Όχι, μιλάω για το κοινό. Έρχονται και μου λένε: «Αχ, αυτά τα τζαζ που λες». Μα, ποια τζαζ; Αναρωτιέμαι...
Πώς βλέπετε την αγγλόφωνη σκηνή; Συνεργαστήκατε και με τους Raining Pleasure.
Είχα τρελαθεί. Έλεγα από πού έσκασαν αυτοί τώρα; Πιστεύω πως θα μπορούσαν να σταθούν άνετα στο εξωτερικό, μέσα στη βρετανική πoπ σκηνή, ας πούμε. Δεν ξέρω αν το επιδίωξαν ή όχι, αν τους απορρόφησε η εδώ πραγματικότητα. Ήμουν τόσο ευτυχισμένη όταν τραγούδησα μαζί τους στα «Reflections» του Χατζιδάκι. Κάναμε συναυλίες, όχι πολλές, αλλά είχα περάσει καταπληκτικά μαζί τους. Εξαιρετικοί μουσικοί και σπουδαίος τραγουδιστής ο Vassilikos. Μάλλον οι δρόμοι τους χώρισαν, όπως συμβαίνει σε αγγλόφωνα συγκροτήματα, και έξω από την Αθήνα μάλιστα. Με τον David Lynch πήγαμε στη Γερμανία τότε για να παίξουμε στον δίσκο τους με τα «Reflections». Ήταν και το τελευταίο μας οικογενειακό ταξίδι...
Πάντα ήθελα να σας ρωτήσω πώς έσμιξαν οι δρόμοι σας με τον David Lynch. Τον θυμάμαι στο οπισθόφυλλο του «Zorba the Freak» του Σιδηρόπουλου, την ίδια στιγμή που εσείς κάνατε κάτι εντελώς διαφορετικό...
Πράγματι, ο David δεν γνώρισε ποτέ τον Χατζιδάκι. Το 1984 έκανα μουσική διδασκαλία στο Εθνικό Θέατρο για τον Καλό άνθρωπο του Σετσουάν. Μπρεχτ. Σκηνοθετούσε ο Ρεμούνδος, πρωταγωνιστούσε η Νίκη Τριανταφυλλίδη και θα έπαιζαν ζωντανά οι πρώιμοι Iskra, ο Τάκης Μπαρμπέρης, ο Γιώργος Φακανάς και ο David. Τότε απλώς γνωριστήκαμε, υπήρξε μια μεγάλη απόσταση, μέχρι αντιπάθεια, αφού αδιαφορούσε και με αντιμετώπιζε μπλαζέ. Είπα κι εγώ «στα παλιά μου τα παπούτσια», αλλά μετά, όταν ηχογράφησα τη «Λάμψη του Φεγγαριού», τον ήθελα να παίξει στο «Lonely at the top».
Ε, θα σας άρεσε κιόλας για να τον καλέσετε.
Όχι, ήθελα το χρώμα του, ξέρω πολύ καλά τι θέλω και για ποιον λόγο. Τον κάλεσα, λοιπόν, και δε μπορούσε. Μετά όμως, όταν ξεκίνησα δικές μου συναυλίες, ήρθε και πρωτοσυνεργαστήκαμε. Δεν υπήρξε όμως ούτε και τότε χημεία μεταξύ μας. Τον εκτιμούσα κι ακόμα τον εκτιμώ ως μουσικό, αλλά μέχρι εκεί. Η σχέση μας προέκυψε πολύ αργότερα, το 1992. Το ακριβώς αντίθετο από τον κεραυνοβόλο έρωτα και γι' αυτό νομίζω ότι κράτησε όσο κράτησε (γέλια).
Πώς ήταν η μητρότητα στη ζωή σας;
Υπέροχη. Πολλή κούραση αλλά και ένα αίσθημα ότι είμαι λίγη ως μητέρα, ενώ είμαι κοντά στον Τόμι. Δεν θελήσαμε με τον David να μας το μεγαλώσει κάποιος άλλος το παιδί. Ο Τόμι έχει ταξιδέψει από ημερών μωρό μαζί μας κι αυτό φέρνει τρομερή κούραση.
Φιλόδοξη υπήρξατε ποτέ;
Έχω πια συμφιλιωθεί με το ν' αγαπάω αυτό που κάνω. Δεν είμαι φιλόδοξη, δεν ήθελα να κατακτήσω τον κόσμο, ούτε ήθελα ποτέ να βλέπω τη φάτσα μου στο εξώφυλλο. Και όποτε πήγε να μου συμβεί, κράτησε λίγο, αφού το διακωμωδούσα.
Αυτοσαρκάζεστε δηλαδή.
Ναι, πολύ. Θεωρώ γελοίο το να βλέπω τον εαυτό μου. Τότε που κάναμε το «Νησί των Λωτοφάγων» με έπεισαν διάφοροι, που ήθελαν βέβαια το καλό μου, να τοποθετηθούν γιγαντοαφίσες με τη φάτσα μου, κατόπιν μιας χορηγίας (γέλια). Λάθος μεγάλο, απόλυτη βλακεία, αλλά κι εγώ δεν ήξερα πώς λειτουργεί το μάρκετινγκ. Εγώ δεν το 'χα ποτέ αυτό με το μάρκετινγκ. Ας πούμε, η Loreena McKennitt ξέρει πολύ καλά πώς να προμοτάρει τον εαυτό της. Έμενα στο Χαλάνδρι τότε, δύο δρόμους από την Κηφισίας, και παθαίνω σοκ βλέποντας τη μούρη μου σε γιγαντοαφίσες. Ο κόσμος θα μπερδεύτηκε, φαντάζομαι. Πώς να το πήρε αυτό;
Φαντάζεστε να πέρναγε ο Μάνος και να την έβλεπε την αφίσα αυτή;
Θα την είδε. Ζούσε τότε. Σίγουρα θα έλεγε πόσο φιλόδοξη είμαι κ.λπ. (γέλια)
Η κρίση, πέρα από το οικονομικό, σας άγγιξε και ψυχολογικά;
Με άγγιξε ποικιλοτρόπως η κρίση. Πρώτα απ' όλα οικονομικά, κατόπιν ψυχολογικά. Έχω θυμώσει, έχω λυπηθεί, έχω προβληματιστεί. Σκέφτομαι το παιδί μου και τον εαυτό μου, αλλά θα σου πω κάτι περίεργο: με έφερε πίσω σε μία κατάσταση, αναλόγως από πού την κοιτάζω. Εννοώ ότι ξαφνικά βρίσκομαι στην ηλικία αυτή σε μία κατάσταση που με γυρνάει στην αρχή. Πραγματικά δεν ξέρω από πού θα καλύψω τα έξοδα μου. Δεν ξέρω αν θα μπορέσω να πληρώσω αυτούς τους δυσβάσταχτους φόρους. Δεν καλύπτονται τα έξοδα, όσα και να βάζεις στην άκρη. Δεν ζούσα ποτέ στη χλιδή, αλλά το να νιώθω ότι δεν μπορώ να πάω ένα ταξίδι μια φορά τον χρόνο με τον γιο μου –και όχι στην Άπω Ανατολή αλλά στην Ευρώπη– με θλίβει απίστευτα. Δεν μπορώ να σκέφτομαι ότι μπορεί να μη μου φτάνει η βενζίνη για να πάω κάπου. Πολλοί δεν τα λένε, αισθάνονται άσχημα, ντρέπονται, αλλά αφού τα συναντάμε όλοι μπροστά μας, γιατί να μην τα λέμε; Κοιταζόμαστε πια και τρελαινόμαστε. Από την άλλη, όμως, σκέφτομαι τα νέα παιδιά. Τι κάνουν; Ό,τι κάναμε κι εμείς στην ηλικία τους. Αυτό κάνω κι εγώ τώρα, ξαναγίνομαι 20 ετών και κάνω αυτό που αγαπάω, χωρίς να βγάζω λεφτά. Δεν βγάζω που δεν βγάζω, ας το χαρώ τουλάχιστον. Με αυτήν τη λογική κάνω τώρα αυτό το αφιέρωμα στην Joni Mitchell, την οποία λατρεύω!
Από παλιά δεν τραγουδούσατε Joni Mitchell;
Λίγο, μόνο το «Black Crow» και το «River». Ρώτα τον David πόσα χρόνια ήθελα να το κάνω αυτό! Ποια ωραιότερη αφορμή και δικαιολογία από την επέτειο των 70 χρόνων της;
Θα τολμούσατε να την καλέσετε να παίξετε μαζί;
Δεν θα ερχόταν, αλλά θα τολμούσα να την καλέσω. Δεν τραγουδάει πια μπροστά σε κόσμο. Έκανε κάτι στον Καναδά πρόσφατα, αλλά αυτό ήταν ειδικό. Άσε που αφιερώματα θα γίνουν πολλά στον κόσμο για τα γενέθλιά της. Στην Ελλάδα, πάντως, δεν νομίζω να το έκανε κάποιος άλλος.
Μα, το δικαιούστε και λόγω κουλτούρας αν θέλετε.
Την αγαπώ πολύ, ειλικρινά, την Joni Mitchell. Θα την καλούσα μόνο αν είχα άμεση πρόσβαση, όχι μέσω site. Η Mitchell, άλλωστε, δεν έχει μεγάλη σχέση με την τεχνολογία. Η ίδια είναι βίωμα, η ζωή της, αυτό που ζει. Μέσα σε όλα αυτά τα τραγούδια έχει πάντα διαφορετικά κουρδίσματα στις κιθάρες. Πενήντα διαφορετικά κουρδίσματα! Τελείως ανορθόδοξο το παίξιμό της. Επειδή είχε πολιομυελίτιδα, δεν μπορεί να πιάσει την κιθάρα με το ένα χέρι και γι' αυτό ανακάλυψε δικά της παιξίματα. Έχει μια τρομερή χάρη, επίσης, όταν παίζει στο πιάνο. Πολύ απλοϊκά πράγματα, αλλά όταν κάθεσαι να τα παίξεις, λες «μα, τι κάνει η γυναίκα, πώς τα παίζει τα πράγματα αυτά;».
Με τη Ντόρα Μπακοπούλου έχετε δώσει πολλές συναυλίες για πιάνο - φωνή. Γιατί όχι και μία με ρεπερτόριο Joni Mitchell;
Γιατί δεν ξέρω κατά πόσο έχουν πιανιστικό ενδιαφέρον ως συνθέσεις τα κομμάτια της Mitchell. Άλλο η τεχνική στο παίξιμο της και άλλο τα τραγούδια της ως τραγούδια.
Πολύ σας ευχαριστώ και να σκίσετε στο Gazarte!
Ευχαριστώ εγώ, δική μου η χαρά.
σχόλια